του Ζαχαρίου Κλ. Ραπτόπουλου
Γεωγραφική θέση
Η Ιερά Μονή του Θεοβαδίστου όρους Σινά είναι ένα ορθόδοξο πνευματικό κέντρο με συνεχή πνευματική ζωή δεκατεσσάρων αιώνων. Βρίσκεται στην ομώνυμη χερσόνησο πού αποτελεί το σταυροδρόμι τριών Ηπείρων, της Ασίας, της Αφρικής καί της Ευρώπης. Δεσπόζει δε της θαλάσσιας οδού πού συνδέει τον Ινδικό ωκεανό με τη Μεσόγειο θάλασσα...
Ονομάζεται Σινά είτε διότι από τους προϊστορικούς χρόνους ελατρεύετο η θεά της Σελήνης Σίν, είτε διότι το σχήμα της χερσονήσου ομοιάζει με δόντι πού αραβικά ονομάζεται Σίν. Το έδαφος της χερσονήσου του Σινά είναι αμμώδες καί διακόπτεται από βραχώδεις οροσειρές. Παρ' όλο πού στην επιφάνεια του είναι άγονο εν τούτοις το υπέδαφος είναι πλούσιο σε πετρελαιοειδή. Το κλίμα είναι ξηρό. Μεγάλες θερμοκρασίες την ημέρα και πολύ κρύο τη νύκτα. Οι βροχές είναι σπάνιες. Το νότιο τμήμα της χερσονήσου του Σινά είναι βραχώδης (γρανιτώδης) και σ' αυτό διακρίνονται τρεις κορυφές ομωνύμων ορέων ήτοι του Σερβάλ (ύψος 2050 μ.) του Σινά ή Χωρήβ (ύψους 2244 μ.) καί του όρους της Αγ. Αικατερίνης (ύψους 2602 μ.).
Ο σκληρός αυτός τόπος, όλος γρανίτης, απότομα κομμένος, κοκκινωπός με διάφορες αποχρώσεις, χωρίς χώμα για βλάστηση χωρίς βροχές για πότισμα, έχει μια απάνθρωπη κι απόκοσμη μεγαλοπρέπεια. Σ' αυτόν τον «φοβερόν τόπον» ταίριαζε να φανερωθεί ο Θεός στον προφήτη Μωυσή καί να του δώσει «πλάκας λιθίνας γεγραμμένας τω δακτύλω του Θεού» με τις δέκα εντολές, για να πειθαρχήσει τον λαό των Εβραίων όταν τον οδηγούσε μέσα από αυτή την άνυδρη καί άκαρπη χερσόνησο του Σινά προς την Παλαιστίνη.
Οι κάτοικοι στην χερσόνησο του Σινά είναι πολύ λίγοι. Κάπου - κάπου συναντά κανείς μερικές καλύβες βεδουίνων οι οποίοι είναι νομάδες. Περισσότεροι ζουν στις οάσεις ή όπου υπάρχει λίγο νερό καί μερικά δένδρα.
Θρησκευτική αξία του Σινά στην Π.Δ.
Το όρος Σινά είναι γνωστό στην Αγία Γραφή διότι σ' αυτό κατέφυγε ο Μωϋσής μετά πού σκότωσε τον Αιγύπτιο για ν' αποφύγει την σύλληψη από τον Φαραώ. Εδώ συνάντησε τις κόρες του Ιερέα Ιοθόρ κοντά στο πηγάδι, πού σήμερα βρίσκεται στην αυλή της μονής στο Β. μέρος του καθολικού. Αφού τις βοήθησε καί πότισαν τα πρόβατά τους, τον κάλεσαν στο σπίτι τους όπου παρέμεινε αρκετό καιρό. Ο Μωϋσής κατά την παραμονή του στη γη Μαδιάμ νυμφεύθηκε την Σεμφώρα, κόρη του Ιερέα Ιοθόρ.
Εδώ «ώφθη αυτώ άγγελος Κυρίου εν πυρί φλογός εκ του Βάτου καί ορά ότι ο βάτος καίεται πυρί, ο δε βάτος ού κατακαίετο...» (εξ. 3,2) καί λαμβάνει την εντολήν από τον Θεό καί ηγείται του Ισραηλιτικού λαού καί με τη συμπαράσταση του Θεού διαβαίνουν κατά θαυμαστό τρόπο την Ερυθρά θάλασσα καί περνούν στην έρημο του Σινά (13ος αιώνας). Μετά από πορείαν πενήντα ημερών έφθασαν στους πρόποδες του Χωρήβ όπου καί στρατοπέδευσαν. Ο Μωϋσής κατόπιν εντολής του Θεού αφήνει τον λαόν του στην παρεμβολή καί ανεβαίνει στο όρος. Σαράντα μέρες καί σαράντα νύκτες νηστεύει καί καταξιώνεται να συνομιλήσει με τον Θεόν καί να πάρει τον Θεόγραφον Νόμον. Σχετικά η Π.Δ. περιγράφει ότι «το όρος Σινά εκαπνίζετο όλον, δια το καταβεβηκέναι τον Θεόν επ' αυτό» (Έξοδος ΙΘ' 18). Ο νόμος αυτός ή ο Δεκάλογος απετέλεσαν τα θεμέλια της θρησκευτικής καί κοινωνικής ζωής των Ισραηλιτών.
Στο ίδιο όρος εξακόσια χρόνια αργότερα κατέφυγε ο Προφήτης Ηλίας για ν' αποφύγει τον θυμόν του ασεβούς Αχαάβ καί της συζύγου του Ιεζάβελ. Εδώ ο Ηλίας αξιώθηκε να συνομιλήσει με τον Θεόν (Γ' Βασ. ΙΘ' 10• 15).
Θρησκευτική αξία του Σινά στη Χριστιανική εποχή
Από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους το Σινά γίνεται καταφύγιον των διωκομένων χριστιανών οι οποίοι καταφεύγουν στα απρόσιτα σπήλαιά του καί εκεί εν προσευχή καί νηστεία ανεζήτουν την τελειότητα. Η αγριότης του τοπίου, η έρημος, η σιωπή αλλά καί η πεποίθηση ότι δια της ασκήσεως ήτο δυνατόν να έλθει κανείς σ άμεση επαφή με τον Θεόν κατέστησαν το Θεοβάδιστον όρος τόπον οικήσεως αγίων ανδρών, Ασκητών καί Οσίων. Από του Γ' αι. ο μοναχικός βίος ακμάζει στην έρημο του Σινά. Η αθρόα προσέλευση εραστών της μοναχικής ζωής δημιουργεί μικρές μοναστικές κοινότητες κυρίως γύρω από τους ιερούς τόπους όπως η κορυφή του Χωρήβ, η Αγία Βάτος κ.λ.π. «ζώντες διεσπαρμένοι καί απερτείχιστοι» με σκληρούς αγώνες προς την άξενη φύση καί προς τους ειδωλολάτρες ημιαγρίους κατοίκους ηγωνίζοντο για την πνευματικήν τους τελείωση. Η ζωή τους ήταν δύσκολη, γεμάτη στερήσεις και κινδύνους κυρίως από τους ιθαγενείς, αλλά καί τους περαστικούς. Όμως η αυτάρκεια τους, η συνετή ζωή τους και προπαντός η αγάπη τους προς τον άνθρωπον τους κατέστησαν ιεραποστόλους με το παράδειγμα τους στον τόπο πού ζούσαν.
Περί το τέλος του Στ' αι. με φροντίδα των μοναχών κατασκευάσθηκε ένα υπέροχο έργο τέχνης, το Μωσαϊκό της Μεταμορφώσεως του Χριστού πού βρίσκεται στο ημιθόλιο της κόγχης του Ιερού. Η εικόνα είναι συμβολική αφ' ενός διότι επί του Όρους έγινε η Μεταμόρφωση του Χριστού καί αφ' ετέρου διότι η μεταμόρφωση της ζωής αποτελεί στόχον κάθε μοναχού αλλά καί κάθε πιστού. Πού θα εύρισκε κανείς πιο κατάλληλο χώρο από το Σινά όπου άνθρωποι αξιώθησαν να συνομιλήσουν με τον Θεόν; Άλλωστε καί οι δυο παρευρεθέντες κατά το σημαντικό τούτο γεγονός της ζωής του Κυρίου, ο Μωϋσής καί ο Ηλίας ο προφήτης, κατά την επίγειον ζωήν τους αξιώθηκαν επί του Σινά να συνομιλήσουν με τον Θεόν.
Από τότε αρχίζει το μοναστήρι να έχει ιστορία. Έως τις αρχές του 7ου αιώνα η περιοχή ανήκει στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία και στο σύντομο αυτό διάστημα γίνεται ένα από τα σημαντικότερα μοναστικά κέντρα της Ελληνικής Ορθοδοξίας. Περί το 630 αρχίζει η αραβική κατάκτηση της Αιγύπτου, αλλά οι μοναχοί της Μονής, με πολλή διπλωματική επιδεξιότητα, κατορθώνουν να διασώσουν, μέσα από τις μεγαλύτερες δυσχέρειες, αλώβητο το απόκοσμο μοναστήρι, εξασφαλίζοντας την ενεργητική προστασία του αλλόθρησκου κυρίαρχου της χώρας επί χίλια τριακόσια χρόνια, αρχίζοντας από τον Προφήτη Μωάμεθ, συνεχίζοντας με τους σουλτάνους της Τουρκίας καί της Αιγύπτου, έως σήμερα. Όταν χρειαζόταν, το Σινά είχε τη βοήθεια του Πάπα καί των ηγεμόνων της Δυτικής Ευρώπης, καθώς καί των ορθοδόξων ηγεμόνων της Ρωσίας καί των παραδουνάβιων χωρών. Το κύρος της Μονής ήταν τόσο, ώστε η σημαία της προστάτευε στις επικίνδυνες θάλασσες τα καράβια, ακόμη καί από τους πειρατές. Όσο κι αν είναι εκπληκτικό το κατόρθωμα, δεν είναι αδικαιολόγητο, γιατί την προνομιακή αυτή θέση η Μονή την κέρδισε αρχικά με την άμεση σχέση της με την Παλαιά Διαθήκη, αλλά τη θεμελίωσε με την πνευματική της παρουσία στον χριστιανικό κόσμο, γιατί εκεί έζησαν υποδειγματικά καί δημιούργησαν σημαντικό έργο πνευματικό, μεγάλες προσωπικότητες του ασκητισμού, ο Ιωάννης ο Σχολιαστικός, ο λεγόμενος «της Κλίμακας», οι τρεις Αναστάσιοι, ο Γρηγόριος, ο μέγας μυστικός, καί πολλοί άλλοι. Γράφονται καί συλλέγονται χιλιάδες χειρόγραφα καί εκτελούνται έργα τέχνης θαυμαστά σε αριθμό καί ποιότητα, τα περισσότερα, ειδικά για το μοναστήρι.
Όταν δε πληροφορήθησαν την παρουσίαν της βασιλομήτορος Ελένης στους Αγίους Τόπους το 330 μ.χ. ζήτησαν την προστασία της. Αυτή ανταποκρινόμενη στο αίτημά τους έκτισε μια μικρή Εκκλησία στον τόπο όπου ο θεόπτης Μωϋσής είδε την βάτο, την φλεγόμενη καί μη καιομένη. Ως γνωστό η βάτος αυτή συμβολίζει την Παναγία μας η οποία καί προ του τόκου καί μετά τον τόκον παρέμεινε Παρθένος. Τον ναόν αυτόν αφιέρωσε στην Ύπεραγία Θεοτόκο, την Παναγία μας. Έτσι η πρώτη μοναστική κοινότητα ζει περί την Αγίαν Βάτον καί δημιουργείται το πρώτο οργανωμένο μοναστικό κέντρο. Αργότερα ο Ιουστινιανός (527-565 μ.Χ.) διέταξε την ανοικοδόμησιν νέου μεγαλόπρεπους ναού αφιερωμένου στην Μεταμόρφωση του Χριστού, καί ισχυρού ψηλού πύργου πού να περικλείει καί τα κτίσματα της Αγίας Ελένης, καί όρισε μόνιμη εγκατάστασιν στρατιωτών για να προστατεύουν την Μονήν. Ελληνικές επιγραφές πάνω στις δοκούς του Ναού μνημονεύουν τα ονόματα του Ιουστινιανού καί της συζύγου του αυτοκράτειρας Θεοδώρας.
Περί το τέλος αυτής της περιόδου ο Θεός έκαμε θαυμαστόν δώρον στην Μονή τα λείψανα της Αγίας Αικατερίνης τα οποία ευρέθησαν εις μία των κορυφών του Σινά πού μέχρι σήμερα φέρει το όνομα της. Τα άγια λείψανά της φυλάγονται με σπουδή στην Μονή η ίδια δε τιμάται ως πολιούχος του Σινά. Έκτοτε η Ιερά Μονή Σινά είναι γνωστή καί ως Μονή της Αγίας Αικατερίνης.
Με την εμφάνισιν του Ισλαμισμού οι πατέρες της Μονής έστειλαν το 625 μ.Χ. πρεσβείαν στην Μεδίνα προς τον Μωάμεθ καί ζητούσαν πολιτική προστασία. Ο Μωάμεθ παρεχώρησε στην πρεσβεία τον περίφημον Αχτιναμέ (Διαθήκη) με τον οποίον διεκήρυσσε ότι οι Μουσουλμάνοι οφείλουν να υπερασπίζονται τους μοναχούς καί να μην εισπράττουν από αυτούς φόρους. Μεταξύ άλλων ο Αχτιναμές λέγει: «Όποιος από το έθνος μου θα παραβεί την υπόσχεση καί τον όρκο πού είναι σ' αυτή την συμφωνία (της προστασίας της Μονής) παραβαίνει την υπόσχεσιν του Θεού καί αρνείται τον όρκον του καί εναντιώνεται στο πρόσταγμα του, αντιστέκεται στην πίστη του (Μη γένοιτο Θεέ) αυτός αξίζει ν' αναθεματιστεί. (Όπου είναι των Σιναϊτών) εγώ είμαι μέσα σ' αυτούς, ο προστάτης καί φύλακάς των, καί όλων των πραγμάτων τους... γι' αυτό αυτά είναι μέρος μου καί τιμή μου».
Τούτο ο Μωάμεθ, επειδή δεν ήξερε γράμματα για να το υπογράφει το σφράγισε με την παλάμη του και το παρέδωσε στην πρεσβεία. Αργότερα ο Σουλτάνος Σελήμ ο Α' (1469-1520) πήρε το πρωτότυπο και το φύλαξε σαν κειμήλιο, έδωκε όμως επικυρωμένο αντίγραφο στη Μονή και ακόμα ένα Μπεράτη (έγγραφο) πού τους παραχωρεί μεγαλύτερα προνόμια.
Την Μονή και τα δικαιώματά της σεβάσθηκαν όλοι οι κατακτητές της χερσονήσου του Σινά. Τόσον οι Σταυροφόροι όσον και οι Μωαμεθανοί. Μάλιστα όταν ο Σελήμ ό Α' κατέλαβε την Αίγυπτο έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για την Μονή και ο Αρχιεπίσκοπός της απελάμβανε ιδιαιτέρας τιμής. Ο Ναπολέων όταν κατέκτησε την Αίγυπτο χορήγησε στη Μονή «Ασφαλιστήριο έγγραφον» καί έκτισε το Βόρειο τείχος της Μονής πού είχε γκρεμισθεί λόγω καταρρακτωδών βροχών.
Σήμερα η Μονή είναι θρησκευτικό καθίδρυμα ανεξάρτητο και αυτοκέφαλο. Είναι η μοναδική μονή πού διοικείται από ηγούμενο ο οποίος είναι αρχιεπίσκοπος. Χειροτονείται μεν από τον Πατριάρχην Ιεροσολύμων, διατηρεί δε το ανεξάρτητον και αυτοκέφαλον της Μονής.
Κειμήλια του Σινά
Η βιβλιοθήκη της μονής έχει 3.300 χειρόγραφα καί 5.000 έντυπα βιβλία μερικά από τα οποία ανήκουν στις πρώτες δεκαετίες της τυπογραφίας. Πολλά από τα χειρόγραφα είναι στην Ελληνική, αλλά καί σε άλλες γλώσσες. Υπάρχουν ειλητάρια, κοντάκια, χρυσόβουλλα καί έγγραφα μεγάλης ιστορικής αξίας, αυτοκρατορικά, πατριαρχικά, σουλτανικά.
Το σπουδαιότερο είναι ο Σιναϊτικός Κώδικας της Αγίας Γραφής πού γράφτηκε σε μεγαλογράμματη γραφή τα μέσα του Δ' αι. Σήμερα ο Σιναϊτικός κώδικας φυλάγεται σε ειδικό θάλαμο του Βρετανικού Μουσείου.
Ο Συριανός κώδικας πού είναι παλίμψητος του 400 μ.Χ. είναι ο σπουδαιότερος θησαυρός της Σιναϊτικής βιβλιοθήκης.
Επίσης σώζεται ιερόν Ευαγγέλιον του 717 μ.Χ. δώρον του βυζαντινού αυτοκράτορα Θεοδοσίου Γ' προς την Μονήν.
Άλλα κειμήλια είναι Αρχιερατικά άμφια, εξαρτήματα αρχιερατικών στολών δηλ. Μίτρες, ποιμαντορικές ράβδοι, σταυροί, εγκόλπια καί ιερά σκεύη. Μεταξύ αυτών υπάρχει άγιον ποτήριον από χρυσό και ασήμι, στολισμένο με διαμάντια καί μαργαριτάρια. Έχει ύψος 65 εκ. καί η διάμετρός του είναι 28 εκ. Το κάλυμμα του έχει μέγεθος μίτρας. Κατασκευάσθη το 1732 μ.Χ.
Πηγή: «Η Αγία Αικατερίνη και το Όρος Σινά» του Ζαχαρίου Κλ. Ραπτόπουλου, Θεολόγου – Λεμεσός Κύπρου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου