του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη
Ἡ γλῶσσα αὕτη, εἰς ἣν εἶναι γεγραμμένα τὸ τὲ Εὐαγγέλιον καὶ τὰ ἱερὰ ᾄσματα, ἔχει τὸ μοναδικὸν εἰς τὸν κόσμον προνόμιον να ἐξακολουθῇ καὶ μετὰ εἴκοσι αἰῶνας νὰ εἶναι ζωντανή, εἰς τὴν ἀκοὴ τουλάχιστον. Ἂς δοκιμάσῃ τις νὰ μεταφράσῃ ἓν τροπάριον εἰς τὴν δημώδη, καὶ τότε θὰ ἴδῃ ὅτι ἡ γλῶσσα ἥτις εἶναι ζωντανὴ εἰς τὰ ἡρωικὰ καὶ ἐρωτικὰ ᾄσματα τοῦ λαοῦ, εἶναι ψυχρὰ μέχρι νεκροφανείας διὰ τὰ τροπάρια. π.χ. «Ἀνοίξω τὸ στόμα μου, καὶ πληρωθήσεται πνεύματος...» Θ᾿ ἀνοίξω τὸ στόμα μου, καὶ θὰ γεμίση πνέμμα (ἢ πλέμμα, ἢ καὶ πλέγμα) καὶ λόγο θὰ βγάλω (διότι πῶς ἄλλως θ᾿ ἀποδοθῇ ἡ μεταφορὰ ἢ ἡ μετωνυμία τοῦ ἐρεύξομαι;). «Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σε τὴν Θεοτόκον...» Ἀξίζει ἀληθινὰ να σὲ καλοτυχίζουμε σένα τὴ Θεοτόκο, ποὺ εἶσαι πάντα καλότυχη, καὶ καθαρώτατη, καὶ μάννα τοῦ Θεοῦ μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου