31 Οκτωβρίου 2013

Ιδιότητες του Θεού

Πολλές ιδιότητες έχει ο Θεός που είναι ένα και το αυτό με τη φύση και την ουσία του, διότι ο Θεός δεν είναι σύνθετος από πολλά μέρη, αλλά απλός, και οι ιδιότητες που λέμε δεν είναι χωριστά η μία από την άλλη, αλλά αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο που δείχνει το άφθαστο μεγαλείο της ουσίας και της δόξας του Θεού. Τις διακρίνουμε όμως τις ιδιότητες του Θεού, όχι διότι, όπως είπαμε, αυτές διακρίνονται και άλλη είναι η μία, άλλη η άλλη, αλλά για να καταλάβουμε καλύτερα εμείς οι άνθρωποι τις θείες ενέργειες, με τις οποίες μας ευεργετεί ο Ύψιστος. Και πώς τις βρίσκουμε αυτές τις ιδιότητες του Θεού; Τις ανευρίσκουμε «ἐν τῇ τῶν πάντων ἀφαιρέσει καί ὑπεροχῇ καί ἐν τῇ τῶν πάντων αἰτίᾳ», όπως εκφράζονται για το ζήτημα αυτό οι άγιοι Πατέρες. Δηλαδή· αφαιρέστε κάθε ατέλεια από τα ανθρώπινα, προσθέστε κάθε τελειότητα και στον ύψιστο βαθμό στα θεία και θα βρείτε τις ύψιστες ιδιότητες του Θεού. Έτσι λέμε, ότι:...

α) Ο Θεός είναι πανταχού παρών

Αυτό θα πει, ότι παντού υπάρχει ο Θεός. Θα πει, ότι δεν υπάρχει μέρος της κτίσεως, από το οποίο να απουσιάζει ο Θεός. Και επομένως, ότι όλα τα βλέπει και τα ελέγχει ο Θεός. Τα πάντα, ορατά και αόρατα, και αυτά που βλέπονται και εκείνα που δεν βλέπονται, και όσα πιάνονται από τα μάτια και τα χέρια μας και τα αυτιά μας και όλες μας τις αισθήσεις. Και όσα δεν περνούν και από τη σκέψη μας ακόμα υπάρχουν και κινούνται μέσα στην παρουσία του Θεού και έξω από όλα και μέσα σε όλα είναι παρών ο Θεός και τα ερευνά και τα περιβάλλει και τα βλέπει και τα ελέγχει. Όλα. Και τα πλέον άγνωστα και απόκρυφα και μυστηριώδη. Δεν υπάρχει μέρος και πράγμα έξω από την παρουσία του Θεού. Το θεϊκό μάτι και αυτί και χέρι τα συλλαμβάνει όλα και τίποτε δεν του ξεφεύγει. Και όπως λέει η Γραφή· «οὐκ ἔστι κτίσις ἀφανὴς ἐνώπιον αὐτοῦ, πάντα δὲ γυμνὰ καὶ τετραχηλισμένα τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ» (Εβρ. δ’ 13). Και τα βάθη των καρδιών μας και αυτά φανερά στο Θεό είναι, αφού εκείνος «ἐτάζει καρδίας καί νεφρούς» (1).

β) Ο Θεός είναι παντογνώστης

Και φυσικά, αφού είναι πανταχού παρών, γνωρίζει και τα πάντα, όπως παραπάνω είπαμε, είναι επομένως και παντογνώστης. Γνωρίζει τα πάντα όχι ως παρελθόντα ή ως μέλλοντα, αλλά πάντα ως παρόντα. Γιατί; Διότι ο Θεός είναι άχρονος και χρόνος για το Θεό δεν υπάρχει. Δεν υπάρχει παρελθόν και μέλλον, παρά μόνο παρόν. Δεν υπάρχει για το Θεός χθες και αύριο, παρά μόνο σήμερα. Έτσι τα γνωρίζει όλα ως παρόντα, σαν να γίνονται τώρα και αυτά που έγινα πριν αιώνες και αυτά που θα γίνουν στο απώτερο, το απροσδιόριστο μέλλον. Δηλαδή τα γνωρίζει ο Θεός όλα αχρόνως, τελείως και αμέσως. «Ἁπλῶς καθορᾷ τά τε ἐνεστῶτα, τά τε παρελθόντα καί τά μέλλοντα, πρίν γενέσως αὐτῶν», και προτού να γίνουν, «ἀθρόως τά πάντα καί ἕκαστον ἐν μέρει (όλα μαζεμένα και το καθένα χωριστά) μιᾷ προσβολῇ προβλέπει», όπως λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Με μια ματιά συγχρόνως, όλα μαζί τα συλλαμβάνει και τα βλέπει (2).

γ) Ο Θεός είναι αιώνιος

Άλλη αυτή η ιδιότητα του Θεού η αιωνιότητα, ή καλύτερα η αϊδιότητα. Δηλαδή ο Θεός δεν περιορίζεται από χρόνο, μέσα σε 100 ή 1000 ή εκατομμύρια χρόνια. Ο Θεός είναι έξω από το χρόνο και υπεράνω του χρόνου, κύριος και εξουσιαστής του χρόνου. Γι’ αυτό και άχρονος, χωρίς χρόνο, και αΐδιος, πάντα ο ίδιος και αμετάβλητος λέγεται, χωρίς να μεταβάλλεται και να αλλάζει. Πάντοτε ο ίδιος, αγέραστος και ατελεύτητος. Δεν έχει αρχή, δεν έχει και τέλος. Αυτό θα πει αιώνιος και κυρίως αΐδιος. Και το μεν αιώνιος σημαίνει εκείνον, που έχει αρχή αλλά δεν έχει τέλος. Οι Άγγελοι και οι άνθρωποι είναι αιώνιοι, διότι έλαβαν αρχή, κάποτε, ενώ δεν υπήρχαν, έλαβαν ύπαρξη και δημιουργήθηκαν. Δεν έχουν όμως τέλος. Είναι ατελεύτητοι. Το αΐδιος θα πει πάντα ο ίδιος και ως προς το χρόνο, ούτε αρχή είχε ούτε τέλος έχει. Ως προς δε την ουσία, σημαίνει πως δεν αλλάζει ποτέ, παρά μένει πάντα ο ίδιος και αμετάβλητος. Τούτο εννοεί και ο ψαλμωδός, όταν λέγει στους ψαλμούς του· «κατ᾿ ἀρχὰς σύ, Κύριε, τὴν γῆν ἐθεμελίωσας, καὶ ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί· αὐτοὶ ἀπολοῦνται, σὺ δὲ διαμένεις, καὶ πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται, καὶ ὡσεὶ περιβόλαιον ἑλίξεις αὐτοὺς καὶ ἀλλαγήσονται· σὺ δὲ ὁ αὐτὸς εἶ, καὶ τὰ ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσιν» (Ψαλμ. ρα΄ 26-28). Και στον πθ’ ψαλμό (2-4). «πρὸ τοῦ ὄρη γενηθῆναι καὶ πλασθῆναι τὴν γῆν καὶ τὴν οἰκουμένην, καὶ ἀπὸ τοῦ αἰῶνος καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος σὺ εἶ. μὴ ἀποστρέψῃς ἄνθρωπον εἰς ταπείνωσιν· καὶ εἶπας· ἐπιστρέψατε υἱοὶ τῶν ἀνθρώπων. ὅτι χίλια ἔτη ἐν ὀφθαλμοῖς σου ὡς ἡμέρα ἡ ἐχθές, ἥτις διῆλθε, καὶ φυλακὴ ἐν νυκτί». Δηλαδή ο χρόνος εκμηδενίζεται εμπρός στο Θεό και δεν έχει καμία σημασία και επίδραση σε αυτόν. Όπως είναι έξω τόπου με την απανταχού παρουσία του ο Θεός, παρομοίως είναι και έξω χρόνου με την αιωνιότητά του. Γι’ αυτό και στην Αποκάλυψη λέγεται ο Θεός πως είναι «ὁ ὤν καί ὁ ἦν καί ὁ ἐρχόμενος» (Αποκ. α΄ 4). Δηλαδή εκείνος που υπάρχει και εκείνος που ανέκαθεν υπήρχε και εκείνος που πάντοτε θα υπάρχει και θα έρχεται για να επιβλέπει και να κρίνει τον κόσμο.
Μέσα στην ιδιότητα και την έννοια του αϊδίου υπάρχει και το αναλλοίωτος του Θεού. Με μία φράση το υποδηλώσαμε και προτήτερα. Τώρα το εξηγούμε σαφέστερα.

δ) Ο Θεός είναι αναλλοίωτος

Δεν αλλάζει ποτέ. Δε γίνεται, δεν είναι δηλαδή δυνατόν να γίνει από αθάνατος θνητός. Από αγαθός κακός. Από δίκαιος άδικος. Από εύσπλαχνος σκληρός, και απάνθρωπος από φιλάνθρωπος που είναι. Ούτε μπορούμε να εννοήσουμε σφάλμα στο Θεό και να πούμε, έσφαλε μεν ο Θεός, αλλά και μετανόησε. Επομένως άλλαξε γνώμη και διάθεση και τακτική. Μένει πάντοτε ο αυτός, ο ίδιος, και ως προς το χρόνο και ως προς την ουσία και αγιότητά του. Η Αγία Γραφή μιλά για το αναλλοίωτο του Θεού και μας το παρουσιάζει, όταν λέει με το στόμα του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου, ότι στο Θεό, τον Πατέρα των φώτων «οὐκ ἔνι παραλλαγή ἤ τροπῆς ἀποσκίασμα» (Ιακ. α΄ 17). Δεν υπάρχει ούτε μεταβολή στις σκέψεις και αποφάσεις του, ούτε τροποποίηση και αλλαγή στην κίνηση, σαν και αυτή που γίνεται με τη σκιά των πραγμάτων, που κινείται και αλλάζει και αυτή ανάλογα με τις κινήσεις του ήλιου και της σελήνης. Αναλλοίωτος μένει ο Θεός. Επίσης και στον ψαλμό 101 (στίχ. 26, 27), όπως αναφέρουμε και παραπάνω.
Θα πείτε ίσως. Είναι αναλλοίωτος ο Θεός και σε τίποτε δεν αλλάζει; Μα πώς τότε δεν είναι ο ίδιος στον κακό, όπως είναι στον καλό; Πώς τον κακό άνθρωπο τον οργίζεται και τον τιμωρεί, τον καλό όμως τον ευνοεί και τον ευλογεί; Να που είναι διαφορετικός στον ένα και διαφορετικός στον άλλο. Και έπειτα πώς, όταν μετανοήσουμε εμείς οι αμαρτωλοί, μετανοεί και Εκείνος και δε μας τιμωρεί, όπως απαιτεί η δικαιοσύνη του; Πώς είπε πριν από τον κατακλυσμό πως μετανόησε, γιατί έφτιαξε τον άνθρωπο πάνω στη γη, αφού τόση εξαχρείωση παρουσίασε, και μετά τον κατακλυσμό πάλι είπε πως δε θα καταστρέψει τον κόσμο άλλη φορά με κατακλυσμό; (Γεν. στ΄ 6, 7, η΄ 21, θ΄ 11). Και πάλι στην περίπτωση της Νινευή είπε στον προφήτη Ιωνά, πως θα καταστρέψει όλη την πόλη, έπειτα όμως, όταν οι Νινευίτες μετανόησαν, μετανόησε και ο Θεός και δεν τους κατάστρεψε; (Ιωνά γ΄ 10). Να λοιπόν που αλλάζει ο Θεός και μεταβάλλεται. Να που αλλάζει αισθήματα, αποφάσεις, γνώμες και πράξεις. Πού είναι, λοιπόν, το αμετάβλητο και αναλλοίωτο του Θεού; Η απάντηση που δίνουμε στην απορία αυτή είναι τούτη. Πράγματι ο Θεός ποτέ δεν αλλάζει, αλλά μένει αναλλοίωτος σε όλα του. Η αντίληψη αυτή, ότι ο Θεός αλλάζει, είναι γνώμη και αντίληψη ανθρώπινη. Εμείς οι ατελείς άνθρωποι, που διαρκώς αλλάζουμε γνώμες και αισθήματα, εκλαμβάνουμε και του Θεού τις ενέργειες ως μεταλλαγή. Όπως αποδίδουμε στον Θεό μάτια και χέρια και πόδια, ενώ εμείς έχουμε τέτοια, όχι όμως και ο Θεός, έτσι τα δικά μας παθήματα και τις δικές μας αλλαγές τις αποδίδουμε και στο Θεό. Ως προς το ζήτημα τούτο παρατηρεί και η Αγία Γραφή, ότι «οὐχ ἄνθρωπός ἐστι τοῦ μετανοῆσαι αὐτός  (ο Θεός)», αλλά μένει σταθερός και αμετάβλητος σε αυτά που αποφάσισε και είπε πως θα πράξει, «μή δυνάμενος ἀρνήσασθαι ἑαυτόν» (Α΄ Βασιλ. ιε΄ 29 και Β΄ Τιμόθ. β΄ 13) (3).

ε) Ο Θεός είναι παντοδύναμος

Δηλαδή άπειρη είναι η δύναμή του. Ο άνθρωπος μπορεί να έχει μια κάποια δύναμη. Η δύναμή του όμως αυτή είναι μικρή, όσο μεγάλη και αν φαίνεται, είναι περιορισμένη. Του Θεού όμως η δύναμη είναι απεριόριστη και ο Θεός τα πάντα μπορεί, όσο δύσκολα και αδύνατα και αν φαίνονται. Αυτό θα πει παντοδύναμος. Θα πει και παντοκράτορας, δηλαδή κρατεί στα χέρια του και εξουσιάζει τα πάντα, τα επουράνια και τα επίγεια. Η άπειρη δύναμη του Θεού, δηλαδή η παντοδυναμία του, φαίνεται στη δημιουργία του κόσμου, τον οποίο δημιούργησε με μόνο το λόγο του. Φαίνεται, ακόμη πιο πολύ στη σωτηρία του ανθρώπου, ο  οποίος παρότι έπεσε στην εξουσία του σατανά με την αμαρτία του και καταδικάστηκε σε αιώνια κόλαση, Εκείνος τον έσωσε, καταργώντας το θάνατο, καταπατώντας το διάβολο με τη σταύρωση και την ανάσταση του ενανθρωπήσαντος Υιού του. Φαίνεται ακόμη και σε πολλά θαύματα που κάνει χάρη της σωτηρίας του ανθρώπου και τα οποία με θαυμασμό και έκπληξη βλέπει και παρακολουθεί ο άνθρωπος. Και τότε αναφωνεί· «μέγας εἶ, Κύριε, καί θαυμαστά τά ἔργα σου» και λέει το του Ευαγγελίου· «τά ἀδύνατα παρά ἀνθρώποις δυνατά ἐστί παρά τῷ Θεῷ» (Ματθ. ι΄ 27).
Η Αγία Γραφή σε πολλά μέρη κάνει λόγο για τη παντοδυναμία του Θεού. Με μεγάλο θαυμασμό και βαθειά ευλάβεια λέει ο πολύαθλος Ιώβ προς το Θεό· «Οἶδα (γνωρίζω) ὅτι πάντα δύνασαι· ἀδυνατεῖ δέ σοι οὐδέν». Όλα σου είναι δυνατά, Θεέ μου, και τίποτε δεν σου είναι αδύνατο (Ιώβ μβ΄ 2). Ο αρχάγγελος Γαβριήλ λέει προς την Παρθένο την ημέρα του Ευαγγελισμού της προκειμένου να δώσει απάντηση στην απορία της πώς, ενώ αυτή είναι παρθένος, θα γεννήσει υιό. «Οὐκ ἀδυνατήσει παρά τῷ Θεῷ πᾶν ρῆμα» (κάθε πράγμα, όσο μεγάλο και δύσκολο και αν φαίνεται στα μάτια των ανθρώπων, στο Θεό δύσκολο δεν είναι) (Λουκ. α΄ 37). Και ο προφήτης Ησαΐας για να παραστήσει την παντοδυναμία του Θεού ρωτά· «Τίς ἐμέτρησε τῇ χειρὶ τὸ ὕδωρ καὶ τὸν οὐρανὸν σπιθαμῇ καὶ πᾶσαν τὴν γῆν δρακί; τίς ἔστησε τὰ ὄρη σταθμῷ καὶ τὰς νάπας ζυγῷ;» (Ης. μ’ 12). Δηλαδή· Ποιος με το χέρι του μέτρησε τα νερά τω ν ποταμών και των θαλασσών και όλων των ωκεανών; Ποιος μέτρησε με τη σπιθαμή του τον ουρανό και με τη χούφτα του το χώμα της γης; Ποιος έστησε με μέτρο τα βουνά της γης και με τη ζυγαριά τα απέραντα δάση της; Ποιος; Κανείς άνθρωπος. Μόνος ο Θεός σαν παντοδύναμος. Για να μας δείξει, τέλος, η Αγία Γραφή την απεριόριστη δύναμη του Θεού τον ονομάζει, όπως είπαμε, και Παντοκράτορα, όπως και εμείς στο Πιστεύω μας λέμε, ότι πιστεύουμε σε «πατέρα, παντοκράτορα», τον αποκαλεί φοβερό, ισχυρό, εξουσιαστή, πάσης δυνάμεως δυνάστη και με πολλά άλλα χαρακτηριστικά παριστάνει παντοδύναμο το Θεό. Δηλαδή στον άνθρωπο πολλά, όλα σχεδόν αδύνατα. Στο Θεό τίποτε, αλλά τα πάντα δυνατά.
Θα ρωτήσει κανείς και εδώ· δεν υπάρχει κάτι που να είναι αδύνατο στο Θεό; Υπάρχει. Ποιο; Το ψεύδος και η αμαρτία. Ο Θεός δεν μπορεί να αμαρτήσει, όπως αμαρτάνουμε εμείς οι άνθρωποι. Ο Θεός δεν μπορεί να πει το ψεύδος, όπως το λέει ο διάβολος, και κατά παρακίνηση του διαβόλου και εμείς οι άνθρωποι. Ο Θεός δεν μπορεί να αρνηθεί τον εαυτό του και να πει πως δεν είναι αληθινός και άγιος Θεός και κύριος του παντός. Το λέει ρητώς η θεία Γραφή· «ἀδύνατον ψεύσασθαι Θεόν» (Εβρ. στ΄ 18) και ο Θεός «πιστός μένει· ἀρνήσασθαι ἑαυτόν οὐ δύναται» (Β΄ Τιμ. β΄ 13)· δεν μπορεί να αρνηθεί τον εαυτό του και να πει· δεν υπάρχω. Να πούμε όμως και τούτο· ναι μεν ο Θεός πάντα δύναται, αλλά κάνει όσα θέλει. Δεν μπορεί να κάνει το κακό, διότι δεν το θέλει το κακό. Θέλει μόνο το αγαθό. Και γι’ αυτό πάντα μόνο το καλό κάνει, και όπως το λέει ο άγιος Δαμασκηνός· «Ὁ Θεός μέν ὅσα θέλει δύναται, οὐχ ὅσα δέ δύναται θέλει· δύναται γάρ ἀπολέσαι τόν κόσμον, οὐ θέλει δέ». Ο Θεός δηλαδή μπορεί να καταστρέψει τον κόσμο, αλλά δεν θέλει, και γι’ αυτό δεν τον καταστρέφει(4).

στ) Ο Θεός είναι πάνσοφος

Η ιδιότητα αυτή του Θεού, η θεία πανσοφία είναι αχώριστη από τη θεία παγγνωσία και προέκταση αυτής, είναι, ας πούμε, «η ηθικοπρακτική πλευρά της θείας παγγνωσίας». Τι είναι τώρα η θεία πανσοφία; Είναι η ιδιότητα που έχει ο Θεός να βρίσκει και ορίζει τα άριστα και τέλεια μέσα προς επιτυχία των αρίστων σκοπών. Υπάρχει άνθρωπος σοφός, όπως ο Θεός; Κανείς. Ούτε άνθρωπος ούτε Άγγελος. Η Αγία Γραφή ονομάζει το Θεό «μόνον σοφόν» (Α΄ Τιμ. α΄ 17). Και στην προς Κολασσαείς· «ἐν ᾧ (στο Θεό δηλαδή) πάντες οἱ θησαυροί τῆς σοφίας καί τῆς γνώσεως ἀπόκρυφοι» υπάρχουν (Κολασ. β΄ 3). Και ο σοφός Σολομών λέει· ότι «ὁ Θεός τῇ σοφίᾳ ἐθεμελίωσε τήν γῆν, ἡτοίμασε δέ οὐρανούς φρονήσει» (Παροιμ. γ΄ 19). Και ο Δαβίδ γεμάτος θαυμασμό προς τα έργα του Θεού ανακράζει· «Ὡς ἐμεγαλύνθη τά ἔργα σου, Κύριε, πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας» (Ψαλμ. ργ΄ 24). Τέλος ο απόστολος Παύλος αναφωνεί· «Ὦ βάθος πλούτου καὶ σοφίας καὶ γνώσεως Θεοῦ! ὡς ἀνεξερεύνητα τὰ κρίματα αὐτοῦ καὶ ἀνεξιχνίαστοι αἱ ὁδοὶ αὐτοῦ! τίς γὰρ ἔγνω νοῦν Κυρίου; ἢ τίς σύμβουλος αὐτοῦ ἐγένετο;» (Ρωμ. ια΄ 33, 34). Με άλλα λόγια· Τι μέγα και ασύλληπτο που είναι τι βάθος της σοφίας και της γνώσεως του Θεού, με την οποία οδηγούνται όλα στον άριστο σκοπό τους! Τι πλούτος που είναι η γνώση του Θεού! Πόσο ανεξερεύνητοι είναι για μας τους ανθρώπους οι κρίσεις και αποφάσεις του Θεού! Ποιος ποτέ γνώρισε τι σκέπτεται ο Θεός; Ποιος ποτέ μπήκε στο νου και τη σκέψη του Θεού, για να γνωρίσει τις αποφάσεις του; Ποιος έγινε σύμβουλος και καθοδηγός του; Κανείς. Διότι όλοι είναι άσοφοι και μωροί και μόνος ο Θεός είναι σοφός και συνετός. Και είναι αλήθεια, ότι η πανσοφία του Θεού φαίνεται στα έργα της δημιουργίας του, τα μεγάλα και τα μικρά, και στα πιο μικρά, τα ελάχιστα ακόμη. Κυρίως όμως φαίνεται στον τρόπο, με τον οποίο έσωσε τον αμαρτωλό άνθρωπο. Συνδύασε τη δικαιοσύνη και την αγάπη του στη σταυρική θυσία του Θεανθρώπου Υιού του κα έτσι έσωσε τον κόσμο. Άριστο μέσο προς άριστο σκοπό. Γι’ αυτό και ο Απόστολος ονομάζει «πολυποίκιλη» τη σοφία του Θεού· «ἵνα γνωρισθῇ νῦν ταῖς ἀρχαῖς καὶ ταῖς ἐξουσίαις ἐν τοῖς ἐπουρανίοις διὰ τῆς ἐκκλησίας ἡ πολυποίκιλος σοφία τοῦ Θεοῦ» (Εφες. γ΄ 10). Με τον τρόπο, δηλαδή, με τον οποίο έσωσε ο Θεός τον αμαρτωλό άνθρωπο γνωρίζεται και στους Αγγέλους ακόμη η σοφία του Θεού, που είναι πολυποίκιλος και εφευρετική. Εμφανίζεται με πολλές μορφές και με πολλά μέσα. Και στους σκοπούς , τα μέσα και τα σχέδια της θείας σοφίας «ἐπιθυμοῦσιν ἄγγελοι παρακῦψαι» (Α΄ Πέτρ. α΄ 12). Έκπληκτοι στέκουν οι Άγγελοι του Θεού και θαυμάζοντας τα μέσα και τα σχέδια του Θεού, με τα οποία οδηγεί στη μετάνοια και σωτηρία τους ανθρώπους, επιθυμούν να τα βλέπουν, να τα παρακολουθούν, να εγκύπτουν σε αυτά, για να διδάσκονται και εννοούν ποια, πόσο βαθιά και εφευρετική είναι η σοφία του Θεού. Αυτή είναι η πανσοφία του Θεού και αυτό θα πει ο Θεός είναι Πάνσοφος.

ζ) Ο Θεός είναι άγιος

Άγιος και Πανάγιος και εν αγίοις αναπαυόμενος. Και τι θα πει, ο Θεός είναι άγιος; Θα πει, ότι ο Θεός είναι ελεύθερος και καθαρός από κάθε ηθική ατέλεια. Ότι είναι ξένος προς κάθε αμαρτία. Ότι μισεί και αποστρέφεται το κακό, το πονηρό και φαύλο, και αγαπά μόνο το αγαθό και δίκαιο. Από αυτά βγαίνει ότι ο Θεός και θέλει και πράττει πάντοτε το αγαθό. Σε πολλά μέρη της Αγίας Γραφής εξαίρεται η αγιότητα του Θεού και λέγεται ο Θεός άγιος και πηγή αγιότητας. Ο προφήτης Ησαΐας είδε τους Αγγέλους να τριγυρίζουν το θρόνο του Θεού και να του ψάλλουν· «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαββαώθ, πλήρης πᾶσα ἡ γῆ τῆς δόξης αὐτοῦ» (Ησ. στ΄ 3). Ο ίδιος ο Θεός ονομάζει τον εαυτό του άγιο και καλεί και τους ανθρώπους να γίνουν άγιοι, κατά το παράδειγμα το δικό του· «Ἅγιοι γίνεσθε, λέει, ὅτι ἅγιός εἰμι ἐγώ Κύριος ὁ Θεός ὑμῶν» (Λευΐτ. ιθ΄ 2). Και ο απόστολος Πέτρος την ίδια πρόσκληση απευθύνει σε εμάς τους Χριστιανούς και μας λέει· «κατὰ τὸν καλέσαντα ὑμᾶς ἅγιον καὶ αὐτοὶ ἅγιοι ἐν πάσῃ ἀναστροφῇ γενήθητε» (Α΄ Πέτρ. α΄ 15). Πρέπει δε να πούμε, ότι λέγονται μεν και οι Άγγελοι άγιοι, υπάρχουν δε και άνθρωποι άγιοι, και γίνονται άγιοι με την χάρη του αγίου Θεού. Αλλ’ η αγιότητα, Αγγέλων και ανθρώπων, είναι μια ωχρά σκιά μπροστά στην αγιότητα του Θεού. Αυτή είναι πλήρης, απόλυτη και ασύγκριτη, γι’ αυτό και η αγιότητα του Θεού είναι και πηγή αγιότητας και για τα πλάσματα του Θεού. Επομένως κανείς, κανείς άγιος όπως είναι ο Θεός. Το λέει ρητώς η Γραφή· «οὐκ ἔστιν ἅγιος ὡς Κύριος, καὶ οὐκ ἔστι δίκαιος ὡς ὁ Θεὸς ἡμῶν· οὐκ ἔστιν ἅγιος πλήν σου.» (Α΄ Βασιλ. β΄ 2). Από μικροί συνηθίσαμε στην προσευχή μας να αποκαλούμε το Θεό άγιο· «Άγιος ο Θεός, λέμε, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος· ελέησον ημάς». Και στην εκκλησία ψάλλουμε· «Ἅγιος Κύριος ὁ Θεός ἡμῶν· ὑψοῦτε Κύριον τόν Θεόν ἡμῶν καί προσκυνεῖτε τῷ ὑποποδίῳ τῶν ποδῶν αυτόῦ, ὅτι ἅγιός ἐστιν».

η) Ο Θεός είναι δίκαιος

Από την αγιότητα πηγάζει και η δικαιοσύνη του Θεού. Στοιχείο απαραίτητο της αγιότητας η δικαιοσύνη. Ο Θεός είναι δίκαιος, διότι είναι άγιος. Μεγάλο κακό είναι το άδικο, η αδικία. Αφού δε ο Θεός μισεί και αποστρέφεται το κακό και ποτέ δεν το ανέχεται, γι’  αυτό είναι και δίκαιος και δεν ανέχεται την αδικία. Για αυτό λέει και η θεία Γραφή· «δίκαιος Κύριος, καὶ δικαιοσύνας ἠγάπησεν, εὐθύτητας εἶδε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ.» (Ψαλμ. ι΄ 7). Ακόμη, ότι ο Θεός είναι «κριτής δίκαιος καί ἰσχυρός» και «δίκαιος ἐν πάσαις ταῖς ὁδοῖς αὐτοῦ», δίκαιος σε όλες του τις κρίσεις, σε όλες του τις αποφάσεις, δίκαιος σε όλα του τα έργα. Γι’ αυτό και «κρινεῖ (θα κρίνει) τήν οἰκουμένην ἐν δικαιοσύνῃ καί λαούς ἐν εὐθύτητι» (Ψαλμ. ζ΄ 11, ι΄ 8). Έχει δε δύο όψεις και πλευρές η δικαιοσύνη του Θεού. Η πρώτη, ότι ο Θεός είναι δίκαιος νομοθέτης. Δεν θέτει στους ώμους των ανθρώπων φορτία βαριά και δυσβάστακτα. Δίνει νόμους στους ανθρώπους και οι νόμοι του είναι σοφοί και δίκαιοι. Δεν ζητεί υπέρογκα πράγματα. Ζητεί δυνατά και ελαφρά και ωφέλιμα. Δίκαιος Θεός, δίκαιοι νόμοι. Είναι έπειτα και δίκαιος κριτής. Η δεύτερη πλευρά της δικαιοσύνης του. Παρακολουθεί, εποπτεύει, εξελέγχει τις πράξεις και τα έργα των ανθρώπων. Και κρίνει δίκαια όλα αυτά, δίκαια και αντικειμενικά και αμερόληπτα. Δεν χαρίζεται σε κανένα. Κρίνει τον άνθρωπο κατά τα έργα του. Και τιμωρεί τον κακό και άδικο. Αμείβει όμως και προστατεύει τον καλό και δίκαιο. Και στον κόσμο τούτο πολλές φορές ενεργεί η δικαιοσύνη του Θεού, και δίκαια κρίνει και δίκαια αποφασίζει και αποδίδει δικαιοσύνη, είτε με καταδίκη του κακού είτε με ανταμοιβή του αγαθού. Στην άλλη ζωή όμως θα θριαμβεύσει πέρα ως πέρα η δικαιοσύνη του Θεού, θα αποδώσει στον καθένα ό,τι του αξίζει. «Κατά τά ἔργα», όπως είπαμε, και «κατά τήν πρᾶξιν αὐτοῦ». Στον αγαθό και ενάρετο τη χαρά της αιωνίου ζωής. Στον κακό την αιώνια κόλαση. Έτσι θα αποκαταστήσει την ηθική τάξη και αρμονία στον κόσμο.

θ) Ο Θεός είναι αγαθός, πανάγαθος

Ο Θεός είναι αγαθός και μάλιστα πανάγαθος. Και τούτο ακριβώς διότι είναι αγάπη. Η αγάπη ως εξωτερίκευση και πρακτική εκδήλωση προς τα δημιουργήματά του είναι η αγαθότητα του Θεού. Ο Θεός είναι αγαθός διότι αγαπά, είναι όλος αγάπη, όπως και στην περί αγάπη του Θεού παράγραφο είπαμε. Και επειδή είναι αγαθός ο Θεός, εκδηλώνει και σκορπίζει σε όλο τον κόσμο, σε όλα τα δημιουργήματά του τα αγαθά του και ακριβώς αγαθότητα αυτό θα πει, ότι ο Θεός έχει όλα τα αγαθά —υλικά και πνευματικά— δικά του και στη διάθεση και εξουσία του. Και ακόμη αγαθότητα είναι η ιδιότητα και αρετή του Θεού τα αγαθά του να μην τα κρατά για τον εαυτό του. Και αισθάνεται χαρά, ευφροσύνη, αγαλλίαση ο Θεός να δίνει, να ευεργετεί και να δίνει, να δίνει, χωρίς να τσιγκουνεύεται, να μοιράζει πλούσια τα αγαθά του σε όλα μεν τα δημιουργήματά του, ιδιαιτέρως όμως στους ανθρώπους, σε όλους τους ανθρώπους. Στους πιστούς και αγαθούς. Αλλά και στους αδίκους και αμαρτωλούς. Δεν έχει προτιμήσεις και δεν κάνει διακρίσεις. Όπως το είπε ο Κύριος στο Ευαγγέλιό του. Είπε, ότι ο Θεός είναι τόσο ευσπλαχνικός προς όλους, ώστε «τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους.» (Ματθ. ε΄ 45). Και χορηγεί η αγαθότητα του Θεού πλούσια τα αγαθά του στον κόσμο, για να κάνει ευτυχισμένα όλα τα πλάσματά του, ιδιαιτέρως τους ανθρώπους. Να τους καθιστά ευτυχισμένους και στην παρούσα επίγεια ζωή. Ασυγκρίτως όμως στη μέλλουσα αιώνια ζωή, όπου τους καλεί να γίνουν μέτοχοι της δικής του θείας μακαριότητας και ζωής. Και προς τούτο τους χορηγεί πλούσια τα πνευματικά του αγαθά, την πίστη, την προσευχή, την αλήθεια και γνώση του αγίου του Ευαγγελίου, τη χάρη των αγίων του μυστηρίων. Η Αγία Γραφή σε πολλά μέρη της διακηρύττει την αγαθότητα και ευσπλαχνία του Θεού. Λέει στους ψαλμούς· «οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος·» (Ψαλμ. ρβ΄ 8). Για αυτό απευθύνεται στο Θεό ο προφήτης και λέει· «ἀνοίγεις σὺ τὰς χεῖράς σου καὶ ἐμπιπλᾷς (γεμίζεις και χορταίνεις) πᾶν ζῷον εὐδοκίας.» (Ψαλμ. ρμδ΄ 16). Δίνεις όλα τα αγαθά σου με το παραπάνω, με απλοχεριά. Ανοίγεις το ευσπλαχνικό χέρι σου και τα σκορπίζεις σε όλα τα ζωντανά τα πλούσια αγαθά σου. Γιατί; Για να έχουν άφθονα τα μέσα της συντήρησής τους. Και γι’ αυτό «πάντα πρὸς σὲ προσδοκῶσι, δοῦναι τὴν τροφὴν αὐτῶν εἰς εὔκαιρον. δόντος σου αὐτοῖς συλλέξουσιν» (Ψαλμ. ργ΄ 27, 28). Και «χρηστός (ευεργετικός) ὁ Κύριος τοῖς σύμπασι καί οἱ οἰκτιρμοί αὐτοῦ ἐπί πάντα τά ἔργα αὐτοῦ», διότι «ὁ Θεός (είναι) ὁ διδούς ζωήν καί πνοήν καί τά πάντα» (Πράξ. ιζ΄ 25), όλα τα αγαθά του σε όλη τη δημιουργία. Σε όλη και σε όλους, ιδιαιτέρως στους πτωχούς, τους πένητες· «ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν, ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ (η καλοσύνη του) μένει εἰς τόν αἰῶνα». Και όπως κάνει ο Θεός, κάνουν και του Θεού οι αγαθοί άνθρωποι. Και οι λόγοι αυτοί του ψαλμωδού αναφέρονται και στους αγαθούς και πονετικούς ανθρώπους. Και η αγαθότητα αυτή του Θεού, που τόσο πλούσια εκδηλώνεται σε όλα τα κτίσματά του, ιδιαιτέρως διατρανώνεται στον άνθρωπο, για να τον προστατεύει σε όλες τις ανάγκες και τις θλίψεις της ζωής του, όλως ιδιαιτέρως δε στο να τον σώσει από την αμαρτία, το ηθικό τούτο κακό, και πανευτυχή να τον οδηγήσει στον Παράδεισο. Για αυτό ο Θεός, καθώς ο ίδιος ο Κύριος το λέει· «οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον.» (Ιωάν. γ΄ 16). Η εξιλαστήρια αυτή θυσία του Υιού του είναι η πιο τρανή και συγκινητική εκδήλωση και απόδειξη της αγάπης, της αγαθότητας, της ευσπλαχνίας του Θεού προς τον άνθρωπο.

ι) Ο Θεός είναι πιστός και αληθινός

Αυτά θα πουν: Ο Θεός την αλήθεια πάντοτε κατέχει, την αλήθεια ή καλύτερα, αυτός είναι η αλήθεια, και την αλήθεια αγαπά και την αλήθεια προς όλους λέει. «Ὁ λόγος ὁ σός ἀλήθειά ἐστί», δεν είπε ο Κύριος στον Πατέρα του κατά την αρχιερατική του προσευχή; Πιστός, πιστότητα πάλι θα πει, ότι ο Θεός μένει πάντα πιστός στο λόγο του και καθετί, που λέει και υπόσχεται, το κάνει, το πραγματοποιεί με μεγάλη τάξη και ακρίβεια τέλεια. Και εκείνος αλήθεια και ο λόγος του είναι αλήθεια και κάθε υπόσχεσή του βγαίνει αληθινή, διότι την εκτελεί. Οι άνθρωποι συνήθως ψεύδονται και αθετούν τους λόγους και τις υποσχέσεις τους. Ο Θεός όμως πάντοτε «πιστός μένει». Και λέει η Γραφή· «γενέσθω δέ ὁ Θεός ἀληθής, πᾶς δ’ ἄνθρωπος ψεύστης». Και ονομάζεται «ὁ ἀψευδής Θεός», ο «Θεός τῆς ἀληθείας», ότι ο λόγος του «εἶναι ἀλήθεια» και ότι «ἡμεῖς (οι άνθρωποι) ἐάν ἀπιστοῦμεν (αθετούμε το λόγο μας και παραβαίνουμε τις υποσχέσεις μας), ἐκεῖνος πιστός μένει». Ακριβώς και γι’ αυτόν το λόγο εμείς οι άνθρωποι πρέπει να έχουμε όλη μας την εμπιστοσύνη στους λόγους και τις υποσχέσεις του Θεού. Απόλυτα να πιστεύουμε, ότι καθετί που μας υπόσχεται (τον άρτο τον επιούσιο, τη συγχώρεση των αμαρτιών μας, εφόσον μετανοούμε, την ουράνιο βασιλεία του, εφόσον την ποθούμε και εκτελούμε με προθυμία το άγιο θέλημά του) θα μας τα δώσει. Και αν μας φαίνεται κάποτε πως αργεί να εκπληρώσει τις υποσχέσεις του, να αναμένουμε με υπομονή και ελπίδα, διότι οπωσδήποτε θα τις εκπληρώσει, πάντοτε όμως στον κατάλληλο καιρό, για να έχουμε ωφέλεια και όχι βλάβη. Και τούτο ακόμη. Ότι όπως ο Θεός ο Πατέρας μας είναι πιστός στο λόγο του και σε όλα του αληθινός, παρομοίως και εμείς τα παιδιά του σε όλα μας να είμαστε πιστοί και δίκαιοι και αληθινοί.
________________________________
(1) Ας προσθέσουμε εδώ και τα Γραφικά χωρία, που δείχνουν την πανταχού παρουσία του Θεού. Πρώτο του Ψαλμωδού· «ποῦ πορευθῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός σου καὶ ἀπὸ τοῦ προσώπου σου ποῦ φύγω; ἐὰν ἀναβῶ εἰς τὸν οὐρανόν, σὺ ἐκεῖ εἶ, ἐὰν καταβῶ εἰς τὸν ᾅδην, πάρει· ἐὰν ἀναλάβοιμι τὰς πτέρυγάς μου κατ᾿ ὄρθρον καὶ κατασκηνώσω εἰς τὰ ἔσχατα τῆς θαλάσσης, καὶ γὰρ ἐκεῖ ἡ χείρ σου ὁδηγήσει με, καὶ καθέξει με ἡ δεξιά σου.»  (Ψαλμ. ρλη’ 7-10). Έπειτα του Προφήτου Ιερεμίου· «Μή οὐχί τόν οὐρανόν καί τήν γῆν πληροῖ ὁ Κύριος;». Αλλά και ο ιερός Χρυσόστομος λέει απευθυνόμενος προς το Θεό και αυτός, όπως ο Δαβίδ· «Πάντα πληροῖς (ω Θεέ μου), πᾶσι πάρει, οὐ κατά μέρος ἀλλ’ ὁμοῦ πᾶσιν ὅλος». Όλα τα γεμίζεις με την παρουσία σου, παντού είσαι παρών, όχι λίγος εδώ και λίγος εκεί, αλλ’ όλος ο Θεός είσαι πανταχού παρών και πληρείς τα πάντα. «Πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρών». Γεμίζεις τα πάντα. Έτσι, πού να πάω για να μπορέσω να κρυφτώ από το πνεύμα και την παρουσία σου; Να ανεβώ στον ουρανό; Μα εκεί ζεις και βασιλεύεις Συ. Να κατεβώ στον Άδη; Κι εκεί είσαι παρών. Εάν πάρω φτερά και σηκώσω τα φτερά μου αυτά πρωί-πρωί, ώστε κανείς να μη με δει, και στήσω τη σκηνή στα πιο βαθιά μέρη της θάλασσας, και εκεί το χέρι σου θα με οδηγήσει και θα με πιάσει η δεξιά σου, για να με στηρίξει και με προστατεύσει.
(2) Στο ζήτημα τούτο είναι πολλοί που θέλουν να δικαιολογούν τα πονηρά έργα τους και προφασιζόμενοι «προφάσεις εν αμαρτίαις» λένε. Αυτή η πρόγνωση του Θεού δεσμεύει την ελευθερία μου και εγώ δεν μπορώ να κάνω αλλιώς παρά, όπως η πρόγνωση του Θεού ορίζει. Προβλέπει ο Θεός πως θα γίνω κλέφτης. Γίνομαι γι’ αυτό κλέφτης. Γίνομαι φονιάς. Γίνομαι φαύλος και χωρίς να το θέλω. Απλώς και μόνο, γιατί ο Θεός το προείδε και το προόρισε. Λάθος και μεγάλο λάθος και βλασφημία πολλή. Δεν γίνομαι κακός και φαύλος, γιατί ο Θεός το προείδε και το προόρισε. Το προείδε ο Θεός, γιατί εγώ μόνος μου, με τη δική μου θέληση και προτίμηση θα γινόμουνα τέτοιος και επειδή και τα μέλλοντα για το Θεό είναι παρόντα, όπως είπαμε, γι’ αυτό λέμε ότι το προείδε και το προόρισε ο Θεός. Ως προς τούτο λέει και ο ιερός Δαμασκηνός· «Ἡ μέν πρόγνωσις τοῦ Θεοῦ… οὐκ αὔτή ἐστιν ἡ αἰτία τοῦ γενέσθαι πάντως τό ἐσόμενον· ἀλλ’ ὅ μέλλομεν ποιεῖν τότε ἤ τόδε προγινώσκει». Δηλαδή δεν κάνουμε αυτά που θέλουμε κατ’ ανάγκη, γιατί τάχα μας σπρώχνει σε αυτά η πρόγνωση του Θεού, αλλ’ επειδή πρόκειται εμείς με όλη μας την ελευθερία , γιατί έτσι το θέλουμε, να κάνουμε τούτο ή εκείνο, το καλό ή το κακό, γι’ αυτό το προγνωρίζει ο Θεός. Και εξαιτίας αυτού φέρουμε και ακέραιη την ευθύνη των πράξεών μας. Επομένως συνεχίζει ο ίδιος Πατήρ· «οὕτω τό ἐσόμενον ὑφ’ ἡμῶν οὐκ ἐκ τοῦ Θεοῦ τήν αἰτίαν ἔχει, ἀλλά τό αὐτεξούσιον ἡμῶν θέλημα». Δηλαδή· έτσι αυτό που θα γίνει από μέρους μας δεν έχει την αιτία του στο Θεό, αλλά στο αυτεξούσιό μας θέλημα. Όχι επειδή τάχα το ήθελε ο Θεός το κάναμε, αλλά γιατί το θέλαμε εμείς. Αιτία των πράξεών μας το δικό μας το θέλημα.
(3) Λέει και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. «Ἄτρεπτον τό θεῖον… Μεταμελεῖσθαι λέγεται ἐκ τῶν καθ’ ἡμᾶς… Ἡμεῖς γάρ ὅταν δῶμεν τινί πλοῦτον καί κακῶς ἐκεῖνος χρήσεται μεταμελούμεθα. Οὕτως τοῦ Θεοῦ τόν ἄνθρωπον ποιήσαντος καί τόν Σαούλ χρίσαντος εἰς βασιλέα καί ἁμαρτησάντων αὐτῶν, μεταμελεῖσθαι λέγομεν οὐ τοῦ Θεοῦ μεταμεληθέντος, προῄδει γάρ τό ἐσόμενον, ἀλλά τούτων ἄξια μεταμελείας πραξάντων». Δηλαδή· Ο Θεός είναι άτρεπτος, δεν τρέπεται, δεν γυρίζει ούτε προς τα εδώ ούτε προς τα εκεί. Το να λέγεται ότι ο Θεός μετανόησε, αυτό είναι δικός μας λόγος και ανθρώπινη έκφραση. Και παράδειγμα τούτο. Όταν δώσουμε σε κάποιον χρήμα πολύ και κακώς το διαχειρισθεί σε γλέντια και διασκεδάσεις και κατασπαταλήσει με ασωτείες τον πλούτο, τότε μετανοούμε και λέμε, τι ήταν αυτό που κάναμε! Έτσι μιλάμε, με ανθρώπινη γλώσσα, και για τα έργα του Θεού. Ο Θεός έφτιαξε τον άνθρωπο αναμάρτητο, και ο άνθρωπος έπεσε στην αμαρτία. Ο Θεός έχρισε και κατέστησε το Σαούλ βασιλιά του Ισραήλ. Και ο Σαούλ αποδείχθηκε ανάξιος. Λέμε όμως εμείς τώρα, ότι μετανόησε ο Θεός. Αυτό δεν θα πει πως ο Θεός άλλαξε γνώμη και μετανόησε. Ο Θεός ήξερε, γιατί το προείδε το τι θα γίνει με αυτούς. Αλλά με το να λέμε, μετανόησε ο Θεός, θέλουμε να πούμε πως αυτοί έκαναν πράγματα, για τα οποία έπρεπε να μετανοήσουν.
(4) Αυτά σημαίνουν «ότι ο Θεός μπορεί όσα μπορεί να θελήσει». Η δύναμη του Θεού δεν επεκτείνεται μόνο σε όσα θέλει, διότι είναι απεριόριστη η δύναμή του. Μπορεί τα πάντα να κάνει, «ἅτινα δέν θέλει μέν πράγματι, ἠδύνατο ὅμως νά τά θελήσῃ». Τούτο φαίνεται σαν ένας περιορισμός της θείας δυνάμεως. Όμως δεν είναι. Αντιθέτως «τό μή δύναταί τι τούτων (το αιώνιο να γίνει υπό χρόνο, το άκτιστο κτιστό, το άπειρο πεπερασμένο) ἀπείρου δυνάμεως οὐκ ἀσθενοῦς τεκμήριον», κατά το Θεοδώρητο. Και Κλήμης ο Ανεξανδρεύς προσθέτει· «Οὐκ ἀσθενείας ἐστίν ἀπόδειξις, ἀλλ’ ἀνυπερβλήτου ἰσχύος, ὅτι οὐκ ἐγχωρεῖ τήν θείαν φύσιν ἑαυτήν ἀρνήσασθαι». Και τέλος ο ιερός Χρυσόστομος προσθέτει ότι, όταν λέμε πως δεν μπορεί ο Θεός να αμαρτήσει, «οὐκ ἀσθένειαν αὐτοῦ κατηγοροῦμεν, ἀλλ’ ἄρρητον δύναμιν αὐτοῦ μαρτυροῦμεν». Με δύο λέξεις, όταν λέμε, ότι ο Θεός δεν μπορεί να κάνει το κακό, δεν αποδίδουμε στο Θεό αδυναμία, αλλά δύναμη. Γιατί και το να μην κάνει το κακό είναι δείγμα μεγάλης και άπειρης δύναμης, ομοίως και το να κάνει ο Θεός τα αφύσικα για τον εαυτό του, ενώ είναι αιώνιος, να γεννηθεί σε κάποια χρονολογία, ενώ είναι άχρονος, να παρουσιασθεί σαν κτίσμα, ενώ είναι άκτιστος, να εμφανισθεί σε μας πεπερασμένος, όπως συνέβη με τη σάρκωση του Υιού του, και αυτό είναι μέγιστης, θείας δύναμης έργο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: