Η ΝΙΝΑ, ένα κοριτσάκι γύρω στα δέκα χρόνια του, ήταν τό τρίτο παιδί μιας οικογένειας πού ζούσε στο Δυτικό Κασάϊ. Τα δύο προηγούμενα αδελφάκια του, δύο αγοράκια, έχουν αφήσει πολύ νωρίς αυτό τον κόσμο, μικρά-μικρά, χαρίζοντας στη Νίνα τον τίτλο της μοναχοκόρης καί του μοναχόπαιδου. Η Νίνα έχει γεννηθεί από μια μητέρα πού είχε έντονα θρησκευτικά ενδιαφέροντα καί μάλιστα σε τέτοιο βαθμό, ώστε είχε ασπασθεί κάποια προτεσταντική αίρεση καί είχε γίνει καί... «παστόρισσα», (να πούμε ιέρεια). Όπως καταλαβαίνετε -είναι άλλωστε αυτονόητο- η Νίνα ακολουθούσε τη μητέρα της στη σύναξη των προτεσταντών. Όμως η καλή φήμη του σχολείου της Ορθόδοξης Ιεραποστολής έφερε το κοριτσάκι στα Ορθόδοξα θρανία. Από εκείνο το σημείο αρχίζει μια σειρά εσωτερικών καί εξωτερικών αναμορφώσεων. Αξίζει να τίς παρακολουθήσουμε.
Καθώς ο χρόνος περνούσε, η Νίνα άρχισε να δυστροπεί καί να μη θέλει να ακολουθεί τη μητέρα της στίς συνάξεις των προτεσταντών. Παρακολουθούσε όμως αδιάλειπτα -καίτοι αβάπτιστη- τις εκκλησιαστικές συνάξεις των Ορθοδόξων. Δεν πέρασε πολύς καιρός καί το κορίτσι ζήτησε να βαπτισθεί! Οι γονείς της, καί πιο πολύ η γιαγιά της, δεν ήθελαν ούτε να ακούσουν κάτι τέτοιο. Αυτό γιγάντωσε την επιθυμία της Νίνας να λάβει το άγιο Βάπτισμα. Ο πατέρας αναγκάστηκε να επανεξετάσει το αίτημα της κόρης τους καί πήρε την εξής απόφαση: «Τα δύο πρώτα μου παιδιά πέθαναν το ένα δύο ετών καί το άλλο ενός έτους. Η κορούλα μου έχει γίνει δέκα ετών. Ας βαπτισθεί, αφού το θέλει τόσο πολύ, μήπως καί πεθάνει καί αυτή»! 0ι υπόλοιποι της οικογένειας υποχώρησαν καί δέχτηκαν στενόχωρα την απόφασή του. Η Νίνα ευχαρίστησε ολόκαρδα καί τον Ουράνιο καί τον επίγειο πατέρα της, κατηχήθηκε καί σε λίγο καιρό, κρίθηκε έτοιμη για το Βάπτισμα. Συνεχίζει βέβαια καί πηγαίνει ανελλιπώς στα κατηχητικά μαθήματα καί φυσικά δεν λείπει ποτέ από τη θεία Λειτουργία καί θεία Κοινωνία των Κυριακών καί των εορτών. Σέ ένα από τα κατηχητικά μαθήματα, η Κατηχήτριά της μίλησε στα παιδιά για την Παναγία Μητέρα του Θεού καί Μητέρα μας καί στο τέλος του μαθήματος έδωσε σε κάθε παιδί μία χάρτινη μικρή εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Η ψυχή της Νίνας αισθάνθηκε μια βαθιά καί μυστική σχέση με το Πανάγιο Πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου Μαρίας καί γυρίζοντας στο σπίτι, τοποθέτησε την Ιερή εικόνα Της στο πιο ψηλό σημείο ενός ερμαρίου της τραπεζαρίας, προκαλώντας αρκετές αρνητικές αντιδράσεις στα υπόλοιπα πρόσωπα της οικογένειας. Επέμεινε όμως καί πέτυχε να μείνει η ιερή εικόνα της Θεοτόκου εκεί που την είχε τοποθετήσει.
Τις Κυριακές, η «παστόρισσα» μητέρα της Νίνας δέχονταν την επίσκεψη πολλών Προτεσταντών στο σπίτι της. Μόλις οι Προτεστάντες είδαν την εικόνα της Θεοτόκου έκαναν τα γνωστά σχόλια τους καί ζήτησαν να «εκθρονίσουν» τη Θεοτόκο από την οικογενειακή εστία της Νίνας. Η επιθυμία της Νίνας αποδείχτηκε καί πάλι υπέρτερη των προτεσταντικών απαιτήσεων. Οι γονείς της είπαν ότι είναι παιδική αξίωση καί δεν θέλουν να στενοχωρήσουν το κορίτσι τους, αφού, για τους ίδιους, αυτή η χάρτινη εικόνα δεν ήταν τίποτε το σημαντικό. Οι προτεστάντες έφυγαν στενοχωρημένοι καί προβληματισμένοι καί συζήτησαν με πολλούς δικούς τους τη σημειωθείσα αλλαγή στο σπίτι της «παστόρισσας»!
Την αμέσως επόμενη Κυριακή, ένας πάστορας, ανώτερος από τους άλλους, θέλησε να δει με τα δικά του μάτια το γεγονός καί συνοδευόμενος από μερικούς άλλους, χτύπησε την πόρτα του σπιτικού της Νίνας. Η «παστόρισσα» άνοιξε την πόρτα πρόθυμη να τους καλοδεχτεί. Τότε ο μεγάλος πάστορας της λέγει: «Δεν μπαίνω μέσα, γιατί εκεί επάνω έχει ένα ΟΠΛΟ»! Η «παστόρισσα» αρκετά προσβεβλημένη απάντησε: «Τι είναι αυτά πού λέγεις; Δεν υπάρχει όπλο στο σπίτι μας»! Ο πάστορας επέμεινε: «Εκεί ψηλά, υπάρχει ένα ΟΠΛΟ»! καί έδειξε το ερμάριο με την ιερή εικόνα, παραμένοντας έξω από την πόρτα. Η οικοδέσποινα του εξήγησε πώς εκεί υπάρχει μια μικρή χάρτινη εικόνα πού πήρε η κόρη της από το Κατηχητικό της, αλλ' εκείνος επέμενε ότι υπάρχει ένα ΟΠΛΟ! Στό τέλος πήρε τη συνοδεία του καί έφυγαν από το σπίτι πικραμένοι καί δυσαρεστημένοι, κρύβοντας με επιμέλεια καί την τρομάρα τους...
Αυτή η ομολογία του πάστορος καί η τρομάρα του μπροστά στην ιερή εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου, ήταν το μήνυμα του Θεού στην ψυχή της «παστόρισσας». Μια άγια ανησυχία φούντωσε στην καρδιά της: «Πώς είναι δυνατό μια τόση δα χάρτινη εικόνα να είναι «όπλο»; «Γιατί φοβήθηκαν οι πάστορες»; Ερωτήματα πού ζητούσαν άμεση απάντηση. Βρέθηκε λοιπόν ή ευλογημένη να περνάει την πόρτα της Ορθόδοξης Ιεραποστολής αυτή τη φορά, με διαφορετικό ύφος καί με τα μάτια καί τα αυτιά της ολάνοιχτα. Είχε αποκτήσει «ώτα του ακούειν» προς αφάνταστη χαρά της Νίνας. Εκεί, στη «Μισσιόνα», έκανε πολλές ερωτήσεις, πήρε απαντήσεις, έζησε το κλίμα του ιερού ναού, συγκινήθηκε μπροστά στην ιερή εικόνα της Θεοτόκου καί ζήτησε συγχώρηση για την κακοδοξία πού είχε πιστέψει καί για το πού τόσες φορές ξυλοφόρτωσε τη Νίνα της. Έκανε όμως παράπονα: «Τόσο καιρό πού με βλέπετε και έρχομαι στο σχολείο με την κόρη μου, είπατε τίποτε; Γιατί κρύβετε ένα τέτοιο θησαυρό;».
Η απάντηση ήταν εύκολη: «Εσείς κάνατε την «παστόρισσα» σε μια αιρετική σύναξη καί πιστεύατε ότι κατέχετε την αλήθεια. Μετά βίας δεχθήκατε να βαπτισθεί το κοριτσάκι σας. Πώς να σας βάλουμε σε πειρασμό; Ό,τι δεν κάναμε εμείς το έκανε το Άγιο Πνεύμα, σε συνεργασία με την άδολη καί αγνή ψυχή του παιδιού σας! Ας δοξάσουμε τον Κύριο καί Σωτήρα μας καί την Παναγία Μητέρα Του καί Μητέρα μας για το μεγάλο δώρο που σας έκαναν». Μετά από όλα αυτά, πήγε στους Προτεστάντες καί ομολόγησε πώς δεν πιστεύει πλέον τα δόγματα τους, έριξε μπροστά στα πόδια τους καί το ιερατικό της ένδυμα -ένα μαύρο φόρεμα- καί έτρεξε να γραφεί στον κατάλογο των κατηχουμένων της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Κάποιος από τους ιερείς του ναού, αναφώνησε σε βυζαντινό μέλος: «Ξένα καί παράδοξα τετέλεσται σήμερον...»!
+ Ιερομόναχος Αντώνιος Γρηγοριάτης
Από το Περιοδικό της Ορθοδόξου Ιεραποστολής «Πάντα τα έθνη»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου