Η κατά την έρηµον της Ιουδαίας ιερά και σεβασµία Λαύρα του Οσίου Πατρός ηµών Σάββα του Ηγιασµένου αποτελεί φαινόµενον µοναδικόν εις την εκκλησιαστικήν ιστορίαν, χάρις εις την συµβολήν της εις την διαµόρφωσιν της ορθοδόξου λατρείας, της µοναχικής τάξεως και της υµνογραφίας, εις την εν αυτή παρουσίαν πλήθους Αγίων, αυστηρών αναχωρητών, θεοπνεύστων θεολόγων και µαρτύρων ακόµη, ακόμη χάρις εις τον σπουδαίον ρόλον τον οποίον διεδραµάτισεν εις την καταπολέµησιν όσων αιρέσεων ενεφανίσθησαν εις την Αγίαν Γην µετα την ίδρυσίν της και εις την προάσπισιν της Ορθοδοξίας και των δικαιωµάτων του µόνου κανονικού Πατριαρχείου Ιεροσολύµων, του Ελληνορθοδόξου...
Αριθµούσα υπέρ τα 1500 έτη ζωής (483-2002) άνευ διακοπής της λειτουργίας της, η Μεγίστη του Αγίου Σάββα Λαύρα οφείλει την ίδρυσιν και την µετέπειτα εξέλιξιν αυτης εις τον θεοχαρίτωτον, πνευµατέµφορον μοναστήν Άγιον Σάββαν (439-532 µ.Χ), ο ποίος απετέλεσε λύχνον εν υψηλώ τόπω4 δι' όσους ηθέλησαν να ζήσουν την αναχωρητικήν ζωήν, και ισχυρόν πρεσβευτήν προς τον Κύριον υπέρ πάντων των µεταγενεστέρων «Σαββαϊτών» Μοναχών. Τον πρώτον πυρήνα της Λαύρας εδηµιούργησαν οι εβδοµήκοντα αναχωρηταί, οι οποίοι συνεκεντρώθησαν περι τον Άγιον Σάββαν από το 483 µ.Χ κ. ε. Κατόπιν η Λαύρα µετεφέρθη εκ της ανατολικής πλευράς του χειµάρρου των Κέδρων, όπου το ασκητήριον του Αγίου Σάββα, εις την δυτικήν, όπου και εκτίσθη η Θεόκτιστος Εκκλησία (486, εγκαίνια 491 µ.Χ), η αύξησις της αδελφότητος κατέστησεν αναγκαίαν την οικοδόµησιν και µεγάλου ναού της Θεοτόκου (502 µ.Χ) και την διοργάνωσιν των κτισµάτων και των υπηρεσιών της Λαύρας, ώστε να ανταποκρίνωνται εις τας ολονέν ογκουµένας ανάγκας. Η φήµη της αγιότητος του Αγίου Σάββα και η ένεκα αυτής ανάδειξίς του εις αρχηγόν και νοµοθέτην πάντων των περι τα Ιεροσόλυµα αναχωρητών (493 µ.Χ) έσχον αντίκτυπον και εις την Μεγίστην Λαύραν, ή οποία απετέλεσε πρότυπoν κατά τε τον βίον και την λειτουργικήν τάξιν, το Τυπικόν, οχι µόνον δια τας λοιπάς τρεις λαύρας και τα εξ κοινόβια, τα οποία ο Άγιος Σάββας µέχρι του θανάτου του (532 µ.Χ.) ίδρυσε, αλλά και δια τας επιλοίπους µονάς της Παλαιστίνης, κατά δε τους µέσους χρόνους και δια την ανα την οικουµένην Εκκλησίαν.
Η Μεγίστη Λαύρα υπό τον Άγιον Σάββαν κατ' αρχήν διεξήγαγεν ισχυρούς αγώνας κατά της αιρέσεως τού Μονοφυσιτισµού κατα τα ετη 512-516 µ.Χ., αντιπαρατεθείσα προς τον αυτοκράτορα Αναστάσιον και προς τα λοιπά τρία Πατριαρχεία της Ανατολής, ευρισκόµενα τότε εις χείρας µονοφυσιτών η σθεναρά κινητοποίησις και οµολογία τών αναχωρητών της ερήµου διέσωσαν το Πατριαρχείον Ιεροσολύµων απο την αίρεσιν. Οι διάδοχοι του Αγίου Σάββα ις την ηγουµενίαν της Λαύρας ανέδειξαν αύτην και πάλιν άσειστον προπύργιον κατα της αιρέσεως του Ωριγενισµού· υπό την καθοδήγησιν του Σαββαΐτου Αγίου Ιωάννου του Ησυχαστού, πρώην επισκόπου Κολωνίας (454-558), οι ηγούµενοι της Λαύρας Γελάσιος (537-546), Κασσιανός (547-548) και Κόνων (548-568) απέκρουσαν τας µεθοδείας των Ωριγενιστών και τας παρά τω αυτοκράτορι Ιουστινιανώ δολοπλοκίας των, όχι όµως άνευ αντιποίνων· οι µοναχοί της Λαύρας, της µόνης που είχεν αποµείνει εις τους Ορθοδόξους, υπέστησαν διωγµούς και βιαιοπραγίας, ακόµη και την δια της βίας ενθρόνισιν Ωριγενιστού ηγουµένου (του Γεωργίου, 547 µ.Χ). Όµως ο Θεός εφύλαξε την Λαύραν, αι δε ενέργειαι του Κόνωνος συνέβαλον τα µέγιστα εις την σύγκλησιν της Ε' Οικουµενικής Συνόδου (553 µ.Χ), η οποία κατεδίκασε τας πλάνας του Ωριγένους άπαξ δια παντός και χάριν πάσης της Εκκλησίας εσαεί. Η εµφάνισις των Περσων εις την Αγίαν Γην (614 µ.Χ) απετέλεσε το προοίµιον δια την µε τ' αύτην έλευσιν των Αράβων του Ισλάµ (638 µ.Χ). Παροµοίως, την απαρχήν των οσιοµαρτύρων της Λαύρας απετέλεσαν οι υπό των Περσών σφαγιασθέντες Σαββαΐται, τεσσαράκοντα τέσσαρες τον αριθµόν, εις τας 16 Μαΐου του έτους 614 µ.Χ
Η Μεγίστη Λαύρα υπό τον Άγιον Σάββαν κατ' αρχήν διεξήγαγεν ισχυρούς αγώνας κατά της αιρέσεως τού Μονοφυσιτισµού κατα τα ετη 512-516 µ.Χ., αντιπαρατεθείσα προς τον αυτοκράτορα Αναστάσιον και προς τα λοιπά τρία Πατριαρχεία της Ανατολής, ευρισκόµενα τότε εις χείρας µονοφυσιτών η σθεναρά κινητοποίησις και οµολογία τών αναχωρητών της ερήµου διέσωσαν το Πατριαρχείον Ιεροσολύµων απο την αίρεσιν. Οι διάδοχοι του Αγίου Σάββα ις την ηγουµενίαν της Λαύρας ανέδειξαν αύτην και πάλιν άσειστον προπύργιον κατα της αιρέσεως του Ωριγενισµού· υπό την καθοδήγησιν του Σαββαΐτου Αγίου Ιωάννου του Ησυχαστού, πρώην επισκόπου Κολωνίας (454-558), οι ηγούµενοι της Λαύρας Γελάσιος (537-546), Κασσιανός (547-548) και Κόνων (548-568) απέκρουσαν τας µεθοδείας των Ωριγενιστών και τας παρά τω αυτοκράτορι Ιουστινιανώ δολοπλοκίας των, όχι όµως άνευ αντιποίνων· οι µοναχοί της Λαύρας, της µόνης που είχεν αποµείνει εις τους Ορθοδόξους, υπέστησαν διωγµούς και βιαιοπραγίας, ακόµη και την δια της βίας ενθρόνισιν Ωριγενιστού ηγουµένου (του Γεωργίου, 547 µ.Χ). Όµως ο Θεός εφύλαξε την Λαύραν, αι δε ενέργειαι του Κόνωνος συνέβαλον τα µέγιστα εις την σύγκλησιν της Ε' Οικουµενικής Συνόδου (553 µ.Χ), η οποία κατεδίκασε τας πλάνας του Ωριγένους άπαξ δια παντός και χάριν πάσης της Εκκλησίας εσαεί. Η εµφάνισις των Περσων εις την Αγίαν Γην (614 µ.Χ) απετέλεσε το προοίµιον δια την µε τ' αύτην έλευσιν των Αράβων του Ισλάµ (638 µ.Χ). Παροµοίως, την απαρχήν των οσιοµαρτύρων της Λαύρας απετέλεσαν οι υπό των Περσών σφαγιασθέντες Σαββαΐται, τεσσαράκοντα τέσσαρες τον αριθµόν, εις τας 16 Μαΐου του έτους 614 µ.Χ
2. Επί των Αράβων, των Σταυροφόρων και των Μαμελούκων (638-1517 µ.Χ.)
Την µετα την αραβικήν κατάκτησιν αναδιοργάνωσιν της Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Σάββα υπό του πατριάρχου Μοδέστου, ηκολούθησεν η ενδοξoτέρα περίοδος, ο «χρυσούς αιών» της Λαύρας, δηλαδή ο όγδοος και µέρος του ενάτου µ.Χ αιώνος. Ο επιφανέστερος θεολόγος του 8ου αι. Άγιος Ιωάννης ο Δαµασκηνός, ο και υµνογράφος, Κοσµάς ο Αγιοπολίτης, Στέφανος ο Μελωδός, Μιχαήλ ο Σύγκελλος, Θεόδωρος και Θεοφάνης οι Γραπτοί, Θεόδωρος ο επίσκοπος Καρρών (Αβουκάρας), πάντες επιφανείς κατά την αγιότητα ή και την θεολογίαν, οι Άγιοι Στέφανος ο Θαυµατουργός, Θεόδωρος επίσκοπος Εδέσσης και Μιχαήλ ο Οσιοµάρτυς συναποτελούσιν εκλεκτήν χορείαν, η οποία εκόσµησε την Εκκλησίαν Ιεροσολύµων αλλά και την καθόλου Εκκλησίαν. Παρά τας εναντίον της Λαύρας βιαίας και φονικάς επιθέσεις ποικιλωνύµων βαρβάρων (796, 809, 813 µ.Χ.) και την γενικήν αταξίαν, η προσφορά της Λαύρας εις την Εκκλησίαν φθάνει εις το αποκορύφωµά της. Η συµβολή του Αγίου Ιωάννου του Δαµασκηνού εις την πρώτην (726-787) και των Αγίων Μιχαήλ του Συγκέλλου, Θεοφάνους και Θεοδώρου των Γραπτών εις την δευτέραν (814-843 µ.Χ.) φάσιν της εικονοµαχίας υπέρ της επικρατήσεως της τιµής των ιερών εικόνων, αποδεικνύει την σηµασίαν της Λαύρας δια την θεολογίαν αλλά και την γενικήν τιµήν, της οποίας απελάµβανε, καθόσον οι τρεις τελευταίοι οµολογηταί προσεκλήθησαν εις την Κωνσταντινούπολιν υπό του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου δι' αυτόν ακριβώς τον λόγον, πλην της θεολογικής συγγραφικής παραγωγής, η Λαύρα δύναται κατά την εποχήν αυτήν να επιδείξη και πλουσίαν αντιγραφικήν και µεταφραστικήν δραστηριότητα καθίσταται το κέντρον της γεωργιανής γραµµατείας απο τον 70ν έως τον 100ν αι, όπως επίσης κέντρον µεταφράσεως εκκλησιαστικών συγγραµµάτων απο την ελληνικήν εις την αραβικήν. Χαρακτηριστικόν είναι οτι τα σήµερον πασίγνωστα «Ασκητικά» του Αγίου Ισαάκ του Σύρου µετεφράσθησαν εκ της συριακής γλώσσης εις την ελληνικήν δια πρώτην φοράν εις την Λαύραν υπό των µοναχών Αβραµίου και Πατρικίου περί τα τέλη του 80υ αι. Από του 90υ έως του 130υ αι η λειτουργική τάξις, το λειτουργικόν Τυπικόν της Λαύρας µαζί µε τους ύµνους των Σαββαϊτων αγίων υµνογράφων και ίσως µερικαί µοναστικαί συνήθειαι της Λαύρας, διαδίδονται ευρέως από διακεκριµένους αγίους ιδρυτάς µονών. Εις µείζονα 11 ελάσσονα βαθµόν το Τυπικόν της Λαύρας επηρέασε τα µοναστηριακά Τυπικά, τα όποία συνέγραψαν οι Άγιοι Θεόδωρος ο Στουδίτης (90ς αι), Παύλος ο Νέος του Όρους Λάτρος (αρχαί 100υ αι), Νίκων ο Μαυρορείτης (τέλη 110υ αι), Χριστόδουλος της Πάτµου (110ς αι), Λάζαρος ο Γαλησιώτης (1ος-11ος αι), Λουκάς της Μεσσήνης (Σικελία 120ς αι), Νεόφυτος ο Έγκλειστος (Κύπρος, 12ος- 13ος αι) και Νείλος Ταµασίας (Ι. Μ. Μαχαιρά, Κύπρος, αρχαί 130υ αι). Ήδη από τον 9ον αι είχε διαδοθή το λειτουργικόν τούτο Τυπικόν εις την απόµακρον Γεωργίαν (υπό Γρηγορίου Khandzta, το 826 µ.χ.). Παραλλήλως τεραστία υπήρξεν η διάδοσις του νέου υµνογραφικού είδους που ανεπτύχθη κυρίως υπο Ιωάννου του Δαµασκηνού και της µετ' αυτόν «αγιοσαββιτικής ποιητικής σχολής», δηλαδή του κανόνος. Ή υµνογραφική παραγωγή της Λαύρας απετέλεσε το θεµέλιον της µετά την εικονοµαχίαν διαρρυθµίσεως της εκκλησιαστικής Λατρείας. Η αποδιδοµένη εις τον Δαµασκηνόν καθιέρωσις των όκτω ήχων της µελωδήσεως επεκράτησεν εις την Λατρείαν, η δε ύπ' αυτού συγγραφείσα Οκτάηχος απετέλεσε την πρώτην µορφήν της Παρακλητικής, του κυριωτέρου λειτουργικού βιβλίου της Εκκλησίας.
Επί της κυριαρχίας των Σταυροφόρων η θέσις του ηγουµένου της Λαύρας παρουσιάζεται ιδιαιτέρως υψηλή παρά τοις Λατίνοις, ελλείψει Ορθοδόξου πατριάρχου εις τα Ιεροσόλυµα. Η Λαύρα προικίζεται δια νέων περιουσιακών στοιχείων υπό της Βασιλίσσης Μελισσάνθης (1131-1162), ενώ ο ναός της Θεοτόκου και αι αγιογραφίαι του ανακαινίζονται υπό του αυτοκράτορος των Ρωµαίων Μανουήλ του Κοµνηνού (1143 -1180) περί το έτος 1169.
Η νίκη των Μαµελούκων του Σαλαδδίν επί των Σταυροφόρων εν έτει 1187 µ.Χ. εσήµανε νέα δεινά δια τον Μοναχισµόν της Παλαιστίνης παρά την σφαγήν και πάλιν Σαββαϊτών µοναχων, η Λαύρα παρέµεινεν εν λειτουργία, µόνη αύτη αναµέσον των λοιπών ηρηµωµένων µονών της ερήµου. Εις την περίοδον αύτην ανάγεται η συρρίκνωσις της Λαύρας περί τον πυρήνα της, η ανέγερσις τείχους περί αυτήν και η υιοθέτησις του κοινοβιακού τρόπου ζωης, εγκαταλειφθέντος του λαυρεωτικού. Η Λαύρα εισέρχεται εις την δυσκολωτέραν ίσως φάσιν του αγώνος επιβιώσεώς της εις περιβάλλον εχθρικόν, καθίσταται παρ α ταύτα δια την Αγιοταφιτικήν Αδελφότητα αξιολογώτατον σχολείον, διδάσκον τα περί της µοναχικής πολιτείας και τα αφορώντα εις τα εκκλησιαστικά πράγµατα. Νέα ανακαίνισις του καθολικού της Λαύρας και του Κουβουκλίου του τάφου του Αγίου Σάββα υπό του αυτοκράτορος Ιωάννου του Καντακουζηνού (1347 - 1354) έλαβε χώραν εις τα µέσα του 140υ αι., πρωτοφανής όµως εις την εποχήν αυτήν και καθοριστική δια το µέλλον της ορθοδόξου λατρείας κατέστη η εξάπλωσις του λεγοµένου «νεο-σαββαϊτικού λειτουργικού Τυπικού» (δηλ, της συνθέσεως του παλαιού σαββαϊτικού και στοιχείων του στουδιτικού Τυπικού). Το Τυπικόν τούτο, αφού παρεµέρισε τα Τυπικά των Μονών Στουδίου και Ευεργέτιδος, καθιερώθη εις την ιδίαν την Κωνσταντινούπολιν κατα τους 130ν και 140ν αιώνας (Μοναι Χειλέων, Αγ. Δηµητρίου Κελλιβαρά, Θεοτόκου Βεβαίας Ελπίδος), τους ιδίους αιώνας το Τυπικόν διεδόθη και εις την Σερβίαν υπό του Αγίου Σάββα Σερβίας (1175-1236) και του Αρχιεπισκόπου Σερβίας Νικοδήµου (1317-1324). Το νέον τούτο σαββαϊτικόν Τυπικόν, µετά την επικράτησίν του εν Αγίω Όρει κατά την περίοδον των ησυχαστικών ερίδων και την νέαν µορφήν, την οποίαν τότε έλαβε, διεδόθη χάρις εις την ακτινοβολίαν της θεολογίας του Ησυχασµού και εις την λοιπήν Βαλκανικήν, εν η και εις Βουλγαρίαν, καθ ως και εις την Ρωσσίαν. Από της οριστικής του επικρατήσεως πανταχού, τον 16°V αι. έως της σήµερον, το σαββαϊτικόν- αθωνικόν λειτουργικόν Τυπικόν αποτελεί το λειτουργικόν Τυπικόν συµπάσης της Ορθοδοξίας.
Επί της κυριαρχίας των Σταυροφόρων η θέσις του ηγουµένου της Λαύρας παρουσιάζεται ιδιαιτέρως υψηλή παρά τοις Λατίνοις, ελλείψει Ορθοδόξου πατριάρχου εις τα Ιεροσόλυµα. Η Λαύρα προικίζεται δια νέων περιουσιακών στοιχείων υπό της Βασιλίσσης Μελισσάνθης (1131-1162), ενώ ο ναός της Θεοτόκου και αι αγιογραφίαι του ανακαινίζονται υπό του αυτοκράτορος των Ρωµαίων Μανουήλ του Κοµνηνού (1143 -1180) περί το έτος 1169.
Η νίκη των Μαµελούκων του Σαλαδδίν επί των Σταυροφόρων εν έτει 1187 µ.Χ. εσήµανε νέα δεινά δια τον Μοναχισµόν της Παλαιστίνης παρά την σφαγήν και πάλιν Σαββαϊτών µοναχων, η Λαύρα παρέµεινεν εν λειτουργία, µόνη αύτη αναµέσον των λοιπών ηρηµωµένων µονών της ερήµου. Εις την περίοδον αύτην ανάγεται η συρρίκνωσις της Λαύρας περί τον πυρήνα της, η ανέγερσις τείχους περί αυτήν και η υιοθέτησις του κοινοβιακού τρόπου ζωης, εγκαταλειφθέντος του λαυρεωτικού. Η Λαύρα εισέρχεται εις την δυσκολωτέραν ίσως φάσιν του αγώνος επιβιώσεώς της εις περιβάλλον εχθρικόν, καθίσταται παρ α ταύτα δια την Αγιοταφιτικήν Αδελφότητα αξιολογώτατον σχολείον, διδάσκον τα περί της µοναχικής πολιτείας και τα αφορώντα εις τα εκκλησιαστικά πράγµατα. Νέα ανακαίνισις του καθολικού της Λαύρας και του Κουβουκλίου του τάφου του Αγίου Σάββα υπό του αυτοκράτορος Ιωάννου του Καντακουζηνού (1347 - 1354) έλαβε χώραν εις τα µέσα του 140υ αι., πρωτοφανής όµως εις την εποχήν αυτήν και καθοριστική δια το µέλλον της ορθοδόξου λατρείας κατέστη η εξάπλωσις του λεγοµένου «νεο-σαββαϊτικού λειτουργικού Τυπικού» (δηλ, της συνθέσεως του παλαιού σαββαϊτικού και στοιχείων του στουδιτικού Τυπικού). Το Τυπικόν τούτο, αφού παρεµέρισε τα Τυπικά των Μονών Στουδίου και Ευεργέτιδος, καθιερώθη εις την ιδίαν την Κωνσταντινούπολιν κατα τους 130ν και 140ν αιώνας (Μοναι Χειλέων, Αγ. Δηµητρίου Κελλιβαρά, Θεοτόκου Βεβαίας Ελπίδος), τους ιδίους αιώνας το Τυπικόν διεδόθη και εις την Σερβίαν υπό του Αγίου Σάββα Σερβίας (1175-1236) και του Αρχιεπισκόπου Σερβίας Νικοδήµου (1317-1324). Το νέον τούτο σαββαϊτικόν Τυπικόν, µετά την επικράτησίν του εν Αγίω Όρει κατά την περίοδον των ησυχαστικών ερίδων και την νέαν µορφήν, την οποίαν τότε έλαβε, διεδόθη χάρις εις την ακτινοβολίαν της θεολογίας του Ησυχασµού και εις την λοιπήν Βαλκανικήν, εν η και εις Βουλγαρίαν, καθ ως και εις την Ρωσσίαν. Από της οριστικής του επικρατήσεως πανταχού, τον 16°V αι. έως της σήµερον, το σαββαϊτικόν- αθωνικόν λειτουργικόν Τυπικόν αποτελεί το λειτουργικόν Τυπικόν συµπάσης της Ορθοδοξίας.
3. Από της τουρκικής κυριαρχίας έωσ της σήμερων
Η εµφάνισις των Τούρκων εις την Παλαιστίνην µε τον Σουλτάνον Σελήµ επικεφαλής, ή οποία συνωδεύθη υπό νέας σφαγής Σαββαϊτών, είχε δυσµενείς επιπτώσεις εις την ζωήν της Λαύρας. Μολονότι εξεδόθησαν υπέρ τα τριάκοντα φιρµάνια των Σουλτάνων κατά καιρούς (µεταξυ 1533 και 1735) περί επισκευών εν τη Λαύρα, φοροαπαλλαγών, προστασίας και δικαιωµάτων των Σαββαϊτών Πατέρων, ούτοι υπέστησαν πολλά δεινά, ακόµη και την επί πολλά έτη εγκαταβίωσιν εν τη Λαύρα ολοκλήρων αραβικών χωρίων. Η ισχυρά παρουσία Σέρβων Μοναχών εν τη Λαύρα, η οποία υπήρξεν ευεργετική δι' αυτήν, ότε κατά τον 16ον αι η Λαύρα είχεν ελαχίστους Έλληνας Μοναχούς, ετερµατίσθη εις τας αρχάς του 17ου αι, ότε κατέστη εις τους Σέρβους αδύνατος η εξόφλησις των χρεών, τα οποία η οικοδοµική των δραστηριότης είχε δηµιουργήσει η παρέµβασις του πατριάρχου Θεοφάνους του Γ' (1608-1644) µόλις έσωσε την Λαύραν από τας χείρας των δανειστών ή των εποφθαλµιώντων αυτήν Αρµενίων και Λατίνων.
Μεταξύ πάντων των ευεργετών και δωρητών της Λαύρας πλέον αξιοµνηµόνευτοι έχουν καταστή οι πατριάρχαι Ιεροσολύµων Νεκτάριος (1660-1669) και Δοσίθεος ο Β' (1669-1707), ο ονοµασθείς και µέγας ευεργέτης αυτής, οι οποίοι κατώρθωσαν να επαναφέρουν την Λαύραν εις αποκλειστικήν χρήσιν και κατοίκησιν των Σαββαϊτων Πατέρων, προέβησαν δε, ιδίως ο Δοσίθεος, εις εκτενείς και πολυεξόδους ανακαινίσεις ή επεκτάσεις των ναών, των δωµάτων, των δεξαµενών και των τειχών της Μονής (αντιστοίχως κατά τα έτη 1667 και 1686).
Την σηµερινήν µορφήν των οικοδοµηµάτων της η Ιερά ηµών Λαύρα οφείλει εις την οικοδοµικήν δραστηριότητα η οποία ανεπτύχθη εν αυτή µετά τας καταστροφάς του σεισµού της 13ης Μαΐου 1834 και κατά την επακολουθήσασαν ηγουµενίαν του περιφανούς Ηγουµένου, κτίτορος και µεγάλου ευεργέτου της Λαύρας Ιωάσαφ του Κρητός (1845-1874), οσιακής µορφής του παλαιστινού Μοναχισµού των εσχάτων χρόνων. Απόδειξις του πνευµατικού βάρους του οσίου, απλού, ταπεινού και διακριτικού αυτού Μοναστού υπήρξε και η δια πρώτην φοράν µετά από αιώνας υπ' αυτόν αύξησις των Σαββαϊτών εις περίπου ογδοήκοντα τον αριθµόν.
Αι αλλεπάλληλοι πολιτικαί αλλαγαί κατά τον 200V αι εις την Εγγύς Ανατολήν Χάριτι Θεού και πρεσβείαις της Υπεραγίας Θεοτόκου και του Οσίου Πατρός ηµών Σάββα δεν επεσώρευσαν επί της Λαύρας τοσούτον πλήθος προβληµάτων, όσον επί άλλων µονών και προσκυνηµάτων του Ορθοδόξου Πατριαρχείου, αντιθέτως η εν έτει 1965 επιστροφή του αφθόρου ιερού Σκηνώµατος του Αγίου Σάββα µετά µακράν απουσίαν αιώνων (ίσως από του 130υ) απετέλεσε µεγίστην ευλογίαν δια την Αγιοταφιτικήν Αδελφότητα, τους εν τη Λαύρα αγωνιζοµένους και τους Ορθοδόξους Χριστιανούς της Αγίας Γης και οπωσδήποτε αιτίαν βεβαίας ελπίδος εις τον Θεόν και τεκµήριον της πατρικής και αδιαλείπτου µερίµνης του Αγίου Σάββα δια την Λαύραν του. Η πνευµατική ζωή της Λαύρας και η ποικίλη αυτής συνεισφορά εις την αντιµετώπισιν προβληµάτων των Αγιοταφιτών, του ορθοδόξου ποιµνίου και των ευλαβών προσκυνητών των Αγίων Τόπων, δύναται και σήµερον να επαληθεύση την προ αιώνων γενοµένην διαπίστωσιν: «Όπως η Ιερουσαλίµ είναι η βασίλισσα πασών των πόλεων, ούτω και η λαύρα του Αγίου Σάββα είναι ο πρίγκηψ πασών των ερήμων, και καθ' όσον η Ιερουσαλήµ ειναι το πρότυπον άλλων πόλεων, τοσούτον και ο Άγιος Σάββας το παράδειγµα δι' άλλας µονάς»5.
Μεταξύ πάντων των ευεργετών και δωρητών της Λαύρας πλέον αξιοµνηµόνευτοι έχουν καταστή οι πατριάρχαι Ιεροσολύµων Νεκτάριος (1660-1669) και Δοσίθεος ο Β' (1669-1707), ο ονοµασθείς και µέγας ευεργέτης αυτής, οι οποίοι κατώρθωσαν να επαναφέρουν την Λαύραν εις αποκλειστικήν χρήσιν και κατοίκησιν των Σαββαϊτων Πατέρων, προέβησαν δε, ιδίως ο Δοσίθεος, εις εκτενείς και πολυεξόδους ανακαινίσεις ή επεκτάσεις των ναών, των δωµάτων, των δεξαµενών και των τειχών της Μονής (αντιστοίχως κατά τα έτη 1667 και 1686).
Την σηµερινήν µορφήν των οικοδοµηµάτων της η Ιερά ηµών Λαύρα οφείλει εις την οικοδοµικήν δραστηριότητα η οποία ανεπτύχθη εν αυτή µετά τας καταστροφάς του σεισµού της 13ης Μαΐου 1834 και κατά την επακολουθήσασαν ηγουµενίαν του περιφανούς Ηγουµένου, κτίτορος και µεγάλου ευεργέτου της Λαύρας Ιωάσαφ του Κρητός (1845-1874), οσιακής µορφής του παλαιστινού Μοναχισµού των εσχάτων χρόνων. Απόδειξις του πνευµατικού βάρους του οσίου, απλού, ταπεινού και διακριτικού αυτού Μοναστού υπήρξε και η δια πρώτην φοράν µετά από αιώνας υπ' αυτόν αύξησις των Σαββαϊτών εις περίπου ογδοήκοντα τον αριθµόν.
Αι αλλεπάλληλοι πολιτικαί αλλαγαί κατά τον 200V αι εις την Εγγύς Ανατολήν Χάριτι Θεού και πρεσβείαις της Υπεραγίας Θεοτόκου και του Οσίου Πατρός ηµών Σάββα δεν επεσώρευσαν επί της Λαύρας τοσούτον πλήθος προβληµάτων, όσον επί άλλων µονών και προσκυνηµάτων του Ορθοδόξου Πατριαρχείου, αντιθέτως η εν έτει 1965 επιστροφή του αφθόρου ιερού Σκηνώµατος του Αγίου Σάββα µετά µακράν απουσίαν αιώνων (ίσως από του 130υ) απετέλεσε µεγίστην ευλογίαν δια την Αγιοταφιτικήν Αδελφότητα, τους εν τη Λαύρα αγωνιζοµένους και τους Ορθοδόξους Χριστιανούς της Αγίας Γης και οπωσδήποτε αιτίαν βεβαίας ελπίδος εις τον Θεόν και τεκµήριον της πατρικής και αδιαλείπτου µερίµνης του Αγίου Σάββα δια την Λαύραν του. Η πνευµατική ζωή της Λαύρας και η ποικίλη αυτής συνεισφορά εις την αντιµετώπισιν προβληµάτων των Αγιοταφιτών, του ορθοδόξου ποιµνίου και των ευλαβών προσκυνητών των Αγίων Τόπων, δύναται και σήµερον να επαληθεύση την προ αιώνων γενοµένην διαπίστωσιν: «Όπως η Ιερουσαλίµ είναι η βασίλισσα πασών των πόλεων, ούτω και η λαύρα του Αγίου Σάββα είναι ο πρίγκηψ πασών των ερήμων, και καθ' όσον η Ιερουσαλήµ ειναι το πρότυπον άλλων πόλεων, τοσούτον και ο Άγιος Σάββας το παράδειγµα δι' άλλας µονάς»5.
Πηγή: Ιερά Λαύρα Σάββα του Ηγιασμένου θεόκτιστος Έπαλξις Ορθοδοξίας 1500 έτη
https://www.impantokratoros.gr/29C7998C.el.aspx
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου