Περί του 14ου μ.Χ. αιώνος, ήρθε από την Καλαβρία ο Βαρλαάμ, κατηγορώντας τους Λατίνους, προσποιούμενος ότι συμφωνεί με τους Ορθοδόξους. Αρχικά, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς απέδειξε ότι ήταν δόλια η συμπεριφορά του, αναγκάζοντας τον υποκριτή Βαρλαάμ να καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη, μετέπειτα και στην Θεσσαλονίκη, όπου βρήκε μερικούς απλοϊκούς μοναχούς και προσπαθούσε να τους διαβάλλει προφορικώς και γραπτώς, συκοφαντώντας και κατηγορώντας τους θεοσόφους Ορθοδόξους Πατέρες και Διδασκάλους ότι ήταν πλάνη η νοερά προσευχή, η νήψη και η μυστική θεωρία των Ορθοδόξων μοναχών με την οποία δύναται, σύμφωνα με τον Μέγα Αντώνιο, η μετά ησυχίας του νοός προσευχή, να καθαρίζει το νοερό όμμα της ψυχής και να καταξιώνει τον άνθρωπο να φθάσει στη θεία αποκάλυψη των απορρήτων!
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, επιχείρησε τότε να διορθώσει τον πλανεμένο Βαρλαάμ. Χωρίς να κατορθώσει να τον πείσει. Άρχισε έτσι ο Άγιος να γράφει επί τρία χρόνια θαυμάσιους λόγους κατά των συκοφαντιών και των ψευδολογιών του Βαρλαάμ, ο οποίος πήγε εκ νέου στην Κωνσταντινούπολη καταφέρνοντας να τους μεταστρέψει όλους στις κακοδοξίες του, ακόμα και τον Πατριάρχη, που παραλίγο να αρνιόντουσαν και την Ορθοδοξία. Ο Πατριάρχης τότε κάλεσε να προσέλθουν σε απολογία ως υπεύθυνοι οι Ορθόδοξοι κήρυκες, δηλ. ο Άγιος Γρηγόριος και οι ομόφρονές του.
Από το βιβλίο της Ζωής Καναβα «Με την προσευχή και τον κοντύλι» (εκδ. Αστέρος) επιλέγουμε αποσπασματικά την απολογία και τον θρίαμβο του Αγίου Γρηγορίου και της Ορθοδοξίας. «…Ίσως, αν δεν ερχόταν στο Βυζάντιο ο Βαρλαάμ, ν’ αναστατώσει την Εκκλησία με τις κακοδοξίες του, κανείς να μην είχε ασχοληθεί μαζί του και τ’ όνομά του να το γνώριζε μόνο ο Θεός. Μα ίσως ο Θεός να τα επέτρεψε όλα αυτά να γίνουν έτσι, για να επανευαγγελίσει τους ανθρώπους χρησιμοποιώντας τον Γρηγόριο, να ξανασκεφτούνε το σκοπό και το πραγματικό νόημα της ζωής και τι σημαίνει, εντέλει, να ζει κανείς με το Θεό…
»…Στην Παναγιά τη Βλαχερνιώτισσα, που ο Γρηγόριος θα εξηγήσει ενώπιον του Πατριάρχη και της Ι. Συνόδου τους λόγους που τον οδήγησαν στην αντιπαράθεση με το Βαρλαάμ και βέβαια θα παρουσιάσει και θα υποστηρίξει και τις δικές του θέσεις, έχουν κιόλας συγκεντρωθεί αρκετοί απ’ τους προσκεκλημένους. Είναι Επίσκοποι και μοναχοί και πρόσωπα με κοσμική εξουσία…
»… Κατόπιν ο Πατριάρχης καλεί το Βαρλαάμ να επαναλάβει και δημόσια τις καταγγελίες του εναντίον του Παλαμά και των ησυχαστών που τον υποστηρίζουν. Σηκώνεται όρθιος ο Λατίνος κι έπειτα από τις τυπικές προσφωνήσεις επαναλαμβάνει τις γνωστές θέσεις του, ότι οι μοναχοί αλλοιώνουν τα δόγματα της Εκκλησίας, θεωρούν ανωφελή την Αγία Γραφή και απορρίπτουν την επιστήμη ως βλαβερή, ενώ υποστηρίζουν ότι φτάνουν στη γνώση του Θεού χρησιμοποιώντας μια πολύ συγκεκριμένη τεχνική: την ομφαλοσκοπία.
Το ακροατήριο πείθεται από την ρητορική δεινότητα του λαοπλάνου Βαρλαάμ και δεν περιμένει καμία αντιλογία. Όμως, «…ξαφνιάζονται, όταν, κάποια στιγμή, ο Πατριάρχης καλεί το Γρηγόριο ν' απαντήσει σε όσα του καταμαρτυρεί ο Βαρλαάμ. Κι οι πιο πολλοί, εκτός από κάποιους μοναχούς, δεν περιμένουν κάτι σημαντικό να πει. Μα και η ίδια η παρουσία του Γρηγορίου φαίνεται ότι ενισχύει τούτη την προκατάληψη, θαρρείς και είναι το αρνητικό του Βαρλαάμ. Ο ένας με τον αέρα της αλαζονείας, της έπαρσης και της απόλυτης εμπιστοσύνης στον εαυτό του. Ο άλλος με το χαμηλό μπόι της ταπείνωσης και της τέλειας παραίτησης μπροστά στην παντοδυναμία του Θεού. Μήτε τα μάτια του δεν τολμά να σηκώσει για να κοιτάξει τους συνέδρους. Κι όταν αρχίζει να μιλά, μετά τις τυπικές προσφωνήσεις, θαρρείς και τους έχει λησμονήσει ολότελα κι απολογιέται μπρος στον αφέντη Χριστό και την Κυρία των Αγγέλων, που τον κοιτά με ιλαρότητα από την κόγχη του ιερού. Δε συνοδεύει με χειρονομίες μεγαλοπρεπείς τα λόγια του. Μιλά απλά. Και γι' αντιστύλια, σε αυτά που λέει, χρησιμοποιεί μόνο σκέψεις των Πατέρων της Εκκλησίας. Κι είναι σα να έχουν κατεβεί από την θριαμβεύουσα Εκκλησία όλοι οι Πατέρες και τον συμπαραστέκονται. Το ακροατήριο ξαφνιάζεται. Δεν ακούει αυτά που περίμενε. Κι είναι, τουλάχιστον οι περισσότεροι, άνθρωποι με γερή θεολογική παιδεία, μπορούν να κρίνουν. Μάλιστα, ο επίσκοπος Κυζίκου ο κυρ Αθανάσιος, φανερά ενοχλημένος, διακόπτει τον Παλαμά για να δηλώσει ότι τον παραπλάνησαν. Αυτό που του έδωσαν και διάβασε, ως δήθεν παλαμικές θέσεις δεν έχει καμιά σχέση με όσα ακούει. Φαίνεται κάποιοι, για λόγους άγνωστους, νόθεψαν τα γραπτά του και δημιούργησαν αυτή τη σύγχυση. Ανάλογη υποψία εκφράσανε και άλλοι αδελφοί και τα αισθήματα τους για τους δυο αντίδικους αρχίζουν ν' αλλάζουν. Μεγαλώνει το ενδιαφέρον τους για όσα λέει ο Γρηγόριος και στο τέλος όλοι παραδέχονται ότι με την ομιλία του Παλαμά ένιωσαν επιτέλους ότι αποτελούν Εκκλησία, δηλαδή σώμα Χριστού και όχι Εκκλησία του Δήμου. Όταν ολοκλήρωσε την απολογία του ο Γρηγόριος, ο επίσκοπος Φιλαδέλφειας σχολίασε συγκινημένος ότι κατ' οικονομία Θεού έγιναν όλα έτσι, για να δοξαστεί στην Εκκλησία το όνομα Του και ν' αντιδοξάσει το Γρηγόριο, που προσφέρθηκε να Τον υπηρετήσει με τόσην αυταπάρνηση. Μετά από αυτή την ολοφάνερη επιτυχία του Γρηγορίου, θα περίμενε κανείς το ζήτημα πια να λήξει. Εκείνοι όμως που το ξεκινήσανε, φαίνεται δεν ήταν ικανοποιημένοι με την τροπή που πήρε. Άλλα περίμεναν. Και πρώτος ο Πατριάρχης υποστήριξε ότι χρειάζεται, το δίχως άλλο, να συγκληθεί Συνοδικό Δικαστήριο και αυτό ν' αποφασίσει για το άδικο ή το δίκιο των δυο διαδίκων…
»…Η Σύνοδος αποφασίστηκε να πραγματοποιηθεί στο ναό της Αγίας Σοφίας. Το γεγονός αυτό δείχνει και τη σημασία που δίνουν στο ζήτημα. Για τούτο, από τα χαράματα της δεκάτης Ιουνίου, αρχίζει να μαζεύεται ο κόσμος, γέμισε όλος ο γύρω χώρος. Ο καθένας φιλοδοξεί να εξασφαλίσει μια θέση της προκοπής, για να δει τον αυτοκράτορα, ντυμένο, κατά πως η περίσταση το απαιτεί, μεγαλόπρεπα, να καταφτάνει με την ακολουθία του. Να δει και τον Πατριάρχη, με τους συνοδικούς επισκόπους και φυσικά το Βαρλαάμ και το Γρηγόριο, κι όλοι, Παλαμιστές και Βαρλαμίτες να επιδοκιμάσουν ή ν' αποδοκιμάσουν τη συνοδική απόφαση, ανάλογα με το ποιον θα δικαίωνε. Ό,τι εκλεκτότερο έχει να επιδείξει η Βασιλεύουσα στο χώρο του πνεύματος και της εξουσίας βρίσκεται μέσα στο ναό. Επίσκοποι κι ανώτεροι κληρικοί, ηγούμενοι των μεγαλύτερων μοναστηριών και γνωστοί γεροντάδες, που δεν έβγαιναν ποτέ από την ησυχία της ερήμου τους, είναι εκεί, και αξιωματούχοι της διοίκησης και του στρατού, συγκλητικοί και στρατηγοί, φιλόσοφοι γεμίζουν τη μεγάλη εκκλησία. Και καλόγεροι, που ίσως για πρώτη φορά άφησαν τη σκήτη και την αγαπημένη τους ησυχία, μέρες οδοιπόρησαν, για να συμπροσευχηθούν με τους συνοδικούς, να τους φωτίσει το Άγιο Πνεύμα και να μπορέσουν, με καθαρά μάτια να δούνε την αλήθεια.
Η έναρξη των εργασιών γίνεται από τον ίδιο τον αυτοκράτορα κι αυτός θέτει το πλαίσιο των θεμάτων, που θα τους απασχολήσουν. Ο Βαρλαάμ, με πονηριά, δοκιμάζει να το αγνοήσει και να στρέψει τη συζήτηση σε καθαρά δογματικά ζητήματα, ο Πατριάρχης αναγκάζεται να τον διακόψει… Οι εργασίες της Συνόδου συνεχίστηκαν, μα τελικά η εμφάνιση του Βαρλαάμ ήταν απογοητευτική, ακόμη και για τους φανατικότερους υποστηρικτές του. Αντίθετα, ο Γρηγόριος όλους τους συνεπήρε. Χωρίς φωνές και άπρεπους χαρακτηρισμούς, πολιτισμένα, περνά από τη θέση του κατηγορούμενου στη θέση του κατήγορου. Ο προσεγμένος λόγος του, που δεν αφήνει σημείο ατεκμηρίωτο, ο ήπιος τόνος της φωνής του και προπάντων οι συνεχείς αναφορές του στους Πατέρες, κάνουν τον αυτοκράτορα να κουνά, κάθε τόσο, επιδοκιμαστικά το κεφάλι του και τους ηγούμενους, όλους τους γεροντάδες, που τον παρακολουθούν συνεπαρμένοι, να μην μπορούν να συγκρατήσουν κάποια μικρά επιφωνήματα μεγάλου θαυμασμού και ανάγκης να δοξολογήσουν το Θεό για την παρουσία αυτού του αδελφού ανάμεσα τους. Τον θεωρούν δώρο θεόσταλτο. Για τούτο κι επικυρώνουν με την υπογραφή τους τον αγιορείτικο τόμο, όπου καταχωρήθηκαν όσα ειπώθηκαν σε τούτη τη Σύνοδο. Η καταδίκη των θέσεων του Βαρλαάμ φαίνεται βέβαιη. Αυτό θορυβεί τον Καλαβρό Βαρλαάμ, καθώς και ότι, σε ολονών τα μάτια, διαβάζει την αποδοκιμασία και την επιθυμία να τον ξεφορτωθούν το γρηγορότερο, για να βρει η Εκκλησία, επιτέλους, τη γαλήνη της…
»…Εκείνο όμως που περισσότερο φοβάται ο Βαρλαάμ είναι ο λαός. Τον πιάνει πανικός… Πραγματικά, πριν του απαγγελθεί η καταδίκη, ίσως και για να την προλάβει, γυρεύει το λόγο και δημόσια ομολογεί την πλάνη του, ενώ αναγνωρίζει ότι τα βιβλία του Παλαμά εκφράζουν όλη την αλήθεια της Εκκλησίας. Ύστερα κι απ' αυτή την ομολογία, η Ιερά Σύνοδος καταδικάζει ως αιρετικές τις θέσεις του, μα δέχεται το αίτημα της συγνώμης του, με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι μετάνιωσε ειλικρινά για την αναστάτωση που προκάλεσαν στην Εκκλησία οι ιδέες του και ότι δε θα προβεί ξανά σε παρόμοιες ενέργειες…»
σ.α.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, επιχείρησε τότε να διορθώσει τον πλανεμένο Βαρλαάμ. Χωρίς να κατορθώσει να τον πείσει. Άρχισε έτσι ο Άγιος να γράφει επί τρία χρόνια θαυμάσιους λόγους κατά των συκοφαντιών και των ψευδολογιών του Βαρλαάμ, ο οποίος πήγε εκ νέου στην Κωνσταντινούπολη καταφέρνοντας να τους μεταστρέψει όλους στις κακοδοξίες του, ακόμα και τον Πατριάρχη, που παραλίγο να αρνιόντουσαν και την Ορθοδοξία. Ο Πατριάρχης τότε κάλεσε να προσέλθουν σε απολογία ως υπεύθυνοι οι Ορθόδοξοι κήρυκες, δηλ. ο Άγιος Γρηγόριος και οι ομόφρονές του.
Από το βιβλίο της Ζωής Καναβα «Με την προσευχή και τον κοντύλι» (εκδ. Αστέρος) επιλέγουμε αποσπασματικά την απολογία και τον θρίαμβο του Αγίου Γρηγορίου και της Ορθοδοξίας. «…Ίσως, αν δεν ερχόταν στο Βυζάντιο ο Βαρλαάμ, ν’ αναστατώσει την Εκκλησία με τις κακοδοξίες του, κανείς να μην είχε ασχοληθεί μαζί του και τ’ όνομά του να το γνώριζε μόνο ο Θεός. Μα ίσως ο Θεός να τα επέτρεψε όλα αυτά να γίνουν έτσι, για να επανευαγγελίσει τους ανθρώπους χρησιμοποιώντας τον Γρηγόριο, να ξανασκεφτούνε το σκοπό και το πραγματικό νόημα της ζωής και τι σημαίνει, εντέλει, να ζει κανείς με το Θεό…
»…Στην Παναγιά τη Βλαχερνιώτισσα, που ο Γρηγόριος θα εξηγήσει ενώπιον του Πατριάρχη και της Ι. Συνόδου τους λόγους που τον οδήγησαν στην αντιπαράθεση με το Βαρλαάμ και βέβαια θα παρουσιάσει και θα υποστηρίξει και τις δικές του θέσεις, έχουν κιόλας συγκεντρωθεί αρκετοί απ’ τους προσκεκλημένους. Είναι Επίσκοποι και μοναχοί και πρόσωπα με κοσμική εξουσία…
»… Κατόπιν ο Πατριάρχης καλεί το Βαρλαάμ να επαναλάβει και δημόσια τις καταγγελίες του εναντίον του Παλαμά και των ησυχαστών που τον υποστηρίζουν. Σηκώνεται όρθιος ο Λατίνος κι έπειτα από τις τυπικές προσφωνήσεις επαναλαμβάνει τις γνωστές θέσεις του, ότι οι μοναχοί αλλοιώνουν τα δόγματα της Εκκλησίας, θεωρούν ανωφελή την Αγία Γραφή και απορρίπτουν την επιστήμη ως βλαβερή, ενώ υποστηρίζουν ότι φτάνουν στη γνώση του Θεού χρησιμοποιώντας μια πολύ συγκεκριμένη τεχνική: την ομφαλοσκοπία.
Το ακροατήριο πείθεται από την ρητορική δεινότητα του λαοπλάνου Βαρλαάμ και δεν περιμένει καμία αντιλογία. Όμως, «…ξαφνιάζονται, όταν, κάποια στιγμή, ο Πατριάρχης καλεί το Γρηγόριο ν' απαντήσει σε όσα του καταμαρτυρεί ο Βαρλαάμ. Κι οι πιο πολλοί, εκτός από κάποιους μοναχούς, δεν περιμένουν κάτι σημαντικό να πει. Μα και η ίδια η παρουσία του Γρηγορίου φαίνεται ότι ενισχύει τούτη την προκατάληψη, θαρρείς και είναι το αρνητικό του Βαρλαάμ. Ο ένας με τον αέρα της αλαζονείας, της έπαρσης και της απόλυτης εμπιστοσύνης στον εαυτό του. Ο άλλος με το χαμηλό μπόι της ταπείνωσης και της τέλειας παραίτησης μπροστά στην παντοδυναμία του Θεού. Μήτε τα μάτια του δεν τολμά να σηκώσει για να κοιτάξει τους συνέδρους. Κι όταν αρχίζει να μιλά, μετά τις τυπικές προσφωνήσεις, θαρρείς και τους έχει λησμονήσει ολότελα κι απολογιέται μπρος στον αφέντη Χριστό και την Κυρία των Αγγέλων, που τον κοιτά με ιλαρότητα από την κόγχη του ιερού. Δε συνοδεύει με χειρονομίες μεγαλοπρεπείς τα λόγια του. Μιλά απλά. Και γι' αντιστύλια, σε αυτά που λέει, χρησιμοποιεί μόνο σκέψεις των Πατέρων της Εκκλησίας. Κι είναι σα να έχουν κατεβεί από την θριαμβεύουσα Εκκλησία όλοι οι Πατέρες και τον συμπαραστέκονται. Το ακροατήριο ξαφνιάζεται. Δεν ακούει αυτά που περίμενε. Κι είναι, τουλάχιστον οι περισσότεροι, άνθρωποι με γερή θεολογική παιδεία, μπορούν να κρίνουν. Μάλιστα, ο επίσκοπος Κυζίκου ο κυρ Αθανάσιος, φανερά ενοχλημένος, διακόπτει τον Παλαμά για να δηλώσει ότι τον παραπλάνησαν. Αυτό που του έδωσαν και διάβασε, ως δήθεν παλαμικές θέσεις δεν έχει καμιά σχέση με όσα ακούει. Φαίνεται κάποιοι, για λόγους άγνωστους, νόθεψαν τα γραπτά του και δημιούργησαν αυτή τη σύγχυση. Ανάλογη υποψία εκφράσανε και άλλοι αδελφοί και τα αισθήματα τους για τους δυο αντίδικους αρχίζουν ν' αλλάζουν. Μεγαλώνει το ενδιαφέρον τους για όσα λέει ο Γρηγόριος και στο τέλος όλοι παραδέχονται ότι με την ομιλία του Παλαμά ένιωσαν επιτέλους ότι αποτελούν Εκκλησία, δηλαδή σώμα Χριστού και όχι Εκκλησία του Δήμου. Όταν ολοκλήρωσε την απολογία του ο Γρηγόριος, ο επίσκοπος Φιλαδέλφειας σχολίασε συγκινημένος ότι κατ' οικονομία Θεού έγιναν όλα έτσι, για να δοξαστεί στην Εκκλησία το όνομα Του και ν' αντιδοξάσει το Γρηγόριο, που προσφέρθηκε να Τον υπηρετήσει με τόσην αυταπάρνηση. Μετά από αυτή την ολοφάνερη επιτυχία του Γρηγορίου, θα περίμενε κανείς το ζήτημα πια να λήξει. Εκείνοι όμως που το ξεκινήσανε, φαίνεται δεν ήταν ικανοποιημένοι με την τροπή που πήρε. Άλλα περίμεναν. Και πρώτος ο Πατριάρχης υποστήριξε ότι χρειάζεται, το δίχως άλλο, να συγκληθεί Συνοδικό Δικαστήριο και αυτό ν' αποφασίσει για το άδικο ή το δίκιο των δυο διαδίκων…
»…Η Σύνοδος αποφασίστηκε να πραγματοποιηθεί στο ναό της Αγίας Σοφίας. Το γεγονός αυτό δείχνει και τη σημασία που δίνουν στο ζήτημα. Για τούτο, από τα χαράματα της δεκάτης Ιουνίου, αρχίζει να μαζεύεται ο κόσμος, γέμισε όλος ο γύρω χώρος. Ο καθένας φιλοδοξεί να εξασφαλίσει μια θέση της προκοπής, για να δει τον αυτοκράτορα, ντυμένο, κατά πως η περίσταση το απαιτεί, μεγαλόπρεπα, να καταφτάνει με την ακολουθία του. Να δει και τον Πατριάρχη, με τους συνοδικούς επισκόπους και φυσικά το Βαρλαάμ και το Γρηγόριο, κι όλοι, Παλαμιστές και Βαρλαμίτες να επιδοκιμάσουν ή ν' αποδοκιμάσουν τη συνοδική απόφαση, ανάλογα με το ποιον θα δικαίωνε. Ό,τι εκλεκτότερο έχει να επιδείξει η Βασιλεύουσα στο χώρο του πνεύματος και της εξουσίας βρίσκεται μέσα στο ναό. Επίσκοποι κι ανώτεροι κληρικοί, ηγούμενοι των μεγαλύτερων μοναστηριών και γνωστοί γεροντάδες, που δεν έβγαιναν ποτέ από την ησυχία της ερήμου τους, είναι εκεί, και αξιωματούχοι της διοίκησης και του στρατού, συγκλητικοί και στρατηγοί, φιλόσοφοι γεμίζουν τη μεγάλη εκκλησία. Και καλόγεροι, που ίσως για πρώτη φορά άφησαν τη σκήτη και την αγαπημένη τους ησυχία, μέρες οδοιπόρησαν, για να συμπροσευχηθούν με τους συνοδικούς, να τους φωτίσει το Άγιο Πνεύμα και να μπορέσουν, με καθαρά μάτια να δούνε την αλήθεια.
Η έναρξη των εργασιών γίνεται από τον ίδιο τον αυτοκράτορα κι αυτός θέτει το πλαίσιο των θεμάτων, που θα τους απασχολήσουν. Ο Βαρλαάμ, με πονηριά, δοκιμάζει να το αγνοήσει και να στρέψει τη συζήτηση σε καθαρά δογματικά ζητήματα, ο Πατριάρχης αναγκάζεται να τον διακόψει… Οι εργασίες της Συνόδου συνεχίστηκαν, μα τελικά η εμφάνιση του Βαρλαάμ ήταν απογοητευτική, ακόμη και για τους φανατικότερους υποστηρικτές του. Αντίθετα, ο Γρηγόριος όλους τους συνεπήρε. Χωρίς φωνές και άπρεπους χαρακτηρισμούς, πολιτισμένα, περνά από τη θέση του κατηγορούμενου στη θέση του κατήγορου. Ο προσεγμένος λόγος του, που δεν αφήνει σημείο ατεκμηρίωτο, ο ήπιος τόνος της φωνής του και προπάντων οι συνεχείς αναφορές του στους Πατέρες, κάνουν τον αυτοκράτορα να κουνά, κάθε τόσο, επιδοκιμαστικά το κεφάλι του και τους ηγούμενους, όλους τους γεροντάδες, που τον παρακολουθούν συνεπαρμένοι, να μην μπορούν να συγκρατήσουν κάποια μικρά επιφωνήματα μεγάλου θαυμασμού και ανάγκης να δοξολογήσουν το Θεό για την παρουσία αυτού του αδελφού ανάμεσα τους. Τον θεωρούν δώρο θεόσταλτο. Για τούτο κι επικυρώνουν με την υπογραφή τους τον αγιορείτικο τόμο, όπου καταχωρήθηκαν όσα ειπώθηκαν σε τούτη τη Σύνοδο. Η καταδίκη των θέσεων του Βαρλαάμ φαίνεται βέβαιη. Αυτό θορυβεί τον Καλαβρό Βαρλαάμ, καθώς και ότι, σε ολονών τα μάτια, διαβάζει την αποδοκιμασία και την επιθυμία να τον ξεφορτωθούν το γρηγορότερο, για να βρει η Εκκλησία, επιτέλους, τη γαλήνη της…
»…Εκείνο όμως που περισσότερο φοβάται ο Βαρλαάμ είναι ο λαός. Τον πιάνει πανικός… Πραγματικά, πριν του απαγγελθεί η καταδίκη, ίσως και για να την προλάβει, γυρεύει το λόγο και δημόσια ομολογεί την πλάνη του, ενώ αναγνωρίζει ότι τα βιβλία του Παλαμά εκφράζουν όλη την αλήθεια της Εκκλησίας. Ύστερα κι απ' αυτή την ομολογία, η Ιερά Σύνοδος καταδικάζει ως αιρετικές τις θέσεις του, μα δέχεται το αίτημα της συγνώμης του, με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι μετάνιωσε ειλικρινά για την αναστάτωση που προκάλεσαν στην Εκκλησία οι ιδέες του και ότι δε θα προβεί ξανά σε παρόμοιες ενέργειες…»
σ.α.