3 Απριλίου 2010

Αληθώς ανέστη

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

Η πλάνη πάντα αυτοκαταστρέφεται και, χωρίς να το θέλει, στηρίζει σε όλα την αλήθεια.
Πρόσεξε: Έπρεπε ν' αποδειχθεί ότι ο Χριστός πέθανε καί τάφηκε και αναστήθηκε. Ε, λοιπόν, όλα αυτά τα κατοχυρώνουν οι ίδιοι οι εχθροί! Εφόσον έφραξαν με το βράχο καί σφράγισαν καί φρούρησαν τον τάφο, δεν ήταν δυνατό να γίνει καμιά κλοπή. Αφού όμως, μολονότι δεν έγινε κλοπή, ο τάφος βρέθηκε άδειος, είναι ολοφάνερο καί αναντίρρητο πώς ο Χριστός αναστήθηκε. Είδες πώς, καί μη θέλοντας, στηρίζουν την αλήθεια;...


Αλλά καί πότε θα Τον έκλεβαν οι μαθητές; Το Σάββατο; Μα αφού δεν επιτρεπόταν από το νόμο ούτε να κυκλοφορήσουν. Κι αν υποθέσουμε ότι θα παραβίαζαν το νόμο του Θεού, πώς θά τολμούσαν αυτοί, οι τόσο δειλοί, να βγουν έξω απ’ το σπίτι; Καί με ποιο θάρρος θα ριψοκινδύνευαν για ένα νεκρό; Προσμένοντας ποιάν ανταπόδοση; Ποιάν αμοιβή; Καί στ' αλήθεια, που στηρίζονταν; Στή δεινότητα του λόγου τους; Αλλά ήταν απ’ όλους αμαθέστεροι. Στά πολλά τους πλούτη; Αλλά δεν είχαν ούτε ραβδί ούτε υποδήματα. Μήπως στην ένδοξη καταγωγή τους; Αλλά ήταν οι ασημότεροι του κόσμου. Μήπως στο πλήθος τους; Αλλά δεν ξεπερνούσαν τους έντεκα, που κι αυτοί σκόρπισαν. Αν ο κορυφαίος τους φοβήθηκε το λόγο μιας υπηρετριούλας, κι αν όλοι οι άλλοι, όταν είδαν το Διδάσκαλό τους δεμένο, σκόρπισαν καί διαλύθηκαν, πώς θα τους περνούσε καν απ’ το νου να τρέξουν στα πέρατα της οικουμένης καί να φυτέψουν πλαστό κήρυγμα αναστάσεως; Αφού φοβήθηκαν τη γυναικεία απειλή καί τη θέα μόνο των δεσμών, πώς θα μπορούσαν να τα βάλουν με βασιλιάδες καί άρχοντες καί λαούς, όπου ξίφη καί τηγάνια καί καμίνια καί μύριοι θάνατοι κάθε μέρα, αν δεν είχαν απολαύσει καί οικειωθεί τη δύναμη καί την έλξη του Αναστημένου;
Αλλά σ' αυτά πρέπει να επανέλθουμε. Ας ξαναρωτήσουμε τώρα τους Εβραίους: Πώς έκλεψαν, ανόητοι, το σώμα του Χριστού οι μαθητές; Επειδή η αλήθεια είναι λαμπρή καί ολοφάνερη, το εβραϊκό ψέμα δεν μπορεί ούτε σαν σκιά να σταθεί. Πώς θά το έκλεβαν; Πέστε μου! Μήπως δεν ήταν σφραγισμένος ο τάφος; Δεν τον έζωναν τόσοι φρουροί καί στρατιώτες καί Ιουδαίοι, πού είχαν την υποψία καί αγρυπνούσαν καί πρόσεχαν; Μα καί για ποιο λόγο θα το έκλεβαν; Για να πλάσουν το δόγμα της Αναστάσεως; Καί πώς τους ήρθε να πλάσουν κάτι τέτοιο αυτοί, οι δειλοί; Καί πώς κύλησαν τον ασφαλισμένο βράχο; Πώς ξέφυγαν από τόσους άγρυπνους καί άγριους φρουρούς;
Πρόσεξε όμως πώς, με όσα κάνουν οι Εβραίοι, πιάνονται πάντα στα ίδια τους τα δίχτυα. Να, αν δεν πήγαιναν, στόν Πιλάτο κι αν δεν ζητούσαν την κουστωδία, πιό εύκολα θα μπορούσαν να λένε τέτοια ψέματα, οι αδιάντροποι. Μα τώρα όχι. (Υπήρχε η κουστωδία. Κανείς δεν μπορούσε να γλυτώσει απ’ την άγρυπνη προσοχή της κι απ’ τα ξίφη της). Κι έπειτα, γιατί να μην κλέψουν το σώμα νωρίτερα; Ασφαλώς, αν είχαν σκοπό να κάνουν κάτι τέτοιο, θά το έκαναν όταν δεν υπήρχε ακόμα φρουρά στον τάφο, τότε που ήταν καί ακίνδυνο καί σίγουρο, δηλαδή την πρώτη νύχτα, γιατί το Σάββατο πήγαν οι Εβραίοι στον Πιλάτο καί ζήτησαν την κουστωδία καί φρούρησαν τον τάφο, ενώ την πρώτη νύχτα δεν ήταν κανένας εκεί. Καί, βέβαια, δεν τους έμελλε που τα έκαναν αυτά σε μέρα Σαββάτου, παρά την απαγόρευση του μωσαϊκού νόμου. Βλέπετε, μόνο ένα πράγμα είχαν στο νου τους, το πώς με κάθε πανουργία θα πετύχουν το σκοπό τους. Αυτό όμως ήταν δείγμα τόσο έσχατης μωρίας όσο καί συνταρακτικού φόβου. Γιατί, άραγε, τον φοβούνταν νεκρό εκείνοι, πού Τον έπιασαν ζωντανό; Αλλά η πέτρα καί η σφραγίδα καί η φρουρά, πού δεν μπόρεσαν να Τον κρατήσουν, τοποθετήθηκαν, για να μάθουν οι Εβραίοι ότι με τη θέλησή Του έπαθε όσα έπαθε. Με όλα αυτά ένα μόνο επιτυγχάνεται, να γίνει δημόσια γνωστή η ταφή, κι έτσι να πιστέψουν οι άνθρωποι στην Ανάσταση.
Καί τί γύρευαν στο έδαφος τα σουδάρια, τα ποτισμένα με τη σμύρνα, που βρήκαν, τυλιγμένα μάλιστα, ο Πέτρος καί οι άλλοι απόστολοι; Είχε πάει πρώτη η Μαγδαληνή Μαρία. Κι όταν γύρισε καί διηγήθηκε τα θαυμαστά γεγονότα στους αποστόλους, εκείνοι, χωρίς καθυστέρηση, τρέχουν αμέσως στο μνημείο καί βλέπουν κάτω τα οθώνεια. Αυτό ήταν σημείο Αναστάσεως. Γιατί αν ήθελαν κάποιοι να Τον κλέψουν, δεν θά Τον έκλεβαν βέβαια γυμνό. Αυτό θα ήταν όχι μόνο ατιμωτικό, αλλά καί ανόητο. Δεν θα κοίταζαν να ξεκολλήσουν τα σουδάρια, να τα τυλίξουν με επιμέλεια καί να τα βάλουν τακτοποιημένα σ' ένα μέρος. Αλλά τί θά έκαναν; Θ' άρπαζαν όπως - όπως το σώμα καί θα 'φευγαν γρήγορα.
Γι’ αυτό, άλλωστε, πρωτύτερα ο ευαγγελιστής Ιωάννης είπε, ότι τον έθαψαν με πολλή σμύρνα, που κολλάει τα οθώνεια πάνω στο σώμα, όπως το μολύβι στα μέταλλα, καί δεν ήταν καθόλου εύκολο να ξεκολλήσουν ώστε, όταν ακούσεις ότι τα σουδάρια βρέθηκαν μόνα τους, να μην πιστέψεις εκείνους πού λένε ότι Τον έκλεψαν. Θα πρέπει να ήταν βέβαια πολύ ηλίθιος ο κλέφτης, για να σπαταλήσει σ’ ένα περιττό πράγμα τόση προσπάθεια. Για ποιο σκοπό θ' άφηνε τα σουδάρια; Καί πώς ήταν δυνατό να ξεφύγει την ώρα πού θα έκανε αυτή τη δουλειά; Γιατί ασφαλώς θα ξόδευε πολύ χρόνο, καί ήταν φυσικό, καθυστερώντας, να συλληφθεί έπ' αυτοφώρω.
Αλλά καί τα οθώνεια γιατί κείτονται χωριστά από το σουδάριο, τυλιγμένο μάλιστα; Για να βεβαιωθείς, ότι δεν ήταν έργο βιαστικών ούτε ανήσυχων κλεφτών το να τοποθετήσουν χωριστά εκείνα καί χωριστά τούτο τυλιγμένο. Κι από δω λοιπόν αποδεικνύεται απίθανη η κλοπή. Άλλωστε, καί οι ίδιοι οι Εβραίοι τα σκέφτηκαν όλα τούτα, καί γι' αυτό έδωσαν χρήματα στους φρουρούς λέγοντας: "Πείτε εσείς πως Τον έκλεψαν, κι εμείς θα τα κανονίσουμε με τον ηγεμόνα".
Υποστηρίζοντας πώς οι μαθητές Τον έκλεψαν, επικυρώνουν καί μ' αυτό πάλι την Ανάσταση, γιατί έτσι ομολογούν, πάντως, ότι το σώμα δεν ήταν εκεί. Όταν όμως αυτοί οι ίδιοι βεβαιώνουν ότι το σώμα δεν ήταν εκεί, ενώ από την άλλη μεριά η κλοπή αποδεικνύεται αναλήθευτη καί απίθανη από τη σχολαστική φρούρηση καί τις σφραγίδες του τάφου καί τα οθώνεια καί το σουδάριο καί τη δειλία των μαθητών, αναμφισβήτητα προβάλλει κι από τα δικά τους τα λόγια η απόδειξη της Αναστάσεως.

1 σχόλιο:

Ορθόδοξος είπε...

Το ιστολόγιο “ΑΘΕΪΑ, η άρνηση της αλήθειας” εύχεται ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ σε όλο τον κόσμο.

http://eatheia.blogspot.com/