-Τό ὄνομα “Ἕλλην” μετατρέπεται σέ θρησκευτικό καί ὄχι ἐθνολογικό ὄρο
Ἀπό τόν 1ο αἰώνα, τό ὄνομα «Ἕλλην» ἄρχισε νά προσλαμβάνη θρησκευτικό χαρακτήρα καί νά χαρακτηρίζη τούς εἰδωλολάτρες ἀνεξαρτήτως φυλῆς ἤ γλώσσας. Χαρακτηριστικό εἶναι ὅτι στό Κατά Μάρκον Εὐαγγέλιο περιγράφεται γυναίκα «Ἑλληνίς, Συροφοινίκισσα τῷ γενεῖ» [Κεφ. Ε΄, 26]. “Ἐθνικοί” καί Χριστιανοί χρησιμοποιούν πλέον τήν ἔννοια μέ θρησκευτική καί ὄχι ἐθνική σημασία (Τατιανός, Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς, Ἰωάννης Χρυσόστομος, Θεοδώρητος Κύρου, Ζώσιμος, Πορφύριος κ.λπ.).
Τόν 6ο αἰώνα ὁ Ἰωάννης Μόσχος χαρακτηρίζει ἔτσι τούς Ἄραβες, τόν 9ο αἰώνα ὁ Φώτιος ἀναφέρει ἔτσι τούς παγανιστές Ρῶς (πρίν ἐκχριστιανισθοῦν). Καί τόν 11ο αἰώνα ὁ Μιχαήλ Ψελλός ἀποκαλεῖ ἔτσι τούς Κινέζους (!).
Εἶναι λοιπόν πασιφανές ὅτι τά ὀνόματα «Ἕλλην» καί «Ἑλληνισμός» εἶχαν ἀπωλέσει παντελῶς τό ἐθνικό νόημά τους καί ἦσαν συνώνυμα μέ τήν ὁποιαδήποτε μορφή εἰδωλολατρικῆς θρησκείας. Τό γεγονός ἐπισημαίνουν τόσο ἡ Averil Cameron [«Ἡ ἀξία τοῦ Βυζαντίου» σελ. 126] ὅσο καί ἡ Gill Page. [«Οἱ Ἕλληνες πρίν τοῦ Ὀθωμανούς - Ὁ ἐθνισμός στό ὕστερο Βυζάντιο» σελ. 81]. Ὅπως γράφει ὁ Διονύσιος Ζακυθηνός: «τό ὄνομα Ἕλλην, συνδεθέν ἀπό τῶν πρώτων χριστιανικῶν χρόνων μετά τῆς θρησκευτικῆς ἐννοίας τοῦ ἐμμένοντος εἰς τήν παλαιάν θρησκείαν τῶν Ἑλλήνων, τοῦ εἰδωλολάτρου γενικώτερον, περιέπεσεν εἰς ἀφάνειαν» [«Βυζαντινή Ἱστορία 324 - 1071» σελ. 14-15] καί κατά τήν Ἑλένη Γλύκατζη - Ἀρβελέρ: «ὁ ὅρος “Ἕλλην” διαγράφεται σιγά - σιγά ἀπό τά πάτρια καί τίς μνῆμες». [«Ἑλληνισμός καί Βυζάντιο» Γενική Εἰσαγωγή στήν «Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους», Τόμος Ζ’ σελ. 12].
Ὅμως, ὅπως γράφει ὁ John C. Carr, μπορεῖ νά μήν αὐτοαποκαλοῦντο Ἕλληνες, ἀλλά «οἱ περισσότεροι Βυζαντινοί ὑπήκοοι, ἰδίως οἱ ἄρχουσες τάξεις, ἀναμφίβολα ἦταν». [«Ἡ Δυναστεία τῶν Κομνηνῶν» σελ. 11].
-Ἡ ἐθνολογική ἐξέλιξις τοῦ ὅρου “Γραικός” (4ος - 9ος αιώνας)
Ἡ ὀνομασία «Γραικός» θεωρεῖται ἀρχαιότερη τοῦ «Ἕλληνος» καί ὁ Ἀριστοτέλης γράφει ὅτι τά πανάρχαια χρόνια τήν Ἑλλάδα κατοικοῦσαν «οἱ καλούμενοι τότε μέν Γραικοί νῦν δ’ Ἕλληνες».[«Μετεωρολογικά» Α, 352b].
Οἱ ἀρχαῖοι Ρωμαῖοι ἀποκαλοῦσαν τούς Ἕλληνες ὡς «Graeci» -λατινική ἐκδοχή τοῦ «Γραικοί»- ὀνομασία πού ἐπικράτησε στήν Δύση μέχρι σήμερα. (Ἀπό αὐτήν προέρχεται καί τό σημερινό ἀγγλικό «Greeks», τό γαλλικό «Greks» κ.λπ. πού κατά λέξη σημαίνουν «Γραικοί» καί κατ’ οὐσίαν «Ἕλληνες»).
Ὅπως ἀποδεικνύει ὁ Ἠσύχιος ὁ Ἀλεξανδρεύς, τόν 5ο μ.Χ. αἰώνα τό ὄνομα “Γραικός” παρέμενε ταυτόσημο μέ τό ὄνομα “Ἕλλην”.[«Συναγωγή Πασῶν Λέξεων κατά Στοιχεῖον ἐκ τῶν Ἀριστάρχου καί Ἀπίωνος καί Ἡλιοδώρου», σελ. 359].
Καί ὅπως ἦταν φυσικό, ὅταν ὁ ὅρος «Ἕλλην» ἔγινε συνώνυμος τοῦ «εἰδωλολάτρη» ἀντικαταστάθηκε στήν ἐθνολογική σημασία του ἀπό τόν ὅρο «Γραικός». Ὅταν ὁ Πρίσκος ρωτᾶ κάποιον ἀπό τό περιβάλλον τοῦ Ἀττίλα πῶς μιλᾶ «τήν Ἑλλήνων φωνήν», τότε «γελάσας ἔφη Γραικός μέν εἶναι τό γένος».
Τόν 8ο αἰώνα, ἀπαραίτητη προϋπόθεση τῆς θυγατρός τοῦ Καρλομάγνου νά παντρευθῆ τόν Κωνσταντῖνο ΣΤ’, ἦταν -κατά τόν Θεοφάνη- νά διδαχθῆ τά «τῶν Γραικῶν γράμματα καί τήν γλῶσσαν».[Τελικά τό συνοικέσιο χάλασε καί ὁ γάμος δέν ἐτελέσθη].
Οἱ ἀναφορές τοῦ Θεοδώρου Στουδίτου, τοῦ Προκοπίου, τοῦ Κωνσταντίνου Ζ’ Πορφυρογέννητου, τοῦ Λέοντος Χοιροσφάκτου, τοῦ Γεωργίου Κεδρηνοῦ κ.ἄ. ἐπιβεβαιώνουν τόν Ν. Σβορῶνο πού γράφει ὅτι οἱ βυζαντινοί «χρησιμοποιοῦν ἤδη ἀπό τόν 6ο αἰώνα τόν ὅρο Γραικός, παλαιό ὄνομα τῶν Ἑλλήνων, ὅταν θέλουν νά δηλώσουν τήν ἑλληνική τους ἐθνότητα καί νά διακριθοῦν ἀπό τούς μή ἑλληνικούς πληθυσμούς τῆς Αὐτοκρατορίας». [«Τό Ἑλληνικό Ἔθνος: Γένεση καί Διαμόρφωση τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ», σελ. 61 - 62]. Καί ὁ Κ. Ἄμαντος γράφει: «Ὅταν ἔπρεπε νά γίνη ἀκριβεστέρα διάκρισις μεταξύ Ἑλλήνων καί ἄλλων πολιτῶν Ρωμαίων, ἐχρησιμοποιεῖτο τό παλαιόν ὄνομα Γραικός». [«Ἱστορία τοῦ Βυζαντινοῦ Κράτους» Τόμος πρῶτος, σελ. 39].
Ἀπό τόν 9ο αἰώνα ὡστόσο, ὁ ὅρος «Γραικός» δείχνει πρόσκαιρα νά περιορίζεται, ὡς ἀντίδραση ἀπέναντι στούς δυτικούς πού ἀπόκαλούσαν ἔτσι τούς βυζαντινούς. [Gill Page «Οἱ Ἕλληνες πρίν τούς Ὀθωμανούς - Ὁ ἐθνισμός στό ὕστερο Βυζάντιο» σελ. 84]. Ἐνδεικτική ἡ ὀργή τοῦ Νικηφόρου Φωκᾶ ὅταν ὁ πάπας τόν ἀποκάλεσε «Graecorum Imperatorem» (968). Τοῦτο δέν ὀφειλόταν σέ ἄρνηση τῆς ἐθνικότητός του, ἀλλά στήν πολιτική καπήλευση τοῦ ρωμαϊκοῦ τίτλου ἀπό τόν Όθωνα Α’.
-Ἡ σταδιακή ἐπαναφορά τοῦ ὄρου “Ἕλλην” μέ ἐθνολογική σημασία (9ος - 12ος αἰώνας)
Ἀπό τόν 9ο αἰώνα παρατηρείται αὐτό πού ὁ Paul Lemerle ἀποκαλεῖ «πρῶτο βυζαντινό οὐμανισμό» στό ὁμώνυμο ἔργο του, («Μυριόβιβλος» Φωτίου, Ἀρέθας Καισαρείας Θεόδωρος Στουδίτης Λέων ὁ Φιλόσοφος κ.α.)
Τον 10ο αἰώνα θά ἐξελιχθῆ κατά τόν H. W. Haussig σέ ἕναν «Ἑλληνικό Διαφωτισμό» [«Kulturgeschichte von Byzanz» σελ. 422], μέ τό κίνημα τοῦ “Ἐγκυκλοπαιδισμοῦ” ὡς ἐγχειρήματος ἀνακτήσεως καί διασώσεως τοῦ ἑλληνικοῦ παρελθόντος, («Ἐκλογαί» Κωνσταντίνου Ζ’ Πορφυρογεννήτου, Λεξικό ΣΟΥΔΑΣ, «Ἑλληνική (Παλατινή) Ἀνθολογία», «Φιλόπατρις ἤ Διδασκόμενος» κ.α.), μέ τό ὁποίο, ὅπως γράφει ὁ Charles Diehl, τό Βυζάντιο: «ἀπό πνευματική ἄποψη, βυθιζόταν μέ ὅλες τίς ρίζες του στό γόνιμο ἔδαφος τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδας» [«Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας», Τόμος Β’ σελ. 295].
Αὐτό θά ἀπόγειωθῆ κατά τόν 11ο αἰώνα ὁπότε ἔχουμε -κατά τόν Διον. Ζακυθηνό- τήν «ἐποχή ὠριμότητος τοῦ κλασσικοῦ Ἀνθρωπισμοῦ» [«Βυζαντινή Ἱστορία 324 - 1071» σελ. 511]. Παραδείγματα: Ἰωάννης Μαυρόπους, Ἀκριτικός Κύκλος, «Τό Ἆσμα τοῦ Ἀρμούρη» Ἰωάννης Ξιφιλίνος Μιχαήλ Ψελλός κ.α.
Ἔτσι, κατά τήν περίοδο τῆς μακεδονικῆς δυναστείας ἀναπτύχθηκε κατά τόν Sylvain Gouguenheim «ἕνας “ἑλληνοβυζαντινός πατριωτισμός”, βασιζόμενος στίς δύο θεμελιώδεις ἀρχές τῆς ἑλληνικότητας καί τῆς ὀρθοδοξίας», [«Ἡ Δόξα τῶν Ἑλλήνων» σελ. 71 - 72], ἐνῶ ἡ πνευματική ἀνασύνδεση μέ τήν ἀρχαία Ἑλλάδα κατά τήν Αἰκ. Χριστοφιλοπούλου «ἐξοικειώνει τούς λογίους μέ τόν ἑλληνισμό, ἀπόκαθαρμένον ἀπό τήν προκατάληψη τῆς εἰδωλολατρείας» καί ὁδηγεῖ στήν «ἐπαναφορά τῶν ὅρων Ἕλλην, Ἑλληνίς μέ τήν ἐθνολογική τους σημασία».[«Βυζαντινή Ἱστορία», Β2 σελ. 268], Τό ἴδιο παρατηρεῖ καί ὁ Sylvain Gouguenheim [«Ἡ Δόξα τῶν Ἑλλήνων» σελ. 55].
-Οι ρίζες του νεοελληνικού πρωτοεθνισμού (13ος - 15ος αιώνας)
Σέ ἐπόμενο ἅρθρο μας, θά ἐξετάσουμε τό πῶς, ἀρχικά ἡ πνευματική ἐλίτ ἀπό τοῦ 12ου αἰῶνος καί κυρίως ἡ ἅλωση τῆς Πόλεως ἀπό τούς Φράγκους τό 1204, θά σημάνουν πλήρως τήν ἐπαναφορά του ὅρου «Ἕλλην». (Νικήτας Χωνιάτης, Νικηφόρος Γρηγορᾶς, Θεόδωρος Μετοχίτης, Ἰωάννης Γ’ Βατάντζης, Πλῆθων Γεμιστός, Λαόνικος Χαλκοκονδύνης, Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος κ.α.)
Ενδεικτικά θα αναφέρουμε ότι -μετά την Άλωση της Πόλεως από τους Φράγκους το 1204 - στην Επιστολή του προς τον Πάπα Γρηγόριο Θ’ το 1237 ο Αυτοκράτωρ Ιωάννης Γ’ Δούκας Βατάτζης, παρότι υπογράφει ως «Ἰωάννης ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ πιστός βασιλεύς καί αὐτοκράτωρ Ῥωμαίων…», του γράφει ξεκάθαρα:
«στο δικό μας γένος των Ελλήνων βασιλεύει η σοφία, και με αυτήν ως πηγή παντού ανέβλυσαν σταγόνες (αυθ. κείμενο: “τε ἐν τῷ γένει τῶν Ἑλλήνων ἡμῶν ἡ σοφία βασιλεύει, καί, ὡς ἐκ πηγῆς ταύτης πανταχοῦ ρανίδες ἀνέβλυσαν”)…
….μαζί με την σοφία που βασιλεύει σε μας, κληροδοτήθηκε στο δικό μας γένος (σ.σ. των Ελλήνων) η κοσμική αυτή βασιλεία από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο… Διότι ποιος απ’ όλους αγνοεί ότι η κληρονομιά της διαδοχής του μεταβιβάστηκε στο δικό μας γένος και εμείς είμαστε οι κληρονόμοι και διάδοχοί του;
Σαφώς οι γενάρχες της βασιλείας μου… όλοι από γένη ελληνικά κατάγονται, (αυθ. κείμενο: “ἀπό γενῶν ἑλληνικῶν ἄρξαντας”) αυτοί λοιπόν του δικού μου γένους (σ.σ. του ελληνικού), επί εκατοντάδες ετών κατείχαν την αρχή της Κωνσταντινουπόλεως (αυθ. κείμενο: “οὗτοι γοῦν οἱ ἐκ τοῦ ἐμοῦ γένους, εἰς πολλάς ἐτῶν ἐκατοστύας τήν ἀρχή κατέσχον τῆς Κωνσταντινουπόλεως”)…»
Πρόκειται για ύμνο ελληνικής εθνικής αυτοσυνειδησίας που διακηρύττει ότι οι Έλληνες είναι οι νόμιμοι «κληρονόμοι και διάδοχοι» του τίτλου «των Ρωμαίων» πού τούς κληροδοτήθηκε από τον Μέγα Κωνσταντίνο και έκτοτε επί αιώνες η Κωνσταντινούπολις άρχεται «ἀπό γενῶν ἑλληνικῶν»!
Τον 13ο αιώνα μάλιστα, έχουμε την δημιουργία των πρώτων ελληνικών εθνικών κρατών της Νικαίας, της Τραπεζούντος και της Ηπείρου και δημιουργούνται οι ρίζες τοῦ νεοελληνικοῦ πρωτοεθνισμοῦ πού οδηγεί στην πρόσκαιρη απελευθέρωση της Βασιλεύουσας (1253) και ως φυσική πνευματική ἐξέλιξή του στήν Παλαιολόγεια Ἀναγέννησι η οποία θά διαποκῆ τόσο τραγικά τό 1453.
Εθνοτικά λοιπόν, το όνομα «Έλλην» είχε επανέλθει πανηγυρικά και συνταυτίζεται πολιτικά με το όνομα «Ρωμαίος». Γεγονός που επισφραγίζει ο εμψυχωτικός λόγος του τελευταίου ηρωϊκού Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου, προς τους υπερασπιστές της Πόλεως, λίγο πριν την Άλωσι του 1453: «…φανταστείτε πως παίρνετε μέρος σε κυνήγι αγριόχοιρων, για να καταλάβουν οι ασεβείς ότι δεν αντιμάχονται με ζώα χωρίς λογική, όπως είναι αυτοί, αλλά με άρχοντες, και αφέντες τους, και απογόνους των Ελλήνων και των Ρωμαίων». Αποκάλεσε δε την Κωνσταντινούπολι «καταφύγιον των χριστιανών, ελπίδα και χαρά όλων των Ελλήνων»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου