Μέρα μεσημέρι, ο Διογένης άναψε ένα φανάρι και τριγυρνούσε στην γεμάτη από ανθρώπους αγορά της Αθήνας, αναζητώντας να βρεί άνθρωπον! Αλλά τι είδος άνθρωπο ζητεί ο Διογένης; Αναρωτιέται ο Κερνίκης και Καλαβρύτων Ηλίας Μηνιάτης: «Δύο κατηγορίες ανθρώπων υπάρχουν. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι μορφή μόνο καί θεωρία ανθρώπου έχουν, και τούτοι είναι άνθρωποι κατά το εξωτερικό σχήμα και κατά το φαινόμενο. Όμοια είναι και τα λείψανα και τα αγάλματα και τα είδωλα των ανθρώπων, αλλά εσωτερικώς δεν έχουν καμία σχέση με τον άνθρωπο...
Μάλιστα συμπεριφέρονται ως άλογα ζώα, είτε στα πάθη, είτε στην αχρειότητα. Τέτοιους έβλεπε πολλούς ο Διογένης, αλλά δεν αναζητούσε τούτους. Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι εκτός από την ανθρώπινη μορφή καί θεωρία, έχουν και ανθρώπινη την φρόνηση και την αρετή, καί εσωτερικώς καί εξωτερικώς είναι καθ’ όλα λογικοί, φρόνιμοι και ενάρετοι, κατά αλήθεια άνθρωποι. Έναν εκ τούτων αναζητούσε ο Διογένης μέσα σε μια πολυάνθρωπη πόλη των Αθηνών και δεν τον εύρισκε. «Ζητώ άνθρωπον, ζητώ άνθρωπον»!
Και συνεχίζει ο λογιότατος Επίσκοπος: «Σε μια εποχή κατά την οποία λάμπει ως μεσημβρία η Ορθοδοξία, ανάπτω και εγώ τον λύχνο του Ευαγγελικού κηρύγματος, έρχομαι σε μια Εκκλησία γεμάτη από Χριστιανούς και ζητώ Χριστιανόν, ζητώ Χριστιανόν! Αλλά πως; Όλοι τούτοι, τους οποίους βλέπω εδώ και σε όλα τα άλλα μέρη, σε πόλεις, σε επαρχίες, σε χώρες, σε βασίλεια, στο περισσότερο μέρος της οικουμένης, δεν είναι Χριστιανοί; Είπομεν ότι δύο κατηγορίες Χριστιανών υπάρχουν. Υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι όνομα μόνο Χριστιανού έχουν. Χριστιανοί δηλαδή στα έξω και κατά το φαινόμενο, μόρφωση έχοντες ευσεβείας, όπως λέγει ο θείος Απόστολος Παύλος αλλά στα έσω δεν έχουν Χριστιανική ζωή. Μάλιστα έχουν ζωή εντελώς εναντία στη πίστη. «Έχοντες μόρφωσιν ευσεβείας, την δε δύναμιν αυτής ηρνημένοι» (Β΄Τιμ.γ΄5). Εκ τούτων βλέπω πολλούς, αλλ’ κανέναν εξ’ αυτών ζητώ. Υπάρχουν Χριστιανοί οι οποίοι μαζί με το όνομα έχουν και τα έργα, σύμφωνα με την πίστη έχουν και την ζωή. Και στα έσω, και στα έξω όλοι Ορθόδοξοι, κατά αλήθεια Χριστιανοί. Εκ τούτων ζητώ έναν σε μια πολυάριθμη πολιτεία των Χριστιανών και δεν βρίσκω. Ζητώ Χριστιανόν, ζητώ Χριστιανόν!
Περιπατώ από τόπο σε τόπο για τον βρω. Τον ζητώ μεταξύ των αρχόντων, εδώ όμως βλέπω μια υψηλόφρονα υπερηφάνεια. Δεν τον βρίσκω. Τον ζητώ στις αγορές ανάμεσα στους εμπορευομένους, αλλά και εδώ βλέπω μια αχόρταγη φιλαργυρία. Δεν τον βρίσκω. Τον ζητώ στις οδούς εν μέσω της νεότητος, δυστυχώς όμως εδώ βλέπω μια μεγάλη ασωτία. Δεν τον βρίσκω. Εξέρχομαι από την πόλη και τον αναζητώ μεταξύ των χωρικών, αλλά και εδώ ακούω όλα τα ψέματα του κόσμου. Δεν τον βρίσκω. Εξέρχομαι στο μέρος της θάλασσας, τον αναζητώ ανάμεσα στους ναύτες, ουαί όμως και αλλοίμονον! Εδώ ακούω τις πλέον φοβερές βλασφημίες. Δεν τον βρίσκω. Διαβαίνω στα στρατεύματα, τον αναζητώ μεταξύ των στρατιωτών, εδώ βλέπω την τελεία απώλεια. Δεν τον βρίσκω. Εισέρχομαι στις οικίες, τον ζητώ ανάμεσα στις γυναίκες, και εδώ τι βλέπω; Βλέπω παντρεμένες, χωρισμένες από τους άνδρες τους, να χαίρονται με τους μοιχούς, βλέπω ανύπανδρες να ζουν με τον μισθό της πορνείας. Βλέπω τιμημένες, αλλά να μη φαντάζονται άλλο, παρά στολισμό και ματαιότητα. Δεν βρίσκω μια Χριστιανή. Ήθελα να ανεβώ και πάνω στα παλάτια των μεγιστάνων και των εξουσιαστών, να δω και εκεί αν υπάρχουν κάποιοι Χριστιανοί, αλλά δεν τολμώ, φοβούμαι. Είναι και η κολακεία, η οποία παραφυλάει και δεν αφήνει να εισέλθει η αλήθεια.
Γι’ αυτό έρχομαι στην Εκκλησία, έως μέσα στο θυσιαστήριο, εδώ ελπίζω να βρω τον Χριστιανό, τον οποίο ζητώ, ανάμεσα σε τόσους Αρχιερείς και Ιερείς, σε τόσους Μοναχούς, σε τόσους ιερωμένους οι οποίοι είναι το έθνος το άγιο, το βασίλειο ιεράτευμα, οι διάδοχοι των Αποστόλων, οι έμψυχες εικόνες του Χριστού. Ελπίζω τώρα να βρω τον Χριστιανό, μάλιστα ένα Άγιο, ένα Ασκητή, ένα θαυματουργό, ένα διδάσκαλο, ένα Ιωάννη Χρυσόστομο, ή ένα μεγάλο φωστήρα της Εκκλησίας. Ζητώ, εξετάζω, στοχάζομαι, αλλά αλοίμονο τι βλέπω! Τι βλέπω; Εδώ βλέπω ανθρώπους στην έπαρση Εωσφόρους, στη φιλαργυρία Ιουδαίους, στα σαρκικά Επικούρους, στην αμάθεια ζώα, στην πονηρία δαίμονες. Δεν βρίσκω ούτε Άγιο, ούτε Ασκητή, ούτε θαυματουργό, ούτε διδάσκαλο. Δεν βρίσκω τον Χριστιανό, τον οποίο ζητώ.
Αλλά Πατέρες άγιοι! Αγαπητοί αδελφοί! Αυτό το Αγγελικό Σχήμα, το οποίο μας σκεπάζει, τι είναι; Είναι ενδύματα φαρισαϊκά καθ’ υπόκριση, για να πλανούμε τους ανθρώπους. Αυτός ο θείος χαρακτήρας της Ιεροσύνης την οποία έχουμε, τι είναι; Την μεταβάλαμε σε εμπορία, για να κερδίζουμε χρήματα. Αυτά δε, τα άχραντα Μυστήρια τα οποία αγγίζουμε, τι είναι; Ω αλλοίμονον! ή δεν το γνωρίζουμε ή δεν τα πιστεύουμε. Ω μεγάλη ντροπή της Πίστεως! Ω μεγίστη καταδίκη των Χριστιανών!
…Δεν σας έλεγα εγώ, ότι ανάμεσα σε τόσους Χριστιανούς ζητώ και δεν βρίσκω τον αληθινό Χριστιανό; «Πάντες εξέκλιναν, άμα ηχρειώθησαν, ουκ εστί ποιών χρηστότητα, ουκ έστιν έως ενός» (Ρωμ.γ΄12-ψαλμ.ιγ΄3,νβ΄4). Πάντες, Ιερωμένοι και λαϊκοί, άρχοντες και πτωχοί, άνδρες και γυναίκες, παιδιά, νέοι και γέροντες, εξέκλιναν από την Πίστη, ηχρειώθησαν στη ζωή: «ουκ εστιν έως ενός», ο οποίος να ζει καθώς πιστεύει… Χριστιανέ, καθώς η Πίστη σου είναι αληθινή και αγία, έτσι πρέπει να είναι και η ζωή σου. Αν αυτή δεν είναι καλή και αγία, μη ελπίζεις να σωθείς. Πρέπει να ζεις καθώς πιστεύεις και τότε ευχαρίστει τον Θεό για τρία πράγματα. Πρώτον, ότι είσαι Χριστιανός και όχι άπιστος. Δεύτερον, ότι είσαι Χριστιανός Ορθόδοξος και όχι αιρετικός. Και τρίτον, ότι είσαι Χριστιανός Ορθόδοξος, τόσο κατά την Πίστη, όσο κατά την ζωή και όχι κατά την Πίστη μόνο. Τότε έλπιζε να σωθείς, να απολαύσεις την Βασιλεία των Ουρανών. Αμήν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου