Περί της αποκρίσεως όπου δίδει η συνείδηση του κάθε ενός.
1. Ερωτώ την συνείδησή μου, για ποιο τέλος ο Θεός με έβαλε στον κόσμο; και μου αποκρίνεται, ότι με έβαλε δια να σωθώ.
2. Πόσα μέσα μου έδωκε δια να σωθώ; η συνείδησή μου αποκρίνεται, ότι μου έδωκε άπειρα κατά φύση και κατά χάρη.
3. Τι έκαμα εγώ έως τώρα δια να σωθώ; η συνείδησή μου αποκρίνεται, ότι έκαμα το χειρότερο οπού ήταν δυνατόν, σάν να εγεννήθηκα στον κόσμο δια να κολασθώ...
Εξομολογήσου αδελφέ, κατάκρινε το κακό οπού έκαμες και αποφάσισε να ζήσεις κατά τας εντολάς του Κυρίου, διότι ετούτη η ώρα ενδέχεται να είναι η ύστερη ώρα της ζωής σου, και πρόσφερε όλον τον εαυτό σου στον Θεό με τις δυνάμεις της ψυχής σου και με τις αισθήσεις του σώματός σου.
Περί της αποκτήσεως του Παραδείσου.
1. Ολίγον ζητεί από μένα ο Θεός, δια να μου δώσει τον Παράδεισο, φθάνει να φυλάξω τον νόμο του, νόμο ευκολότατο, νόμο δικαιότατο, νόμο γλυκύτατο.
2. Τούτο το ολίγον που ζητεί ο Θεός, το βοηθεί με την χάρη των εμπνεύσεών του, με την αξία του, με την δύναμη των παραδειγμάτων του.
3. Τούτο το ολίγον ο Θεός, το ανταποδίδει με αιώνιο βραβείο, λίγες θλίψεις και στενοχώριες, με αιώνιο και παντοτινή χαρά, λίγους κόπους, με αιώνιο μισθό, λίγα πάθη, με αιώνιο δόξα.
Λοιπόν δικαίως έχεις να κολασθείς, αν και δια τόσο λίγο αμελήσεις, και χάσεις τον Παράδεισο.
Περί της μετά την ανάσταση αθανασίας της ψυχής και του σώματος.
1. Κάθε άνθρωπος έχει να πάγει σ’ ένα τόπο της άλλης ζωής, μένοντας αθάνατος κατά την ψυχή και το σώμα, ή στον Παράδεισο, ή στην κόλαση, λοιπόν και εγώ. Τούτον τον τόπο κάθε ένας τον ετοιμάζει από τούτη την ζωή, ή με τα καλά έργα ή με τα κακά.
2. Ο διάβολος με λίγη ηδονή και απόλαυση προσωρινή με καλεί για να βάλω την αθανασία μου στην κόλαση, και συντρέχω.
3. Ο Κύριός μου φωνάζει να βάλω με λίγη μετάνοια την αθανασία μου στον Παράδεισο, και δεν συντρέχω, ω πόσο μωρός! ω πόσο άγνωστος είμαι εγώ!
Σήμερα στοχάσου συχνάκις την αθανασία σου, και δια να την λάβεις ευτυχή στον Παράδεισο, βάλε μεσίτη στον Θεό την Υπεραγία Θεοτόκο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου