Όταν ο Αββάς Θεόδωρος ήταν ακόμη υποτακτικός τον έστειλε ο Γέροντάς του στο φούρνο της Σκήτης να ψήσει τα παξιμάδια του. Εκεί βρήκε κάποιον άλλον που ήθελε να φουρνίσει τα δικά του, μα δεν έβρισκε βοηθό. Ο νεαρός Θεόδωρος άφησε κάτω τον τορβά του κι’ έδωσε ένα χέρι στον Αδελφό. Δεν πρόλαβε να τελειώσει και έφθασε άλλος με ψωμιά. Ο Θεόδωρος παρεχώρησε πάλι τη θέση του και πρόσφερε τη βοήθειά του. Σε λίγο ήλθε τρίτος και τέταρτος έως έξι. Ο Θεόδωρος βοήθησε τους Αδελφούς και τελευταίος από όλους έψησε τα δικά του παξιμάδια. Έδυε ο ήλιος πλέον όταν γύρισε στον Γέροντά του. Του είπε το λόγο που τον έκανε να καθυστερήσει τόσο πολύ, χωρίς να θεωρεί όμως ότι έκανε κάτι αξιόλογο.
(Από το Γεροντικό)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου