Έπειτα από μια κοπιαστική ημέρα άλογων δοκιμασιών μια μονάχα εικόνα ταξιδεύει τη μεθυσμένη μου πολιτεία. Ο «Κυρ Μάριος» με το ατάραχο βήμα, τη γεμάτη καρπούς καρδιά.
Για μια δόση περνάει μπρος μου. Γυρνά με κοιτάζει, με κοιτάζει...ενώ χάνεται στο ροδόμαλλο ηλιόφεγγο. Δεν έχω συνέλθει και η ξαφνική μου ταραχή μεταβάλλεται σε απέραντη γαλήνη. Αλήθεια, μπορεί ο θάνατος να αγγίξει το “ωραίο”; Αναρωτιέμαι. Και να που έρχεται η “Δόξα” με την σμίλη της αιωνιότητας να αναστήσει το νεκρό σώμα του ασκητή, να χαρίσει πνοή στον ακούραστο αοιδό...
Ο θάνατος εδώ έχει τα φτερά της ζωής. Είναι γιορτή, χαρμόσυνο άγγελμα, μια ατελείωτη θεία μυσταγωγία. Το δώρο του Κυρίου σ’ όλους αυτούς τους ταπεινούς ήρωες που με μοναδικό όπλο την πίστη τους, με καρτερικότητα, παραδομένοι στο θείο θέλημα αξιώθηκαν τον παράδεισο επί γης. Τους αγγελικούς αυτούς αγωνιστές που με τελεία αυταπάρνηση μία ζωή “εν νηστεία και προσευχή” κονταροχτυπήθηκαν με κοπάδια θλίψεων για να καταλήξουν τέλος “καθαροί τη καρδία” στην αγκαλιά του Κυρίου.
Μια τέτοια θα λέγαμε ευγενική, χαριτωμένη μορφή, ίσως η τελευταία του βάρβαρου τούτου αιώνα είναι και ο γνωστός σε όλους μας κυρ Μάριος. Ο γραφικός “καλό-γερος” με την χαρακτηριστική μακριά λευκή γενειάδα, ο “κοσμοπολίτης” ερημίτης με τον παλιομοδίτικο σάκο και τα χοντροκομμένα αρβύλια.
Μεγαλωμένος με τη φτώχια στα πέτρινα χρόνια της κατοχής, σε μια νέα περίοδο δοκιμασιών για τον αδούλωτο ελληνισμό, ο Μάρκος Καλλιπολίτης (Μάριος) από νεαρή ακόμη ηλικία καλείται να σηκώσει τον δικό του δυσβάσταχτο σταυρό. Σκληρή εργασία, στερήσεις, περιφρονήσεις συνθέτουν το καθημερινό του σκηνικό. Ένας ατελείωτος Γολγοθάς. Ένας διαρκής αγώνας επιβίωσης. Δοσμένος “ψυχή τε και σώματι” στον λυτρωτή του Θεό, ο δια Χριστόν “πτωχός” γεράκος με την γλώσσα της καλοσύνης μιλάει στις καρδιές όλων αυτών που το έχουν ανάγκη.
Αλήθεια, πόσα έχω να πω και πόσα ακόμα να γράψω, που η γραφίδα αδυνατεί να πλάσει! Απλοϊκός, ολιγαρκής, σεμνός, άδολος, για όλους έχει και από έναν καλό λόγο. Με ασίγαστο ζήλο υπηρετεί την αλήθεια, με ειλικρίνεια στυλοβατεί το δίκαιο. Ένας ασώπαστος τροβαδούρος της αγάπης, με το πενιχρό του εισόδημα κοιτάει να καλύψει πρώτα τις ανάγκες των άλλων αφήνοντας πολλές φορές νηστικό τον ίδιο του τον εαυτό.
Με μια γωνίτσα κάπου στην Αγία Τριάδα μοιράζεται το φτωχικό του. Με στρωσίδι μια χαρτόκουτα, δίχως θέρμανση ως τα βαθιά γεράματα πορεύεται “εν μέσω χειμώνι”.
Ψυχούλα τρισευλογημένη, ο αειθαλής κυρ Μάριος των μεγάλων ασκητικών αγώνων (προσευχών, αγρυπνιών, εξαντλητικών νηστειών) καθημερινά φροντίζει και ένα ψαλτήρι. Από εσπέρας μέχρις πρωίας άλλοτε από το χορταρένιο του καλυβάκι, καλλωπίζοντας το με οκάδες δάκρυα, άλλοτε από τα γύρω βουνά δεν σταματά να δοξάζει, να υμνεί το όνομα του Τριαδικού Θεού. Πόσες φορές δεν θα τον βρει το πρώτο φως με πάγους σε όλο του το σώμα, στο πρόσωπο; Πόσες φορές με κάλλους στα γόνατα ημιλιπόθυμο στο βωμό της μετανοίας. Και τι δεν τράβηξε ο σπάνιος αυτός άνθρωπος. Και όμως, ούτε στιγμή δεν παραπονέθηκε, δεν θύμωσε, δεν παραιτήθηκε από τον αγώνα. Για να λάβει τέλος από τον Κύριο τον αμάραντο στέφανο της νίκης.
Καλό Παράδεισο εν Χριστώ Αδελφέ Μάριε.
(εκοιμήθη 01-03-2013)
Ποσειδών Γ. Γιαννακής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου