31 Μαρτίου 2010

Η αγία καί Μεγάλη Πέμπτη

Ο ιερός Νιπτήρας, ο Μυστικός Δείπνος, η Προσευχή και η Προδοσία.

Το εσπέρας της Μεγάλης Πέμπτης, ο Ιησούς Χριστός πήγε στην οικία όπου ήταν έτοιμη η τράπεζα διά να φάγει μαζί με τους Μαθητές Του στο Δείπνο. Πριν τον Δείπνο ο Χριστός για να διδάξει την ταπείνωση, έβγαλε το επανωφόρι Του, ζώσθηκε λέντιο (ποδιά), έβαλε νερό σε μια λεκάνη και έπλενε τα πόδια των Μαθητών Του, αρχίζοντας από τον Ιούδα και σφουγγίζοντας αυτά με το λέντιο, πείθοντας και τον Πέτρο που δεν ήθελε να μιμηθεί την αυθάδεια του Ιούδα.
Στο Δείπνο που επακολούθησε ο Χριστός παραδίδει το Μέγα Μυστήριο της Θείας Αυτού Κοινωνίας, κόβοντας τον άρτο και μοιράζοντάς τον στους Μαθητές Του, δεικνύοντας ότι και ο Αμνός που θα σφαγιάζει ο Ιερέας στο θυσιαστήριο, θα είναι αυτό το ίδιο Σώμα του Χριστού. Ομοίως ευλόγησε και το ποτήριο γεμάτο με οίνο, και έδωσε στους Μαθητές Του να πιουν εξ αυτού πάντες, διότι αυτό ήταν το Αίμα Του.
Επίσης, τους λέγει ότι ένας εξ αυτών μέλλει να τον προδώσει, γνωρίζοντας ως Θεός τις σκέψεις του Ιούδα που θα τον πρόδιδε για τριάκοντα αργύρια στους Εβραίους. Ο Ιούδας έχοντας συμφωνήσει από την Τετάρτη να προδώσει τον Ιησού, έφυγε από τον Δείπνο για να κανονίσει την παράδοσή Του. Ο Ιησούς Χριστός μαζί με τους υπόλοιπους Μαθητές, πήγε στο Όρος Ελαιών, προσπαθώντας να τους προετοιμάσει για την επικείμενη σύλληψή Του από τους Εβραίους. Εν συνεχεία μετέβη στον κήπο, πέραν του χειμάρρου των Κέδρων και απομακρυνθείς λίγο από τους Μαθητές Του, γονάτισε και προσευχήθηκε ξανά για δεύτερη και τρίτη φορά. Και εγένετο πόλεμος μεταξύ της σάρκας προς το πνεύμα. Επιστρέφοντας εκεί όπου ήταν και οι άλλοι Μαθητές Του, ήλθε μαινόμενος ο όχλος, μαζί με τον Ιούδα που αφού εναγκαλίσθηκε και φίλησε τον Χριστό, τον παρέδωσε στους Αρχιερείς και στους γραμματείς, οι οποίοι έφεραν Αυτόν στον αρχιερέα Άννα για να Τον κρίνουν.

Το Άγιον Ευχέλαιον

Το έλαιον θεωρήθηκε από αρχαιοτάτων χρόνων ότι έχει φωτιστική καί θεραπευτική ιδιότητα. Ομιλούν γι' αυτό Όμηρος, Πλάτων, Σόλων, Ησαΐας, Ιεζεκιήλ, αλλά καί ο Κύριος στην Παραβολή του Καλού Σαμαρείτου (Λουκ. ι',30-37). Η θεία Παντοδυναμία χρησιμοποιεί το έλαιον για τη μετάδοση χαρισμάτων στους ασθενούντας στο σώμα καί στη ψυχή, το οποίο (έλαιο) συμβολίζει τη φιλανθρωπία του Θεού (ι. Χρυσόστομος).
Με εντολή του Σωτήρα Χριστού καί οι Απόστολοι, άλειψαν με έλαιον πολλούς άρρωστους καί τους εθεράπευαν με θαυμαστό τρόπο (Μάρ. στ'. 13). Με την ίδια αναμφίβολα εντολή ή καί σύσταση του Κυρίου, ο αδελφόθεος Ιάκωβος παρότρυνε τους πιστούς, όταν ασθενούν, να προσκαλούν τους Πρεσβυτέρους της Εκκλησίας για να τους αλείφουν με το αγιασμένο έλαιον, ώστε ο Κύριος να τους σώζει από την αρρώστιά τους (Ιακ. ε', 14-15). Με αφετηρία αυτή την εντολή, σταδιακά, γεννήθηκε η ακολουθία του Ευχελαίου καί έλαβε τη σημερινή της περίπου μορφή τον 13ο αιώνα.
…Σκοπός του Ευχελαίου, κατά πρώτο και κύριο λόγο είναι η ίαση των σωματικών νόσων… δεύτερος λόγος είναι η ίαση των ψυχικών αρρωστημάτων, από τα οποία, πολλές φορές, προέρχονται τα σωματικά πάθη. Και είναι γνωστό και αναμφισβήτητο ότι η αλληλεπίδραση σωματικής και ψυχικής αρρωστίας είναι στενότατη και ότι την «κλίνην των αρρωστιών μας πολλές φορές στρώνουν οι αμαρτίες μας»…
Η Εκκλησία πάντως εφαρμόζει αυτά τα οποία στην Ομολογία του Μογίλα (1595-1647) αναφέρονται: «ο ασθενής... να είναι εξομολογημένος τα αμαρτήματα του έμπροσθεν του Πνευματικού του». Θεωρεί δηλαδή ορθή την προσέλευση μας πρώτα στο Μυστήριο της Εξομολογήσεως καί μετά στο Ευχέλαιο. Έτσι «θωρακίζει» τα τέκνα της για την προσέλευση τους στη Θ. Κοινωνία, τόσο με το ένα Μυστήριο (εξομολόγηση), όσο καί με το άλλο (το Ευχέλαιο). Καί δεν παραβλέπει τον κύριο σκοπό του μυστηρίου του Ευχελαίου πού είναι η επανάκτηση, εάν ο Θεός θέλει, της σωματικής υγείας καί η από της κλίνης εξέγερση του ασθενούς…
Που τελείται το μυστήριο
Οι Ιερείς ή ο Ιερέας προσκαλείται για το Ευχέλαιο. Που; Στο σπίτι του ασθενούς βεβαίως, εάν ο ασθενής δεν μπορεί να μεταβεί στο Ναό… Αλλά, συστήνουμε το Ναό για την τέλεση του Μυστηρίου, χωρίς να αποκλείουμε και την τέλεσή του στο σπίτι. Η επισημότητα στο Ναό και η επιβλητικότητα που προσλαμβάνει στο Ναό η ιερουργία του Μυστηρίου ποτέ δεν μπορεί να επιτευχθεί στο σπίτι.
Ευχέλαιο τελούμε για την ίαση του σώματος καί της ψυχής. Επομένως το τελούμε όταν έχουμε ασθενή είτε στο σπίτι μας είτε μεταξύ των συγγενών μας και ζητούμε τη βοήθεια του Θεού…
Προφανώς δεν το τελούμε για τη συγχώρηση των αμαρτιών του ασθενούς μας, διότι γι' αυτό το σκοπό έχουμε καί υπάρχει το μυστήριο της Μετανοίας-Εξομολογήσεως. Καί φυσικά δεν το τελούμε για το καλό του μήνα ή του χρόνου, για να διορθωθούν τα κακώς συμβαίνοντα στη ζωή μας (γι' αυτά υπάρχει η ιεροπραξία του Αγιασμού), ή γιατί το παιδί μας έμπλεξε με τους αναρχικούς! Τέλος, δεν το τελούμε από συνήθεια, όπως τελευταία έχει γίνει πολύ της μόδας να τελείται σε κοσμικά σαλόνια επειδή, δυστυχώς, πιστεύουν ότι τό Ευχέλαιο είναι μυστήριο αφέσεως αμαρτιών χωρίς εξομολόγηση!
Στούς Ιερούς Ναούς τελείται Ευχέλαιο τη Μεγάλη Τετάρτη απόγευμα για καλύτερη προετοιμασία των πιστών, πριν από τη θεία Κοινωνία των ημερών του Πάσχα. Κατά αντιστοιχία το ίδιο πράττεται και σε άλλες περιόδους…
Πηγή: «Ιεροπραξίες της Εκκλησίας μας» του π. Γεωργίου Κουγιουμτζόγλου

30 Μαρτίου 2010

Η αγία καί Μεγάλη Τετάρτη

της πόρνης γυναικός, της αλειψάσης τον Κύριο μύρο


Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στον Λόγο του περί της πόρνης που πήγε στην οικία του Σίμωνος, όπου είχε καλεσθεί ο Κύριος, ομιλεί για την εξ όλης της καρδίας εξομολόγησής της σ’ Εκείνον για τα όσα έπραξε, αναφέροντας και τις σκέψεις αυτής της αμαρτωλής γυναικός: «…Των ανθρώπων άρεσα τόσους χρόνους, τώρα είναι πρέπον να αρέσω και του Θεού μου του Αγίου, με ψυχή καθαρά και πίστη αγία, να καθαρισθώ απ’ Αυτόν. Για την μισούμενη αμαρτία άρεσα στους ανθρώπους, τώρα ας αρέσω και στον ευεργέτη μου με την μετάνοια…»
»Αυτή η γυνή, παραφύλαγε τον καιρό και είχε στην ψυχή της σφοδρή προθυμία πότε να πλησιάσει στον Χριστό, και αγκαλιάζοντας τους πόδας Του να τους φιλήσει με πολλή σπουδή…
Καί λέγει πάλι: «…όπως είδα αιφνιδίως εκείνον τον Άγιο ιατρό, ο οποίος τώρα στον καιρό μας φάνηκε στην γη, παρευθύς η ψυχή μου έγινε δεδουλωμένη και αιχμάλωτος πίσω της αμόλυντης Μορφής Του, διότι είδα με τους οφθαλμούς μου ιατρείες φοβερές και σημεία υπερθαυμάσια και πολλή συμπάθεια σ’ Αυτόν. Αμαρτωλούς δέχεται, τελώνες πλησιάζει, λεπρούς και ασεβείς συναναστρέφεται και δεν τους διώχνει, δεν οργίζεται για εκείνους οι οποίοι πηγαίνουν μπροστά Του. Πάνω απ’ όλα, νεκρούς ανασταίνει και κάθε δαιμονική φύση εκδιώκει από τους δαιμονιζομένους και μόνο με τον Λόγο Του κάμνει όλα αυτά. Βλέποντας αυτά εγώ, τρόμαξα και είπα στον λογισμό μου. Τι θέλω να ζω εγώ η δυστυχής και δεν πάω πλησίον Του; Η αμαρτία μου είναι πολλή και μεγάλη, λοιπόν μην αμελείς, διότι ουδέποτε μέλλεις να βρεις άλλον τέτοιο καιρό, ούτε άλλον ιατρό τόσο φιλάνθρωπο. Εγώ έτσι πιστεύω, ότι αυτός είναι Θεός, ο φαινόμενος είναι μέγας εξουσιαστής, μόνο με τον Λόγο Του όλους τους ιατρεύει, αμαρτίες συγχωρεί με πάσα εξουσία…
»Γνωρίζω τούτο αληθώς, ότι μόνο αν τον πλησιάσω, παρευθύς με αγιάζει και καθαρίζει από όλες τις αμαρτίες μου, διότι είναι ουράνιος και αμόλυντος, είναι Χριστός ο Θεός…
»Ως Θεός όπου είναι, βλέπει τον λογισμό της καρδίας μου και γνωρίζει γιατί εγώ αγόρασα μύρο. Το γνωρίζεις, σου λέγω, Κύριε, για να έλθω να προσπέσω στους πόδας της αγίας Σου Θεότητας, να σωθώ. Γνωρίζω, ότι είσαι Θεός Άγιος και με την δική Σου ευσπλαχνία τους σώζεις όλους. Μόνο με το ότι Σε είδα στους δρόμους πίστεψα, διότι τα πάντα μπορείς να κάμεις. Χάρισέ με τούτο, Σωτήρ, να έλθω να μπω χωρίς κάποιου φόβου και εμποδίου εκεί όπου κάθεσαι…
Η γυνή, έφθασε στον οίκο, όπου καθόταν ο Χριστός… εισήλθε μέσα και Τον πλησίασε, άγγιξε την αγία Του κορυφή και χύνοντας το αγγείο του μύρου στην κεφαλή Του, γέμισε όλη η οικία από την ευωδία του μύρου και κλίνοντας την κεφαλή της με την καρδιά της προς του πόδας Του, που με στεναγμούς και πολλά δάκρυα έβρεχε, τους καταφιλούσε με μεγάλη χαρά και πόθο πολύ. Σφουγγίζοντας αυτούς με τις τρίχες της κεφαλής της έλεγε: «…θέλοντας να σωθώ πρόσπεσα σε Σένα, καθώς και οι τελώνες και οι αμαρτωλοί. Δέξου Χριστέ, τις πηγές των δακρύων μου, η τόλμη μου ας λογισθεί παράκληση και η αναισχυντία μου προσευχή, το μύρο η υπέρτατή Σου συμπάθεια και δικός μου φωτισμός της καρδίας μου η μετάνοια… Πρόβατο είμαι της ποίμνης Σου, χαμένο. Γι’ αυτό επέστρεψέ με από των αμαρτιών. Περιστερά είμαι, φιλάνθρωπε, και αρπάχθηκα από κακό γεράκι. Η καρδία μου για την δική Σου χαρά σκιρτά, διότι θέλω να γίνει παράδειγμα καλό των αμαρτωλών, για τους οποίους ήρθες να τους σώσεις. Διέλυσε το χρέος των αμαρτιών μου, όπως και εγώ έλυσα τους πλοκάμους της κεφαλής μου. Γνωρίζεις των αμαρτιών μου το πλήθος, μη με αποδιώξεις την πόρνη Εσύ, ο οποίος γεννήθηκες από Παρθένο. Μην παραδείς τα δάκρυά μου, η χαρά των Αγγέλων. Δέξου, Δέσποτα, τους στεναγμούς της καρδίας μου, δέξου με μετανοούσα και δώσε μου την συγχώρηση των αμαρτιών μου και σώσε με…
»Ω εξομολόγηση πόρνης; Ω πίστη γυναικός! Ποιος από εμάς εξομολογήθηκε έτσι τις αμαρτίες του, όπως αυτή;…»

Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή

Ο Θεόφιλος βασίλευσε στο Βυζάντιο κατά τα έτη 829—842μ.Χ. Όταν ήρθε σε ηλικία γάμου, μετά από προτροπή της μητριάς του, ήλθαν στα ανάκτορα τα καλύτερα και ωραιότερα κορίτσια από όλη την αυτοκρατορία, για να διαλέξει από αυτές ο Θεόφιλος όποια θα του άρεσε για σύζυγο, δίνοντάς την ένα χρυσό μήλο εις ένδειξη της επιλογής του. Ανάμεσα στις παρθένους που έφεραν ήταν και η περικαλλεστάτη καί σοφή νεάνιδα η Κασσιανή, την οποία είδε πρώτη και στάθηκε μπροστά της ο Θεόφιλος. Θέλοντας να δοκιμάσει το πνεύμα και την ευφυΐα της κάθε μιας, λέγει χαριεντιζόμενος στην Κασσιανή: «Ως άρα διά γυναικός ερρύη τα φαύλα», υπονοώντας την Εύα. Τότε η σοφοτάτη Κασσιανή, σεμνώς ερυθριάσασα, απάντησε θαρραλέα: «Αλλά και εκ γυναικός πηγάζει τα κρείττονα», υπονοώντας την Θεοτόκο. Η τόλμη καί η σοφία της Κασσιανής συνέστειλε αλλά και δυσαρέστησε τον Θεόφιλο, επειδή απεδείχθη ότι η νέα ήταν ευφυέστατη και έτσι απομακρύνθηκε από αυτήν και εξέλεξε την σεμνή Θεοδώρα, που της προσέφερε το μήλο, ως σύμβολο της εκλογής του. Έτσι η μεν Θεοδώρα έγινε βασίλισσα, η δε Κασσιανή εγκατέλειψε την κοσμική ζωή και έγινε Μοναχή.
Στην Κασσιανή οφείλεται το Δοξαστικό του Όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή». Λέγεται ότι καθώς συνέθετε τούτο η Κασσιανή ήταν απόγευμα και βρισκόταν στο Μοναστήρι. Γράφοντας τους στίχους τούτους, αντιλήφθηκε τον ερχομό του Θεοφίλου, ο οποίος δεν είχε λησμονήσει τις χάρες αυτής της γυναικός και την αναζητούσε. Τότε η Κασσιανή ακούγοντας κρότους βημάτων από την βασιλική συνοδεία, έσπευσε να κρυφθεί αφήνοντας το ποίημά της ημιτελές ως την φράση: «Ων εν τω παραδείσω, Εύα το δειλινόν, κρότον τοίς ωσίν ηχηθείσα». Ο Θεόφιλος εισελθών στο δωμάτιό της, είδε τότε το ημιτελές ποίημα πάνω στο χαρτί και πρόσθεσε την φράση: «τω φόβω εκρύβη». Όταν επανήλθε η Κασσιανή μετά την αναχώρηση του Θεοφίλου και είδε τους στίχους γραμμένους από τον Θεόφιλο, δεν τους έσβησε, αλλά είδε αρμόζανε, διότι και η Εύα ακούγοντας τα βήματα του Θεού στον Παράδεισο, από τον φόβο της κρύφθηκε. Έτσι η Κασσιανή τους άφησε όπως ήταν και συνέχισε μέχρι τέλους το ποίημα.

29 Μαρτίου 2010

Η αγία καί Μεγάλη Τρίτη

Η παραβολή των Δέκα Παρθένων
Λόγος του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
(Απόσπασμα)

«…Θέλοντας ο Κύριος να δείξει αφ’ ενός ότι η παρθενία είναι μέγα πράγμα, αλλ’ έχει και μέγα κόπο, αφ’ ετέρου δε να δείξει και της ελεημοσύνης το μεγαλείο και ότι αυτή δεν κατορθώνεται άνευ κόπου, έφερε στον μέσον την παραβολή αυτή, λέγοντας ότι η Βασιλεία των Ουρανών παρομοιάζει με δέκα Παρθένους, και παρομοίασε αυτήν με την αρετή της παρθενίας, η οποία είναι η μεγαλύτερη αρετή. Διότι όλες οι αρετές καλές είναι, αλλά είναι και μικρές, είναι και μεγάλες. Δεν είναι μεγαλύτερη άλλη από την παρθενία ούτε δυσκολότερη, διότι έχει πόλεμο μέγα και παλεύει με την φύση ο άνθρωπος και ποτέ δεν αναπαύεται, αλλά έχει πάντοτε μάχη, και ειρήνη ποτέ δεν έχει. Θέλετε να μάθετε πόσο πέλαγος είναι η παρθενία; Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός ήλθε στον κόσμο και όρισε να κρατούμε όλες τις άλλες αρετές, για την παρθενία όμως δεν είπε να την κρατούμε υποχρεωτικώς, αλλά εάν κάποιος θελήσει, ή άνδρας ή γυναίκα, να κατορθώσει τη παρθενία με το θέλημά του για την αγάπη του Χριστού, θα τον στεφανώσει με τους Μάρτυρες…
»Όμως καλή μεν και μεγάλη αρετή είναι η παρθενία, αλλά άνευ της ελεημοσύνης τίποτα δεν ωφελεί η παρθενία. Οι φρόνιμες Παρθένες είχαν την παρθενία, αλλά είχαν και την ελεημοσύνη σαν δύο φτερά, οι δε άφρονες είχαν την παρθενία, την μεγάλη αρετή, τον μέγα κόπο κατόρθωσαν, αλλά τον μικρό κόπο, δηλαδή την ελεημοσύνη, δεν την έκαμαν. Γι’ αυτό τις Παρθένες εκείνες, οι οποίες δεν είχαν την ελεημοσύνη, τις επονόμασε ο Κύριος μωρές και άφρονες. Τούτο το κακό κάνουν και σήμερα μερικοί άνθρωποι, άνδρες ή γυναίκες, οι οποίοι κατορθώνουν αρετές μεγάλες, όμως καταφρονούν τις μικρές…
»Γι’ αυτό και οι φρόνιμες Παρθένες θυμήθηκαν και γέμισαν τα αγγεία τους με έλαιο. Ποια αγγεία; Τις κοιλιές των φτωχών, την ένδυση των γυμνών, την παραμυθία των ορφανών. Θυμήθηκαν, ότι η «πίστη χωρίς των έργων νεκρά εστί» (Ιακ. β΄26). Διότι ο αετός με ένα φτερό δεν μπορεί να πετάξει υψηλά. Γι’ αυτό έκαναν μεσίτες προς τον Κύριο τους φτωχούς. Οι πεινώντες τρέφονταν και οι λαμπάδες των λύχνων ήταν πολύ αναμμένες. Οι φτωχοί ευχαριστούσαν και ο Νυμφίος ερχόταν. Η Ελεημοσύνη σπέρνονταν και ο Νυμφίος, τον οποίο περίμεναν, ευτρεπιζόταν. Οι μωρές όμως στεκόντουσαν, κρατώντας τις λαμπάδες των λύχνων χωρίς έλαιο, και φαινόντουσαν από τον Νυμφίο από μακριά. Πως; Διότι ένα και μόνο είχαν κατόρθωμα. Δηλαδή την παρθενία είχαν, την δε ελεημοσύνη και φιλανθρωπία δεν είχαν, την μεν τιμή του σώματος είχαν, την δε φιλοξενία απεστράφησαν. Ποιο ήταν το τέλος; Αργοπορώντας του Νυμφίου, νύσταξαν οι Παρθένες και κοιμόντουσαν, δηλαδή άργησε να έρθει ο Νυμφίος και αυτές νύσταξαν, κοιμήθηκαν, δηλαδή πέθαναν…
»Και λοιπόν ήρθε τότε η ώρα της των νεκρών αναστάσεως… Εν καιρώ μεσονυκτίου ήρθε το φως, ο Νυμφίος. Τότε οι φρόνιμες προϋπάντησαν τον Νυμφίο και ήρθαν με αυτόν στους γάμους και τότε κλείσθηκε η θύρα του νυμφικού οίκου… Και επιθυμούσαν οι άφρονες να προϋπαντήσουν και αυτές τον Νυμφίο, διότι γι’ αυτό αρνήθηκαν τα καλά του κόσμου και την δόξα και αποδέχθηκαν την θλίψη, την στεναχώρια, την παρθενία. Επειδή όμως δεν είχαν ελεημοσύνη, βρήκαν κλεισμένη την ουράνια Βασιλεία… ‘‘Αμήν λέγω ημίν, ούκ οίδα υμάς’’.
»Αν λοιπόν οι Παρθένες με το να μην είχαν την φιλοπτωχία, διώχθηκαν από τον φοβερό Κριτή, εμείς οι αμαρτωλοί ποια ελπίδα έχουμε, αφού ούτε παρθενία έχουμε, ούτε ελεημοσύνη;»

28 Μαρτίου 2010

Η αγία και Μεγάλη Δευτέρα

μνείαν ποιούμεθα του μακαρίου Ιωσήφ του Παγκάλου και της υπό του Κυρίου καταρασθείσης και ξηρανθείσης συκής
Τον ενάρετο βίο του σώφρονος, δικαίου και παγκάλου Ιωσήφ προβάλλει η αγία Εκκλησία μας στην αρχή της Μεγάλης Εβδομάδος, εις τύπον και εικόνα του Ιησού Χριστού. Διότι, όπως ο Ιωσήφ φθονήθηκε από τα αδέλφια του, που τον έβαλαν σε λάκκο και τον πούλησαν σε ξένους για τριάκοντα αργύρια, καί φυλακίσθηκε επειδή διέφυγε τον πειρασμό της αμαρτωλής γυναικός, που παρανόμως επιθυμούσε αυτόν, έτσι και ο Ιησούς Χριστός φθονήθηκε από τους Ιουδαίους, προδόθηκε από μαθητή του και πουλήθηκε για τριάκοντα αργύρια για να σταυρωθεί και να τοποθετηθεί σε λάκκο όπως ο Ιωσήφ, δηλαδή στον τάφο. Όπως ο Ιωσήφ αποφυλακίσθηκε για την καλοσύνη και τις αρετές του, γενόμενος κυρίαρχος της Αιγύπτου, έτσι και ο Ιησούς Χριστός Αναστήθηκε για να βασιλεύσει σε όλο τον κόσμο. Όπως ο Ιωσήφ συγχώρησε και βοήθησε τα αδέλφια του που δυστυχούσαν, έτσι και ο Ιησούς Χριστός εξαγόρασε εμάς με τη Σταυρική Του θυσία και τα Άγια Μυστήριά Του.
Η Εκκλησία, μας υπενθυμίζει και το δέντρο της συκής, το οποίο καταράσθηκε ο Χριστός και ξηράθηκε, αφού δεν βρήκε καρπό σ’ αυτό, παρά μόνον φύλλα, εννοώντας την συναγωγή των Ιουδαίων στην οποία ο Χριστός δεν βρήκε πνευματικό καρπό και γι’ αυτό την περιφρόνησε.
σ.α.

27 Μαρτίου 2010

"Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου..."

Η αγία Εκκλησία μας γιορτάζει την ένδοξη εορτή των Βαΐων, δηλ. την πανηγυρική είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα. Μετά την ανάσταση του Λαζάρου, οι Ιουδαίοι ήθελαν να θανατώσουν το Χριστό, ο οποίος, δίνοντας τόπο στην οργή και στην κακία τους, έφυγε. Έπειτα, όπως μας λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, «προ εξ ημερών του Πάσχα ήλθεν εις Βηθανίαν». Από εκεί μετά το δείπνο στο σπίτι του Λαζάρου, έστειλε δυό μαθητές του, του έφεραν «την όνον και τον πώλον» και την Κυριακή, καθήμενος επί πώλου όνου, έμπαινε στα Ιεροσόλυμα. Τότε τα πλήθη των Εβραίων, μέσα σε μια ατμόσφαιρα χαράς κι αγαλλιάσεως, τον υποδέχονταν με ζωηρούς αλαλαγμούς: «Ωσαννά τω Υιώ Δαβίδ' ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι. Κυρίου, ο βασιλεύς του Ισραήλ!» Και άλλοι έστρωναν στο δρόμο τα ενδύματά τους, άλλοι έκοβαν κλωνάρια από τις ελιές κι από τις φοινικιές καί τα 'ριχναν στο δρόμο, ή τ’ ανέμιζαν με τα χέρια τους, ζητωκραυγάζοντας με ενθουσιασμό. Το «ωσαννά» ακούονταν μυριόστομο, απ’ όλους τους Εβραίους, μα πιο πολύ απ’ τα παιδιά, ακόμα και τα θηλάζοντα βρέφη, για να εκπληρωθεί και η προφητεία του Δαβίδ: «εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων κατηρτίσω αίνον». Κι όλος ο κόσμος των Ιεροσολύμων χαίρονταν καί πανηγύριζε, για να επαληθεύσει κι άλλη μία προφητεία, του Προφήτου Ζαχαρίου αυτή: «Χαίρε σφόδρα, θύγατερ Σιών. Ιδού ο Βασιλεύς σου έρχεταί σοι πραΰς και επιβεβηκώς επί υποζύγιον και πώλον νέον, υιόν υποζυγίου».
Οι άγιοι Πατέρες ως «πώλον» εννοούν τα «έθνη», τον εθνικό κόσμο της ειδωλολατρίας, πάνω στον οποίο, νικητής τροπαιοφόρος κάθισε ο Χριστός, με τη νέα θρησκεία της Αγάπης. Άλλοι Πατέρες πάλι δίνουν αυτή εδώ την ερμηνεία: Τώρα πού περιμένουμε το νικητή Χριστό να μπει στα Ιεροσόλυμα του καθενός μας και στη στέγη της ψυχής μας με τα άχραντα Μυστήρια, πρέπει με μια ειλικρινή μετάνοια να πετάξουμε τα παλιά ενδύματα των αμαρτιών μας, πού τόσον καιρό φορούσαμε, ν' αφήσουμε δηλ. κάθε παλιά κακή συνήθεια και ν' απεκδυθούμε τον παλιό μας άνθρωπο, «συν ταίς πράξεσιν αυτού καί ταίς επιθυμίαις». Ύστερα, με μια τέλεια πνευματική αλλαγή ζωής, να πάρουμε στα χέρια τα βάγια της νίκης, δηλ. τις αειθαλείς πνευματικές αρετές, με τις οποίες θα νικήσουμε τους τρεις μεγάλους εχθρούς μας: τη σάρκα, τον κόσμο και το διάβολο. Κ' έπειτα, με άρρητη χαρά και αγαλλίαση, να πλησιάσουμε την αγία Τράπεζα του Άρτου της ζωής, λέγοντας μαζί με τους ανυμνούντας παίδας του Ευαγγλελίου: «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου»!
Πηγή: «Έρως Ορθοδοξίας» του Π.Β. Πάσχου

Είναι Θεός!

Δαμασκηνού του υποδιακόνου και Στουδίτου

«Λάζαρε, δεύρο έξω…», …έβγα από τον τάφο. Άφησε τον τάφο και έλα στον κόσμο. Άφησε τον άδη και έλα στην Βηθανία. Άφησε την κόλαση και έλα στον οίκο σου. Άφησε την φθορά και έλα στην ανάσταση. Άφησε τον θάνατο και έλα στην ζωή Λάζαρε, δεύρο έξω, για να γνωρίσει ο άδης ποιος είμαι εγώ, για να εννοήσει, ότι τίποτα δεν δύναται να κάμει έμπροσθέν Μου, για να ακούσει ποιος είναι, ποιος σε ανασταίνει. Λάζαρε, δεύρο έξω, για να μάθουν οι άνθρωποι, τι είναι η ανάσταση νεκρών, να εννοήσουν οι πεπλανημένοι Ιουδαίοι, ότι εάν αναστήσω εσένα, που είσαι φίλος μου, πολλώ μάλλον θέλω αναστήσει τον Εαυτό Μου. Σήκω, Λάζαρε, διότι Θεός είμαι και σε προστάζω ως εξουσιαστής και φοβερός Βασιλεύς του θανάτου.
«Και εξήλθεν ο τεθνηκώς…», Παρευθύς με τον λόγο του Χριστού ανεστήθη… και πολλοί από τους Ιουδαίους έλεγαν στους Φαρισαίους: «…δεν είναι φανερό σημείο, ότι είναι Θεός; Μπορείτε εσείς να κάμετε τέτοιο θαύμα; Ακούσθηκε Προφήτης θαυματουργός, όπως αυτός; Δεν είναι αυτός φανερά Υιός Θεού; γιατί τον φθονείτε εσείς; Γιατί ζητείτε να τον φονεύσετε; Γιατί θέλετε να σταυρώσετε; Αν ήταν αυτός αμαρτωλός άνθρωπος, ήθελε να κάμνει τέτοια θαύματα; Ήθελε να ενεργεί ως Θεός;…»

26 Μαρτίου 2010

Η Γαλανόλευκη με τον Σταυρό

Είναι στενάχωρο να βλέπει κανείς ανθρώπους να πολεμούν με μανία οτιδήποτε διαφυλάχθηκε με την θυσία της ζωής των προγόνων μας, παρασυρόμενοι κυρίως από την άγνοία τους που τους καθιστά «πιστά» τυφλωμένα όργανα μιας παρανοϊκά μηδενιστικής απαξίωσης της ζωής. Είναι θλιβερό να βλέπει κανείς την κατάντια κάποιων ανθρώπων που για να αντισταθμίσουν την υπαρξιακή προβληματικότητά τους, επιτίθενται κακόβουλα καθοδηγούμενοι κατά της Ελληνικής κοινωνίας.
Όμως, είναι συγκινητικό, παρήγορο και ελπιδοφόρο το να βλέπουμε ανθρώπους στην εποχή μας να ζουν τον Ελληνισμό και να υπερασπίζονται με αξιοπρεπέστατο τρόπο τα σύμβολα και τα ιδανικά του Γένους μας σε καιρούς ακραίων προκλήσεων. Βλέποντας την Γαλανόλευκη να κυματίζει αυτές τις ημέρες που τιμάμε την επέτειο της Επαναστάσεως του 1821, ως σύμβολο της Ορθόδοξης Χριστιανικής Ελλάδας, να μας θυμίζει τους αγώνες που έδωσαν οι πρόγονοί μας για να είμαστε ελεύθεροι εμείς οι αγνώμονες, που στο βωμό μιας υποτιθέμενης και αμφίβολης καλοπέρασης, απεμπολούμε αξίες και σύμβολα για τα οποία χύθηκε αίμα, ώστε να μπορούμε εμείς σήμερα να ομιλούμε την Ελληνική γλώσσα, να απολαμβάνουμε την Ελληνική παιδεία, να κάνουμε άφοβα το Σταυρό μας. Αναρωτηθήκαμε πόσοι πατέρες μας άφησαν τα σπίτια, τις οικογένειες, τα υπάρχοντά τους για να υπερασπίσουν μέχρι τελευταίας ρανίδας του αίματός τους αυτή τη Σημαία την Γαλανόλευκη με τον Σταυρό, διαφυλάσσοντας συνάμα ότι συμβόλιζε; που αν δεν γινόντουσαν όλες αυτές οι θυσίες για χάρη αυτής της Σημαίας της Γαλανόλευκης με τον Σταυρό, δεν θα υπήρχαν σήμερα όλοι αυτοί που την βρίζουν, που την πολεμάνε, που την καίνε!
Κατά καιρούς μερικοί πολέμιοι του Γένους μας, εναντιώνονται σε κάθε εθνική ή θρησκευτική παράδοση, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι το κατάντημα και το χάλι της σημερινής κοινωνίας οφείλετε στο ότι ξεφύγαμε κατά πολύ από τις αξίες και τα ιδανικά που προσδιορίζουν επί σειρά ετών τον πολιτισμό μας. Τείνει να γίνει της μόδας, κάποιοι άνευ αρχών σύγχρονοι αντιρρησίες να επιχειρούν να καταπολεμήσουν με κάθε τρόπο οτιδήποτε έχει σχέση με την πατρίδα μας. Όμως, πάντα ξεπροβάλλουν αυτοί οι υπέροχοι πραγματικοί Έλληνες που υπάρχουν παντού και δίνουν μαθήματα υγιούς πατριωτισμού. Ένα τέτοιο παράδειγμα δόθηκε πριν λίγο καιρό στη Μυτιλήνη όπου περιοδεύοντας εκεί το "No Border Camp" αποτελούμενο από ακτιβιστές όλης της Ευρώπης, υποστηριζόμενο από τον «Σύριζα» και το ΚΚΕ, προσπάθησαν με αυταρχικό τρόπο, δήθεν να υποστηρίξουν τους λαθρομετανάστες μόνο με λόγια, ψευτομαγκιές και φυλλάδια, βρωμίζοντας την πόλη, την στιγμή που οι Έλληνες πολίτες προσφέρουν ήδη πάρα πολλά σ’ αυτούς τους εξαθλιωμένους συνανθρώπους μας.
Για να δείξουν την αντίθεσή τους με τα σύνορα που προστατεύεται η χώρα μας, έβαλαν ως στόχο την Ελληνική Σημαία προσπαθώντας ανεπιτυχώς να παρεμποδίσουν ένα άγημα του Στρατού που κάθε Κυριακή απόγευμα υποστέλλει την Σημαία, η έπαρση της οποίας γίνεται κάθε πρωΐ της ίδιας ημέρας στην προκυμαία της πόλης. Τους δόθηκε όμως ένα πολύ καλό μάθημα την τελευταία ημέρα που θα έφευγαν, αφού το σχέδιό των "No Borders" ήταν να σταματήσουν το άγημα. Όμως τους περίμενε μια μεγάλη έκπληξη, αφού χωρίς να έχει οργανωθεί τίποτα, αρκετοί Μυτιληνιοί μαζεύτηκαν και ολοένα αυξάνονταν και γίνανε περίπου 500, περιφρουρώντας το άγημα του Στρατού! Καταχειροκροτώντας τα στρατευμένα νιάτα που υπερήφανα κρατούσαν την Σημαία την Γαλανόλευκη με τον Σταυρό. Φθάνοντας μέχρι το σημείο που ήταν συγκεντρωμένοι οι ακτιβιστές, οι οποίοι στριμωγμένοι δεν έβγαλαν άχνα. Εκεί οι Μυτιληνιοί τους αποδοκίμασαν κατεβάζοντας το πανό τους και κάνοντάς τους τη χάρη να μην τους πετάξουν στη θάλασσα.
Αυτή η συγκλονιστική, αυθόρμητη αντίδραση του κόσμου, που ήταν «απ’ τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά…» έδωσε το καλύτερο μάθημα σε όλους αυτούς τους αντιρρησίες συνειδήσεως, δηλαδή τα παρασυρμένα θύματα μιας απρόσωπης «Νέας τάξης».
Στρατής Ανδριώτης

Η αφιλοχρηματία του Καποδίστρια καί η φιλοπατρία του

της Ελένης Κούκκου, Καθηγήτριας τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου ᾿Αθηνῶν
«…Πρὶν ἔρθῃ εἰς τὴν Ἑλλάδα, διὰ νὰ ἀναλάβῃ Κυβερνήτης ὡς Ὑπουργὸς τῶν Ἐξωτερικῶν τῆς Ρωσσίας, διαπρέψας ὡς ὁ σπουδαιότερος καὶ δεινότερος διπλωμάτης τῆς Εὐρώπης καὶ διεθνῶς, ἀπέστελνεν συνεχῶς εἰς τὴν ἀγωνιζομένην Ἑλλάδα πολεμοφόδια καὶ τρόφιμα καὶ ἐβοηθοῦσεν μὲ ἰδικά του ἔξοδα νὰ σπουδάζουν πολλοὶ ἑλληνόπαιδες εἰς εὐρωπαϊκὰ Πανεπιστήμια εἰς ὅλους τοὺς κλάδους, διὰ νὰ εἶναι ἐφικτὴ ἡ ἐπάνδρωσις τῶν διαφόρων ὑπηρεσιῶν τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους, ὅταν θὰ κατώρθωνε νὰ ἀποτινάξῃ τὸν τουρκικὸν ζυγὸν καὶ ἠλευθερώνετο ἡ Ἑλλάς. Τὸ 1822 ὑπέβαλεν τὴν παραίτησίν του ἀπὸ Ὑπουργὸς Ἐξωτερικῶν τῆς Ρωσσίας, πλὴν ὅμως ὁ Τσάρος, λόγῳ τῆς πολυτίμου ὑπηρεσίας του, τὸν ἔκρινεν ἀναντικατάστατον καὶ δὲν τὴν ἐδέχθη, ἀλλὰ τοῦ ἔδωσεν ἄδειαν ἐπ᾿ ἀόριστον μὲ ὅλα τὰ προνόμια τοῦ ἀξιώματός του. Ἐγκατεστάθη εἰς τὴν Γενεύην, ὅπου, ἐνῷ ἠδύνατο νὰ κατοικήσῃ εἰς ἕν πολυτελέσατον οἴκημα, νὰ ἔχῃ 4 ἅμαξας καὶ ἱκανὸν ὑπηρετικὸν προσωπικόν, ὅμως ὁ Καποδίστριας κατώκησεν εἰς δύο πτωχικὰ δωμάτια, εἶχε μόνον μία ἅμαξαν καὶ ἕνα ὑπηρέτην. Εἰς τὰς ἐρωτήσεις τῶν ἀριστοκρατῶν καὶ λοιπῶν ἁπλῶν ἀνθρώπων, διατί τὸ ἔπραττε αὐτό, ἔδιδε τὴν καταπληκτικὴν ἀπάντησιν, « κρούων ταυτοχρόνως τὴν θύραν τῶν πλουσίων καὶ τῶν πτωχῶν, ζητῶν τὸν ὀβολόν των διὰ νὰ ἀποστέλλω τρόφιμα καὶ πολεμοφόδια εἰς τὸν ἀγωνιζόμενον ἑλληνικὸν λαὸν, ἔπρεπε νὰ διδάσκω διὰ τοῦ παραδείγματος. Περιώρισα τὰ ἔξοδα διὰ ἐμὲ καὶ τὸν ὑπηρέτην μου μόνον εἰς 60 φράγκα τὸν μῆνα καὶ ὅλον τὸν ὑπόλοιπον μισθόν μου τὸν διαθέτω διὰ τὴν Ἑλλάδα.
»...Ὅταν ἀνέλαβεν ὡς κυβερνήτης τῆς Ἑλλάδος τοῦ προσεφέρθη πολυτελὴς κατοικία. Ὁ Καποδίστριας δὲν τὴν ἐδέχθη συμμεριζόμενος τὴν δυστυχίαν, ἡ ὁποία ἐπεκράτη εἰς τὴν χώραν. Μὲ ἰδικά του ἔξοδα, ἐπεδιορθώθησαν ἁπλαὶ κατοικίαι εἰς τὴν Αἴγιναν καὶ τὸν Πόρον καὶ ἔζη λιτότατα. Ὁ ἀντικαποδιστριακὸς Γερμανὸς ἱστορικὸς Μέντελσον-Μπαρτολντι, ὁ ὁποῖος τὸν ἐπεσκέφθη, ἔγραψεν: «ἡ μοναδικὴ διακόσμησις τοῦ κυβερνητικοῦ "μεγάρου" εἶναι ὁ λαμπρὸς ἥλιος τῆς Ἑλλάδος καὶ ἡ λατρεία τῶν Ἑλλήνων μὲ τὴν ὁποίαν δικαίως τὸν περιβάλλουν». Ὁ γραμματεύς του Νικόλαος Δραγούμης διηγεῖται καὶ διὰ τὴν ἁπλὴν ἀμφίεσίν του κατὰ τὴν πρώτην περιοδείαν του εἰς τὴν Κόρινθον: «τῆς ὅλης κυβερνητικῆς πομπῆς προηγεῖτο ὁ ταχυδρομικὸς διανομεὺς Καρδάρας, ὅστις ἦτο ἐνδεδυμένος μὲ βελούδινον χρυσοκέντητο σεγκούνι, ἀκολουθοῦσε ἔφιππος ὁ κυβερνήτης ἐνδεδυμένος ἁπλούστατα καὶ κάτισχνος ἀπὸ τὴν ταλαιπωρίαν καὶ τὴν κακὴν διατροφήν. Οἱ αὐθορμήτως συγκεντρωθέντες ἐνόμιζαν ὅτι ὁ Κυβερνήτης ἦτο ὁ πολυτελῶς ἐνδεδυμένος διανομεὺς καὶ τὸν χειροκροτοῦσαν μὲ ἄπειρες ἐκδηλώσεις ἀγάπης. Ἀρχικῶς ὅλοι διασκέδασαν. Ὅμως ὁ Κολοκοτρώνης δὲν τὸ ἄντεξεν καὶ ἐπλησίασε τὸν Καποδίστριαν καὶ τοῦ εἶπε ὅτι ὁ λαὸς ἔπρεπε νὰ γνωρίσῃ τὸν κυβερνήτην του καὶ ὁ Καποδίστριας ἠρώτησε τὸν Κολοκοτρώνην: «τί θέλεις νὰ κάμνω Θεοδωράκη;» Καὶ ὁ Κολοτρώνης τοῦ ἀπήντησε: «ἡ ὑπερεξοχότης σου νὰ φορέσῃ τὴν κυβερνητικήν της στολήν». Κατόπιν τούτων ὡδήγησαν τὸν κυβερνήτην εἰς παρακείμενον χανίον καὶ τὸν ἠνάγκασαν νὰ ἐνδυθῇ τὴν στολήν, ἡ ὁποία οὐδόλως διέφερεν τῶν δασονόμων τῆς ἀντιβασιλείας!...».
Ὁ ἰατρός του βλέπων τὸν Καποδίστριαν τόσον καταβεβλημένον ἀπὸ τοὺς ἀδιακόπους μόχθους καὶ δραστηριότητάς του, τοῦ συνέστησεν αὐστηρῶς νὰ βελτιώσῃ τὴν τροφήν του. Ὁ Καποδίστριας τοῦ ἀπήντησε: «Οὐδέποτε θὰ ἐπιτρέψω εἰς τὸν ἑαυτόν μου νὰ βελτιώσω τὴν τροφήν, ἀλλὰ μόνον τότε, ὅταν θὰ εἶμαι βέβαιος, ὅτι δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνα Ἑλληνόπουλο, ποὺ νὰ πεινᾶ...»
Ὁ λίαν εὐσυνείδητος ἄνθρωπος καὶ Χριστιανός, γίγας τοῦ πνεύματος, Ἰωάννης Καποδίστριας εἶχε συλλάβει τὸ νόημα τῆς ζωῆς καὶ ἐμφορούμενος καὶ βιώνων τὸν ἑλληνοχριστιανικὸν πολιτισμὸν, ἐφήρμοζεν ἀπολύτως τὸ Παύλειον: «ἔχοντες δὲ διατροφὰς καὶ σκεπάσματα, τούτοις ἀρκεσθησόμεθα» (Α’ Τιμ. 6,8) καὶ ἐβίωνε τὴν διδασκαλίαν τοῦ Σωκράτους: «ὅσας ὀλιγωτέρας ἀνάγκας ἔχει ὁ ἄνθρωπος, τόσον πλησιέστερα πρὸς τὸ θεῖον ἐστί, τὸ γὰρ θεῖον ἀνενδεὲς ἐστί».
* ΙΔΡΥΜΑ ΠΡΟΑΣΠΙΣΕΩΣ ΗΘΙΚΩΝ & ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΑΞΙΩΝ

25 Μαρτίου 2010

Ενθύμιον Σμύρνης

25η Μαρτίου. Η μεγάλη θρησκευτική και εθνική γιορτή της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού. Η Παναγία ευαγγελίζεται το Μέγα θαύμα της Ενανθρωπήσεως του Θεού, και η σκλαβωμένη Ελλάδα το 1821 κηρύσσει την Επανάσταση και τον απελευθερωτικό της αγώνα να αποτινάξει τον τουρκικό ζυγό. Χαρά μεγάλη και δόξα στη γη, για την αγγελία της ελεύσεως του Θεανθρώπου και Σωτήρος Ιησού Χριστού. Τιμή και καύχημα συγχρόνως για τους ήρωες αγωνιστές της Επανάστασης, που έζησαν πολέμους, αγώνες, θυσίες και μαρτύρια πριν την εθνική ανάσταση και ελευθερία από την σκλαβιά των Τούρκων, όπως ο Χριστός υπέμεινε πριν την Ανάστασή Του, τον Σταυρό του Γολγοθά. Το αίμα του Χριστού και των αγωνιστών έγινε η ζωή τους Γένους μας. Αυτή την ελεύθερη και ειρηνική ζωή της αγάπης, αγωνιζόμαστε να βιώσουμε με το μήνυμα της εν Χριστώ σωτηρίας, του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, πολεμώντας να απαλλαγούμε από τον τυραννικό ζυγό της αμαρτίας.
Αυτή την δοξασμένη ημέρα της 25ης Μαρτίου, μέσα στην ευλογημένη περίοδο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής βρεθήκαμε στην αλησμόνητη Σμύρνη της Μικράς Ασίας. Την γλυκιά και γοητευτική πολιτεία της αρχαιότητας και του υπόδουλου Ελληνισμού, την ορφανή και τουρκεμένη «Νύμφη του Ερμαίου», το «μάτι της Ανατολής», την πόλη όπου η γλώσσα της ήταν Ελληνική, θρησκεία της ο Χριστός, Μητρόπολή της η Αγία Φωτεινή. Την Πόλη που την εξυμνούσαν ως τα πέρατα της γης, που φημιζόταν για τις όμορφες Ελληνικές συνοικίες, το εμπορικό της λιμάνι, την όμορφη παραλία της και την ομορφιά των γυναικών της.
Πατώντας στα άγια χώματα της πολύπαθης και μαρτυρικής Μικρασίας, της κοιτίδας της Ελληνικής σκέψης, στο νου σου έρχεται το Ιερό Βιβλίο της Αποκαλύψεως που απεστάλη στις επτά Εκκλησίες της Μικράς Ασίας και το κεφάλαιο των επτά λυχνιών. Η τρομερή απειλή που πραγματοποιήθηκε με την Μικρασιατική καταστροφή και το ξερίζωμα του Χριστιανισμού από τα μέρη που ήκμασε. Η λυχνία μετακινήθηκε! Όμως, το φως του Ευαγγελίου φαίνεται να λάμπει ακόμα στα μέρη την Μικράς Ασίας.
Στη Σμύρνη φθάνεις αφού διασχίσεις μια διαδρομή όπου οι εικόνες εναλλάσσονται. Οι ακροθαλασσιές της Ιωνίας και τα φοβερά όρη των θρήνων, που μυρίζουν θάνατο και αίμα, που φαντάζουν ακόμα τα χαρακώματα και τα ταμπούρια των πολέμων, η σκλαβιά, το μαρύριο αθώων ανθρώπων. Αισθάνεσαι να ξυπνούν μέσα σου μνήμες του παρελθόντος και στιγμές συγκλονιστικές με νίκες και πένθη, που τις διαδέχονται οι ενθυμήσεις από φρικτές περιπέτειες την σκλαβιάς και των διωγμών του ευλογημένου Ελληνικού λαού της Μικράς Ασίας. Ο ξεριζωμός των Ελλήνων από τις πατρογονικές εστίες τους, δεν μπορεί να βγάλει από την καρδιά μας την αλησμόνητη Μικρά Ασία, την άλλοτε ένδοξη και άλλοτε λεηλατημένη, ματωμένη, καμένη, διωγμένη και παραδομένη στους εχθρούς της. Αιώνες λυσσομανούσαν οι εχθροί και οι δήθεν «σύμμαχοι» να εισβάλουν και να κατακτήσουν τις πατρίδες αυτές. Την Πόλη, τον Πόντο, την Μικρά Ασία. Όταν τις πήραν απ’ τους Έλληνες ησύχασαν! Δεν ξαναενδιαφέρθηκε κανένας. Ο σκοπός τους είχε επιτευχθεί. Στην Τουρκία των 72 διαφορετικών εθνοτήτων, δεν χωρούσαν οι Έλληνες που είχαν εκεί ιστορία 3.000 χρόνων, έχοντας δημιουργήσει πολιτισμό, πόλεις, έχοντας ξεχερσώσει τη γή, γι’ αυτούς δεν περίσευε τόπος, γιατί έτσι συνέφερε στα «σχέδια των συμμάχων». Αυτό που προείχε ήταν τα ανταγωνιστικά συμφέροντα των μεγάλων για την παγκόσμια ηγεμονία και το ξαναμοίρασμα του αποικιακού πλούτου. Δεν λογάριαζαν το αίμα του Ελληνικού στρατού και τις ζωές των Ελλήνων της Ανατολής. Τα πετρέλαια ήταν πολυτιμότερα, καθώς και η βιομηχανική επικράτηση, οι συγκοινωνίες και οι σιδηρόδρομοι, τα λιμάνια και τα εδάφη που δεν τους ανήκαν.
Σ’ αυτήν την πόλη της Σμύρνης βρεθήκαμε, περιδιαβαίνοντας τους δρόμους της, με εμφανή την αλλοίωση των Ελληνικών συνοικιών και των πανέμορφων αρχοντικών, όσων απέμειναν από την καταστροφή. Στην θέση τους κακόγουστες πολυώροφες κατοικίες που δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν στο ύψος τις φλόγες και του καπνούς του ’22. Κάποια έργα βιτρίνας, δρόμοι, δημόσια, κτίρια και ξενοδοχεία, προσπαθούν να αποκρύψουν τη φτώχεια στην υπόλοιπη πόλη. Τίποτα δεν θυμίζει την αίγλη της παλιάς Ελληνικής πόλης. Δεν μπορεί να είναι αυτή η Σμύρνη!
Περπατάμε στην ξακουστή παραλία της. Χρειάζεται μεγάλη άγνοια και αναισθησία, για να μην έρθουν στο νου σου, μνήμες από το ένδοξο παρελθόν και τον μετέπειτα χαλασμό «της πολιτείας της χαράς» που έγινε στάχτη. Μπροστά μας ανοίγετε ο κόλπος της Σμύρνης, εδώ όπου το 1922 καταποντίσθηκε το όνειρο της απελευθέρωσης την Μικράς Ασίας και έμεινε ανολοκλήρωτο το όραμα του 1821. Εδώ που χιλιάδες πρόσφυγες, νέοι, γέροι, γυναίκες, παιδιά, θανατώθηκαν σ’ αυτή την παραλία. Πίσω τους φωτιές, χαλασμός, χατζάρες, σφαίρες. Μπροστά τους η πλημμυρισμένη από αίμα θάλασσα –και δεν ήταν η πρώτη φορά-. Εδώ τα πλοία των «μεγάλων φίλων και συμμάχων», οι απαθείς Αμερικάνοι, Άγγλοι, Γάλλοι, Ιταλοί, τραβούσανε ταινίες τον ξολοθρεμό των Ελλήνων, τραγουδούσαν και ρίχνανε ζεματιστά νερά στους πρόσφυγες που κολυμπούσαν για να γλιτώσουν από τους Τούρκους. Σ’ αυτή την πόλη, το γένος των Ελλήνων ξεριζώνεται οριστικά από τις πανάρχαιες ρίζες του.
Μέσα στην πολυκοσμία της τουρκεμένης Σμύρνης, σκεφτόμαστε τον Εθνομάρτυρα Άγιο Χρυσόστομο. Στο πρόσωπό του, βλέπει κανείς τον Σταυρωμό της Ελλάδας. Παραδομένος ο Δεσπότης της Σμύρνης στον όχλο για να τιμωρηθεί όπως ο Χριστός από τους Ιουδαίους, με την μαρτυρική πορεία του προς τον Βασιλεία του Θεού, ραίνει την πόλη με το αίμα του, σηκώνοντας τον Σταυρό της Ρωμηοσύνης.
Σε μια μικρή Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία που τιμάται η Αγία Φωτεινή, για θυμίζει την παλιά μεγαλοπρεπή Μητρόπολη της Σμύρνης, τελέσαμε το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Συγκινημένοι δοξάσαμε τον Αληθινό Θεό μας. Νοιώθοντας τον Χριστό ανάμεσά μας, εορτάσαμε την Νίκη Του, ψελλίζοντας την τελευταία φράση του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου: «Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν».
Στρατής Ανδριώτης

Πως διεσώθησαν η Αγιάσος και ο Μανταμάδος από της πυρπολήσεως

Τη 25η Μαρτίου 1944, επί τη Εθνική εορτή, πολλοί κάτοικοι της Αγιάσου (Λέσβου), οι αποτελούντες, ίσως την Οργάνωσιν του Ε.Α.Μ., συνήλθαν εις δημοσίαν συγκέντρωση εις την πλατείαν της κωμοπόλεως καί προέβησαν εις εκδηλώσεις κατά των Αρχών Κατοχής. Όταν εγνώσθη τούτο εις Μυτιλήνην, ήρχισε να διαδίδηται, ότι οι Γερμανοί θα καύσουν την Αγιάσον καί τον Μανδαμάδον, διότι καί εις την Κοινότητα Μανδαμάδου έλαβον χώραν παρόμοια γεγονότα κατά των Γερμανών. Εις την πόλιν παρετηρήθη μεγάλη ανησυχία μεταξύ των κατοίκων. Ο Σεβασμ. Μητροπολίτης (ο Μυτιλήνης Ιάκωβος Α΄, +1958) εθεώρησε καθήκον του να ζητήσει ακρόασιν παρά τω Mohr Διοικητή της Bernhardt Stelle. Τω ωρίσθη η ώρα, επεσκέφθη τον Μοhr καί ηθέλησε να πληροφορηθεί παρ αυτού, εάν πράγματι η διαδοθείσα εις την πόλιν είδησις είναι αληθής. Ο Μοhr τω απήντησεν, ότι πράγματι ο Στρατιωτικός Διοικητής Λέσβου εξέδωκεν απόφασιν περί πυρπολήσεως της Αγιάσου καί του Μανδαμάδου, καί ότι δια τηλεγραφήματός του είς την Θεσσαλονίκην εζήτησε να τω αποσταλούν αί εμπρηστικαί ύλαι, διότι δεν είναι η πρώτη φορά πού προκαλούν τάς Γερμανικάς Αρχάς, εκθέτων δε ο Μοhr είς τον Σεβασμιώτατον τους λόγους, δι' ους θα έπρεπε, κατά την γνώμην του, να τιμωρηθούν αυστηρώς αί δύο αύται Κοινότητες, προσεπάθει να πείσει αυτόν να δεχθεί ότι έχουν δίκαιον οι Γερμανοί να επιμένουν είς την απόφασίν των ταύτην.
Ο Σεβασμιώτατος ευρέθη είς δύσκολον θέσιν, παρέμεινε δ' επί ώραν καί πλέον πλησίον του Μοhr, αγωνιζόμενος να πείσει αυτόν να παρέμβει παρά τω Στρατιωτικώ Διοικητή, δια την αναθεώρησιν της αποφάσεώς του. Προέβαλε πολλά επιχειρήματα και μεταξύ άλλων είπεν, ότι αί δύο αύται μεγάλαι Κοινότητες της νήσου αποτελούν αρχαία χριστιανικά προσκυνήματα καί ότι η τυχόν πυρπόλησις αυτών θα ήτο στίγμα δια την Γερμανίαν, διότι όλοι οι επίσημοι ξένοι, επισκέπτονται τάς δύο Κοινότητας, καί δη την Αγιάσον, δια να ιδούν την αρχαιοτέραν φορητήν χριστιανικήν εικόνα του κόσμου ήτις σώζεται είς τον εκεί Ιστορικόν ναόν της Παναγίας, καί ότι δεν θά έπρεπεν η Αγιάσος καί ο Μανδαμάδος να γίνουν παρανάλωμα του πυρός από τους Γερμανούς κ.λπ. Αφού ελέχθησαν καί αλλά πολλά ο Μοhr είπεν: «Εφόσον επιμένετε, Σεβασμιώτατε, θά επισκεφθώ αμέσως τον κ. Στρατιωτικόν Διοικητήν καί θά κάμω ότι είναι δυνατόν δια να τον πείσω να αναθεωρήσει την απόφασίν του». Συνεχίζων είπεν ο Σεβασμιώτατος εις ούδένα να κάμει λόγον περί τούτου καί ότι είναι ανάγκη να εκδοθεί μια εγκύκλιος προς τον λαόν από μέρους των Μητροπολιτών της Λέσβου, του Νομάρχου καί του Διοικητού της Χωροφυλακής, δια της οποίας να αποδοκιμασθούν αι γενόμεναι εκδηλώσεις κατά των Αρχών Κατοχής, να γίνουν συστάσεις εις τους κατοίκους να μη απασχολούν τάς Γερμανικάς Αρχάς καί να παραδώσουν τα όπλα, όσα ευρίσκονται ακόμη εις χείρας των, εκτός δε της εγκυκλίου αυτής, είπεν ο Μοhr εις τον Σεβασμιώτατον, «θά ήτο καλόν να επισκεφθείτε μετά του Νομάρχου καί του Διοικητού Χωροφυλακής τάς Κοινότητας, δια να συστήσητε καί προφορικώς τα προσήκοντα». Ο Μοhr τελευτών είπεν: «Εις τον στρατιωτικόν Διοικητήν, τον οποίον θά επισκεφθώ τώρα, θα ειπώ, ότι εκάλεσα τον Μητροπολίτην καί συνέστησα να ληφθούν τα ανωτέρω μέτρα. Θα τον παρακαλέσω δε να διατάξει την αναστολήν της εκτελέσεως της αποφάσεως του περί πυρπολήσεως των δύο χωριών καί ελπίζω να γίνει δεκτή η παράκλησίς μου».
Πράγματι, όλα αυτά έγιναν, ήτοι εξεδόθη εγκύκλιος, επεσκέφθησαν καί ωμίλησαν προς τον λαόν, ο μεν Μητροπολίτης εις Αγιάσον καί Πολιχνίτον, ο δε Νομαρχών μετά του Διοικητού Χωροφυλακής Λέσβου εις Μανδαμάδον, Καλλονήν, Αγίαν Παρασκευήν, Βατούσαν, Άντισσαν καί Ερεσόν. Μετά δύο ημέρας εκάλεσεν ο Μοhr τον Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην καί ανεκοίνωσεν εις αυτόν, ότι ο Στρατιωτικός Διοικητής ενέδωκεν εις την εισήγησίν του, «ανακαλέσας την απόφασιν περί πυρπολήσεως των δύο, ως άνω, Κοινοτήτων».
Ούτω, χάρις εις την επέμβασιν του Μητροπολίτου, εσώθησαν η Αγιάσος καί ο Μανδαμάδος.
Βραδύτερον, εις μίαν επίσκεψιν, ην έκαμαν δι’ υποθέσεις της πόλεως ο τότε Νομαρχών κ. Δημήτρ. Καρυώτογλου καί ο Δήμαρχος κ. Γ. Χονδρονίκης μετά του Σεβασμ. Μητροπολίτου εις τους ασκούντας την πολιτικήν διοίκησιν της Λέσβου Γερμανούς αξιωματικούς Grote καί Tollinger, λόγου γενομένου δια νέας αφορμάς, ας έδωκαν εις τους Γερμανούς τινές εκ των κατοίκων, Αγιάσου καί Μανδαμάδου, ο Grote είπεν: «Είχον πολύ δίκαιον αί Στρατιωτικαί Αρχαί, πού είχον λάβει την απόφασιν να καύσουν τα χωριά αυτά, αλλ' αί διάφοροι παρεμβάσεις (έστρεψε καί έδειξε τον Μητροπολίτην) τους ημπόδισαν».
Από το βιβλίον: «Τα πεπραγμένα της Ιεράς Μητροπόλεως Μυτιλήνης»

24 Μαρτίου 2010

Η σύλληψη του Ιησού από την Παρθένο Μαρία

Το υπέρλογο καί υπερφυσικό μυστήριο.του Επισκόπου Αχελώου, Ευθυμίου
«…Είναι ένα θαύμα. Καί όπως σ' όλα τα θαύματα γίνεται αναστολή των νόμων της φύσεως, έτσι καί στην περίπτωση της συλλήψεως του Ιησού «εκ Πνεύματος Αγίου καί Μαρίας της Παρθένου» «η φύσις εκαινοτόμησεν», έγινε δηλαδή κάτι καινούργιο, «το μόνον καινόν υπό τον ήλιον», όπως λέει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, κάτι ασυνήθιστο, ένα θαύμα με άμεση επέμβαση του Δημιουργού. Η Ενσάρκωση ήταν ένα θαύμα! Διότι «όπου Θεός βούλεται νικάται φύσεως τάξις». «Εν τη συλλήψει του Υιού του Θεού οι φυσικοί νόμοι της συλλήψεως παρέμειναν ανενέργητοι» (Αγ. Θεοδώρου).
Η «υπέρ φύσιν» σύλληψη του Ιησού από την Παρθένο αναφέρεται, ειδικότερα, στο γεγονός ότι έγινε «άνευ σπέρματος» (ανδρός) ή, όπως λέει ο ιερός Δαμασκηνός «ούκ εκ συνάφειας ανδρός»…
»Με την Πτώση (των Προτοπλάστων) υπέστη αλλοίωση η ανθρώπινη φύση (πόνος, φθορά, θάνατος)… Όλοι οι άνθρωποι, ως απόγονοι του Αδάμ κληρονομούν την αλλοιωμένη μεταπτωτική φύση των Πρωτοπλάστων. Με τα γενετικά κύτταρα του άνδρα καί της γυναίκας αναπαράγεται καί διαιωνίζεται η φθαρτή καί θνητή ανθρώπινη φύση.
Ο Ιησούς όμως πού επρόκειτο να ανακαινίσει το ανθρώπινο γένος, έπρεπε ο Ίδιος να είναι «καινούριος» άνθρωπος, ειδικότερα, έπρεπε να διαθέτει μια καινούρια ανθρώπινη φύση, απαλλαγμένη από την αρρώστια της φθοράς καί του θανάτου πού είχε προσβάλει το ανθρώπινο γένος. Γι’ αυτό καί η σύλληψη του Ιησού έγινε, όχι με τη συνηθισμένη διαδικασία της σωματικής ένωσης των συζύγων, αλλά με ειδική δημιουργική επέμβαση του Θεού, «εκ Πνεύματος αγίου» (Ματθ. α' 20). Έτσι, η σύλληψη του Ιησού αποτελεί μια νέα δημιουργία του Θεού. Ο Θεός στο πρόσωπο του Ιησού εδημιούργησε ένα νέο άνθρωπο, το νέο Αδάμ της Χάριτος, όπως ονομάζεται ο Χριστός. Ο άγιος Ειρηναίος γράφει, ότι όπως ο πρώτος Αδάμ δεν είχε άνθρωπο πατέρα, αλλά επλάσθηκε κατ' ευθείαν από τον Θεό, έτσι καί ο νέος Αδάμ, ο Ιησούς, ο δεύτερος γενάρχης της ανθρωπότητας, δημιουργήθηκε με άμεση επέμβαση καί δημιουργική ενέργεια του Θεού.
Ο απόστολος Παύλος, κάνοντας σύγκριση ανάμεσα στους δύο Αδάμ σημειώνει: «Ο πρώτος άνθρωπος εκ γης, χοϊκός, ο δεύτερος άνθρωπος ο Κύριος εξ ουρανού» (Α' Κορ. ιε' 47). Γι' αυτό καί οι Ορθόδοξοι Πατέρες παρομοιάζουν τη Θεοτόκο ως Παράδεισο, γιατί μέσα της (στον παρθενικό αυτό κήπο) ο Θεός εδημιούργησε το νέο Αδάμ, όχι πια με χώμα καί νερό, αλλά με το Άγιο Πνεύμα: «Μυστικός εί, Θεοτόκε, Παράδεισος, αγεωργήτως βλαστήσασα Χριστόν...»!
Έτσι, ο Ιησούς έγινε ο νέος γενάρχης της ανθρωπότητας. Όσοι κατάγονται απ’ αυτόν, όσοι δηλαδή συνδέονται μαζί του με την πίστη καί την αγάπη, δεν κληρονομούν πια τη φθορά καί το θάνατο, αλλά την αφθαρσία καί την αιωνιότητα…
»…Ο υπερφυσικός τρόπος σάρκωσης του Υιού του Θεού είχε σκοπό να αποκαταστήσει την ανθρώπινη φύση στην αρχέγονη ελευθερία της, και ειδικότερα στην ελευθερία από τα πάθη και την αμαρτία που διαφθείρουν τον άνθρωπο και καταστρέφουν τη ζωή του. Ο ίδιος ο Ιησούς υπήρξε ο πρώτος άνθρωπος που ήταν απαλλαγμένος από τη σαρκική επιθυμία. Ο Ιησούς, ως άνθρωπος ήταν απόλυτα ελεύθερος, όπως ο Αδάμ προ της παρακοής. Αυτό σημαίνει ότι η θέληση του Ιησού κυριαρχούσε απόλυτα στη νικηφόρα αντιμετώπιση των τριών πειρασμών, καθώς και στην τελική αναμέτρηση του Ιησού με το διάβολο κατά το Πάθος και τη Σταύρωσή Του!
»Η υπερφυσική σύλληψη του Ιησού είναι ένα θαύμα του Θεού που σχετίζεται με το σκοπό της Ενσάρκωσης, δηλαδή την ανακαίνιση της αλλοιωμένης μεταπτωτικής ανθρώπινης ύπαρξης».

Δέηση υπέρ της απελευθερώσεως των Ελλήνων από τον τουρκικό ζυγό

του Ηλία Μηνιάτη (+1714), Επισκόπου Κερνίκης και Καλαβρύτων

«…Έως πότε πανάμωμε και πανακήρατε Κόρη, το δύστηνο γένος των Ελλήνων θέλει να βρίσκεται στα δεσμά μιας ανυποφόρου δουλείας; Έως πότε να του πατεί τον ευγενικό λαιμό ο Θράξ; Έως πότε έχουν να βασιλεύονται από την ημισέληνο οι χώρες εκείνες, στις οποίες ανέτειλε σε ανθρωπίνη μορφή, από την αγιασμένη σου γαστέρα, ο μυστικός ήλιος της δικαιοσύνης Ήλιος; Ω Παρθένε! Ενθυμήσου, πως στην Ελλάδα πρότερον, παρά σε άλλον τόπο, έλαμψε το ζωηφόρο φως της αληθινής Πίστεως. Το ελληνικό γένος στάθηκε το πρώτον, οπού άνοιξε τις αγκάλες, και δέχθηκε το θείο Ευαγγέλιο του μονογενούς σου Υιού• το πρώτο, οπού σε γνώρισε για αληθινή Μητέρα του θεανθρώπου Λόγου• το πρώτο, όπου αντιστάθηκε στους τυράννους, οι οποίοι με μύρια βάσανα γύρευαν να εκριζώσουν από τις καρδιές των πιστών το σεβάσμιό σου όνομα. Τούτο έδωσε στον Κόσμο Διδασκάλους, οι οποίοι με το φως της διδασκαλίας των φώτισαν τις αμαυρωμένες διάνοιες των ανθρώπων. Τούτο έδωσε τους Ποιμένες, οι οποίοι με την ποιμαντική ράβδο εξώρισαν τους αιμοβόρους λύκους από το Εκκλησιαστικό ποίμνιο. Τούτο έδωσε γεωργούς, οι οποίοι με το άροτρο του Σταυρού, και με τον ιδρώτα του προσώπου γεώργησαν τις καρδιές, και σπέρνοντας τον Ευαγγελικό σπόρο, θέρισαν τις ψυχές για την ουράνια αποθήκη. Τούτο τους Μάρτυρες έδωσε, οι οποίοι με το ίδιο αίμα τους έβαψαν την πορφύρα της Εκκλησίας.
Λοιπόν, εύσπλαχνε Μαριάμ, σε παρακαλούμε, για το Χαίρε εκείνο το οποίο προξένησε σε εμάς την χαρά για τον Αγγελικό εκείνον Ευαγγελισμό, ο οποίος στάθηκε της σωτηρίας μας το προοίμιο χάρισε σ’ αυτό την προτέρα τιμή, ανάσυρε αυτό από την κοπριά της δουλείας στον θρόνο του βασιλικού αξιώματος• από τα δεσμά στο σκήπτρο, από την αιχμαλωσία στο βασίλειο. Και αν αυτές οι φωνές μας δεν σε παρακινούν στην ευσπλαχνία, ας σε παρακινήσουν αυτά τα πικρά δάκρυα, τα οποία τρέχουν από τους οφθαλμούς μας. Αλλ' ανίσως και αυτά δεν φθάνουν, ας σε παρακινήσουν οι φωνές και οι παρακλήσεις των Αγίων σου, οι όποιοι ακαταπαύστως φωνάζουν από όλα τα μέρη της δυστήνου Ελλάδος. Φωνάζει ο Ανδρέας από την Κρήτη, φωνάζει ο Σπυρίδων από την Κύπρο, φωνάζει ο Ιγνάτιος από την Αντιόχεια, φωνάζει ο Διονύσιος από την Αθήνα, φωνάζει ο Πολύκαρπος από την Σμύρνη, φωνάζει η Αικατερίνη από την Αλεξάνδρεια, φωνάζει ο Χρυσόστομος από την Βασιλεύουσα Πόλι και δεικνύοντές σου την σκληροτάτη τυραννίδα των άθεων Αγαρηνών, ελπίζουν από την άκρα σου ευσπλαχνία του Ελληνικού Γένους την απολύτρωση.
Αποδέξου λοιπόν, Παναγία Παρθένε, τα δάκρυά μας, τα οποία συνοδεύουν το μυστήριο, το οποίο ετελειώθη σε Σένα. Διότι καθώς τα δάκρυα τρέχουν χωρίς να βλάψουν τους οφθαλμούς, έτσι και ο Θείος Λόγος προήλθε από την καθαρή σου μήτρα, δίχως φθορά της Παρθενίας σου. Δώσε τόση δύναμη στους ευσεβείς, εναντίον των ανθρωποκτόνων και αιμοβόρων βαρβάρων, ώστε να σβησθεί τελείως το φως της ημισελήνου, όπως λάμψει πάλι περισσότερο του μυστικού Ηλίου η ζωοποιός ακτίνα και δοξασθεί από όλους το Άγιό σου όνομα, συν τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».

23 Μαρτίου 2010

Παλαιών Πατρών Γερμανός

«…Εις ταύτην και τοιαύτην πόλιν (Δημητσάνα Γορτυνίας) εγεννήθη ο Ιεράρχης Γερμανός την 25ην Μαρτίου 1771, συνέπιπτε δε τότε προς την μεγάλην Παρασκευήν, εξ ενός χαρά Ευαγγέλια, ετέρωθεν ο Θεάνθρωπος κρεμάται επί ξύλου, ημέρα πένθους, μάλλον συνάδουσα προς τας περιστάσεις… Τας δ’ αρετάς και τον βίον του Ιεράρχου Γερμανού περιέγραψαν και επήνεσαν πάντες αναξαιρέτως ημέτεροι τε και ξένοι συγγραφείς, ιδίως δε ο φίλος αυτού Πουκεβίλ εξήρε τον χαρακτήρα, παραμοιάσας αυτόν προς τον Σωκράτην…» (Προλεγόμενα- Γ. Ι. Παπούλας, «Παλαιών Πατρών Γερμανός - Απομνημονεύματα»).
Σπούδασε στην Πατριαρχική Σχολή Κουρούτσεσμε της Κωνσταντινούπολης και τον Μάρτιο του 1806, σε ηλικία 36 ετών εκλέχτηκε μητροπολίτης Παλαιών Πατρών. Ερχόμενος στην Πάτρα, του επιφυλάχθηκε θερμή υποδοχή από τους πιστούς προς τους οποίους άσκησε επιτυχή ποιμαντορία, παρακινούμενος εκ της αγάπης, του σεβασμού και της αφοσίωσης του κόσμου. Το 1918 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία έχοντας δυναμική συμμετοχή στην προετοιμασία της Επαναστάσεως. Στις 8 Μαρτίου του 1821, όπως αναφέρει ο πολιτικός επιστήμων Κωνσταντίνος Χολέβας, «…o Γερμανός και ο Προκόπιος (Επίσκοπος Κερνίτσης και Καλαβρύτων) κλείσθηκαν για αρκετές ημέρες στη Μονή της Αγίας Λαύρας κοντά στα Καλάβρυτα και αφού συσκέφθηκαν με προκρίτους και οπλαρχηγούς αποφάσισαν την κήρυξη της Επαναστάσεως. Ο Γερμανός τα αναφέρει αυτά στα Απομνημονεύματά του. Τον αμφισβητούν ορισμένοι, διότι δεν γράφει ότι σήκωσε την σημαία της Επαναστάσεως. Προφανώς δεν γράφει από σεμνότητα ότι αυτός ήταν το επίκεντρο. Έκανε όμως κάτι σημαντικότερο. Έστειλε σε εφημερίδες της Δυτικής Ευρώπης την προκήρυξη της Ελληνικής Εθνεγερσίας. Έτσι στην εφημερίδα LE CONSTITUTIONΝEL των Παρισίων, στις 6 Ιουνίου 1821, δημοσιεύεται σε περίληψη η εθνεγερτική ομιλία του Γερμανού, με την οποία καλεί τους συγκεντρωμένους στην Αγία Λαύρα να αποτινάξουν τον Τουρκικό ζυγό. Η εφημερίδα στο τμήμα των εξωτερικών ειδήσεων αναφέρει ότι η ομιλία του Παλαιών Πατρών Γερμανού έγινε προς τον κλήρο και τον λαό που είχε συγκεντρωθεί στην ανδρική Μονή της Λαύρας στο όρος Βελιά της Πελοποννήσου. Στην τελευταία παράγραφο της δημοσιευμένης ομιλίας του ο Γερμανός καλεί τους επαναστάτες να εφορμήσουν προς την Πάτρα έχοντας ως σημαία το σύμβολο του Σταυρού. Η ομιλία φέρεται να έγινε στις 8 Μαρτίου, δηλαδή την ημέρα που άρχισε η σύσκεψη στην Αγία Λαύρα. Να, λοιπόν που μία γαλλική εφημερίδα του 1821 αναφέρεται και στον Παλαιών Πατρών Γερμανό και στην Λαύρα και στην ύψωση της σημαίας, όλα δηλαδή αυτά που αμφισβητούν οι μεταμοντέρνοι ιστορικοί της εποχής μας».
Επίσης, σε αναφορά Ολλανδού διπλωμάτη στη Κωνσταντινούπολη την 13/25η Απριλίου του 1821 προς την κυβέρνησή του, αποκαλύπτεται η πατριωτική δράση του Μητροπολίτου Παλαιών Πατρών, καθώς και του Πατριάρχου Γρηγορίου Ε΄: «Ο αρχηγός ούτος της Εκκλησίας ονόματι Γρηγόριος είχεν εξελεγχθεί (από τους Τούρκους) ως συνένοχος και κύριος υποκινητής της συνωμοσίας των Ελλήνων. Γεννημένος εν Πελοποννήσω και επιθυμών κατά τον καλύτερον τρόπον να αποκρύψει το «παιχνίδι» του από τους οφθαλμούς της Κυβερνήσεως είχε καταστεί -λένε- εγγυτής υπέρ του Μητροπολίτου Πατρών, υποκινητού της Επαναστάσεως της Πελοποννήσου. Πιστοποιηθείσης της συμμετοχής του δια σαφών αποδείξεων και εγγράφων, ο σουλτάνος του επέβαλε την ποινήν, την οποίαν επέσυρε το κακούργημά του. Η συνημμένη προκήρυξις αναρτηθείσα επί του νεκρού, θα πληροφορήσει την Εξοχότητά σας περί των κατηγοριών αίτινες τον ωδήγησαν εις την αγχόνην».
Εύστοχα εδώ ο Κ. Χολέβας σχολιάζει ότι και ο Σουλτάνος, αλλά και οι ξένοι διπλωμάτες γνώριζαν τον πατριωτισμό του Γρηγορίου Ε καί καταλάβαιναν ότι η αποκήρυξη της εξεγέρσεως του Υψηλάντη (δεν πρόκειται για αφορισμό, διότι αφορισμός ισχύει μόνο για θέματα πίστεως και δόγματος) ήταν ένα τέχνασμα. Επιπλέον το κείμενο καταγράφει την αντίληψη που είχαν σχηματίσει οι ξένοι διπλωμάτες βάσει πληροφοριών ότι η Πελοπόννησος εξεγέρθηκε με κύριο υποκινητή τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, τον οποίο σήμερα κάποιοι αποκαλούν «φιλότουρκο».
Ο Γερμανός λοιπόν, φέρεται ότι οργάνωσε και πραγματοποιήθηκε τελετή ύψωσης και ευλογίας των επαναστατημένων όπλων στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου, σε μια μεγαλειώδη συγκέντρωση. Εκεί, αναφέρεται ότι «αφού τοποθέτησε φρουρούς και έναν πρόχειρο βωμό για την τοποθέτηση του Τιμίου Σταυρού, μέσα σε έξαλλο ενθουσιασμό ευλόγησε τα όπλα και την πρώτη ελληνική σημαία, δεήθηκε για την έναρξη του αγώνα, για τους αγωνιστές και για τα θύματα και έδωσε θάρρος και ενθουσιασμό στον λαό. Το πλήθος ασπάζονταν το Σταυρό, φώναξε επαναστατικά συνθήματα και ορκίζονταν ζητωκραυγάζοντας "ΖΗΤΩ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ". Την επομένη, ο Γερμανός έστειλε εγκύκλιο στους πρόξενους των ξένων δυνάμεων με τον σκοπό της εξέγερσης, ζητώντας υποστήριξη και προστασία».
Ανέλαβε επίσης την αποστολή να ενημερώσει για τους αγώνες του Έθνους, τους Ιταλούς και το Βατικανό, καθώς και «τους επιφανείς πατριώτες του εξωτερικού, μεταδίδοντας και διαδίδοντας την επιθυμία των Ελλήνων για αποτίναξη του ζυγού και ελευθερία και αποκομίζοντας κάθε είδους υποστήριξη από αυτούς και από τα ξένα κράτη. Η αποστολή του Γερμανού εξέφρασε εκείνη την περίοδο την επίσημη φωνή της επαναστατημένης Ελλάδας στο εξωτερικό και απέφερε αρκετά οφέλη στην επανάσταση».
Αργότερα, απογοητευμένος από τον εμφύλιο σπαραγμό απεσύρθη στη μονή της Χρυσοποδαρίτισσας. Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός την περίοδο αυτή έγραψε τα απομνημονεύματά του. «Με εντολή του Γκούρα, οι στρατιώτες τον απήγαγαν με βία και τον έσυραν πεζό μέχρι τη Γαστούνη, το χειμώνα του 1825. Αποτέλεσμα αυτού ήταν ο σοβαρός κλονισμός της υγείας του… Στο Ναύπλιο ο Γερμανός προσεβλήθη από λοιμώδη νόσο από την οποία και απεβίωσε στις 30 Μαΐου 1826». Το λείψανό του φυλάσσεται στη Δημόσια Βιβλιοθήκη της Σχολής στη Δημητσάνα.
σ.α.

Παπαφλέσσας ή Δικαίος Γρηγόριος

Αγωνιστής της Επανάστασης. Γεννήθηκε στην Πολιανή της Αρκαδίας το 1788. Φοίτησε στη σχολή της Δημητσάνας για μερικά χρόνια και κατόπιν χειροτονήθηκε διάκονος. Μόνασε από το 1816 έως το 1817 στη μονή Βελανιδιάς κοντά στην Καλαμάτα και αργότερα στη μονή Ρεκίτσας. Λόγω όμως του εκρηκτικού του χαρακτήρα ήρθε σε ρήξη με έναν Τούρκο μεγαλοκτηματία και αναγκάστηκε να φύγει για τη Ζάκυνθο και από εκεί για την Κωνσταντινούπολη. Είχε τα προσόντα να γίνει Δεσπότης, αλλά έγινε παρέμεινε Αρχιμανδρίτης, ώσπου μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Π. Αναγνωστόπουλο και πήρε το ψευδώνυμο Αρμόδιος. Στάλθηκε από τη Φιλική Εταιρεία στη Βλαχία, όπου ανέπτυξε αξιόλογη δράση. Ο ζήλος του όμως και το παράτολμο θάρρος του τον παρέσυραν σε ενέργειες που εξέθεταν σε κίνδυνο την Εταιρεία.
Μετά την αυθαίρετη συμφωνία με τους οπλαρχηγούς Ι. Φαρμάκη και Γ. Ολύμπιο να κηρύξουν από κοινού την Επανάσταση, αρκετοί Φιλικοί πρότειναν τη δολοφονία του. Όμως, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης τον διόρισε γενικό του πληρεξούσιο με την εντολή να κηρύξει την Επανάσταση στην Πελοπόννησο. Το Δεκέμβριο του 1820 έφθασε στην Ύδρα, όπου οι πρόκριτοι δίσταζαν να εξεγερθούν. Το ίδιο διστακτικοί ήταν και οι προύχοντες της Πελοποννήσου που ζητούσαν εγγυήσεις για την επάρκεια των πολεμοφοδίων και τη συμπαράσταση της Ρωσίας.
Ο Παπαφλέσσας πήρε μέρος στη συνάντηση που έγινε στη Βοστίτσα τον Ιανουάριο του 1821 προσπαθώντας να πείσει τους προύχοντες, οι οποίοι τον περιόρισαν σε μοναστήρι. Κατάφερε να δραπετεύσει και άρχισε να προκαλεί ένοπλες συγκρούσεις με τους Τούρκους για να πιέσει τους προύχοντες να αποφασίσουν την εξέγερση. Κατάφερε με τον ίδιο τρόπο να πείσει και τον Πετρόμπεη και πήρε μέρος στην άλωση της Καλαμάτας. Φόρεσε φουστανέλα και περιόδευε τις επαρχίες προσπαθώντας να πείσει τους πρόκριτους και το λαό να εξεγερθούν. Έλαβε μέρος σε όλες τις επιχειρήσεις της Κεντρικής Πελοποννήσου. Υπήρξε πληρεξούσιος στην Α' Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου το 1821 και πήρε μέρος στις εμφύλιες διενέξεις του 1824-25 με την παράταξη των καπεταναίων.
Όταν εισέβαλε ο Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο την άνοιξη του 1825 αποφάσισε να συγκεντρώσει στρατό και να τον αντιμετωπίσει, αφού ο Κολοκοτρώνης και άλλοι σημαντικοί καπεταναίοι ήταν στη φυλακή. Συγκέντρωσε δύο χιλιάδες περίπου άντρες και τους τοποθέτησε στη θέση Μανιάκι στη Μεσσηνία. Οι περισσότεροι όμως έφυγαν όταν εμφανίστηκε η δύναμη του Ιμπραήμ. Στις 20 Μαΐου 1825 δόθηκε η άνιση μάχη και όλοι σχεδόν οι συμπολεμιστές του Παπαφλέσσα σκοτώθηκαν, όπως και ο ίδιος. Ο Φωτάκος διηγείται ότι μετά τη μάχη, ο Ιμπραήμ αναζήτησε το πτώμα του και το έστησε όρθιο για να τον θαυμάσει. Από αυτό το θρύλο εμπνεύσθηκε ο καλλιτέχνης και εκτέλεσε το έργο με μια μικρή παραλλαγή. Ο Ιμπραήμ στήνει το νεκρό Παπαφλέσσα και τον ψιλά σε ένδειξη θαυμασμού και τιμής της ανδρείας και αυτοθυσίας του αντιπάλου.
Βιβλιογραφία: «Το λεύκωμα του ’21» της Μίρκας Παλιούρα

Όλα ας τα δώσουμε στην πατρίδα!


* 16 Φεβρουαρίου 1821. Στων Υψηλάντηδων το αρχοντικό, στο Κινσώβ της Ρωσίας, γύρω στο τραπέζι τα τέσσερα αδέλφια Αλέξανδρος, Δημήτριος, Νικόλαος καί Γεώργιος γράφουν την προκήρυξη. Μέσα στην επίσημη σιωπή ακούγεται αργή καί γαλήνια η φωνή του Αλέξανδρου:
— Ναί, αδελφοί, όλα τα προσφέρουμε θυσία πατριωτική... Καί τα δύο εκατομμύρια της αποζημίωσης για την επίταξη του αρχοντικού μας στην Κωνσταντινούπολη από τους Τούρκους. Καί τα κτήματά μας στη Βλαχία. Η τιμή τους είναι έξι εκατομμύρια. Ας προσφέρουμε καί τους βαθμούς καί τους μισθούς, τους οποίους απολαμβάνουμε στη ρωσική υπηρεσία. Όλα ας τα δώσουμε στην πατρίδα! ...Σηκώθηκε, βγήκε από την αίθουσα για να φέρει τη γερόντισσα μάνα, την τρανή αρχόντισσα Ελισάβετ.
— Μητέρα, είπε, η σωτηρία της πατρίδας μπορεί να απαιτήσει καί τη θυσία του κτήματός μας στην Κοζνίτσα, το οποίο δίνει έσοδα 54.000 ρούβλια το χρόνο. Προσφέρεις το κτήμα αυτό στην πατρίδα;
Η αρχόντισσα Υψηλάντισσα δάκρυσε:
— Παιδιά μου, είπε, εγώ προσφέρω εσάς τα φίλτατά μου καί θα λυπηθώ τα ρούβλια;
Με τα τελευταία αυτά λόγια ή προκήρυξη ήταν τελειωμένη καί ο πρωτότοκος γιος υπόγραψε με το αριστερό του χέρι:
Αλέξανδρος Υψηλάντης.

* Στη Μύκονο κάλεσαν σε σύσκεψη προκρίτους του νησιού. Η Μαντώ Μαυρογένους, σοβαρή καί επιβλητική καθώς ήταν, συνάρπαζε όλους με τα ενθουσιώδη καί πειστικά λόγια της:
— Έρχομαι να προσφέρω την περιουσία μου για τον αγώνα του Γένους, είπε. Ας ενώσουμε
τις δυνάμεις μας με αυτές των αδελφών μας, πού πολεμούν για τη λευτεριά του Έθνους μας. Ας τινάξουμε από πάνω μας αυτή τη φοβερή σκλαβιά.
Μάταια οι δικοί της προσπαθούν να την αναστείλουν.
— Η Πατρίδα να ελευθερωθεί καί δε με μέλει τι θ' απογίνω εγώ. Όταν θα έχω χρησιμοποιήσει όλα όσα μπορώ να διαθέσω για την ιερή υπόθεση της ελευθερίας, θα τρέξω στο στρατόπεδο των Ελλήνων, για να τους ενθαρρύνω με την απόφασή μου να πεθάνω, αν χρειαστεί, για την ελευθερία, αποκρίνεται.
Μετά την επανάσταση ή Μαντώ είχε απομείνει πάμφτωχη.

22 Μαρτίου 2010

Οι πολεμούντες την Ελληνική ιστορία

Την ίδια στιγμή που γράφονται από πολλούς, ιδίως ξένους, λόγιους και ιστορικούς της εποχής μας, αλλά καί των προηγούμενων περιόδων, πολλά σπουδαία συγγράμματα και προβάλλεται σε όλο τον κόσμο εξυμνούμενη η σπουδαιότητα του μακραίωνου πολιτισμού του Βυζαντίου, υπάρχουν και μερικές ρυπαρές «αρθρογραφίες» που έχουν ως σκοπό να μειώσουν την σημαντικότητα της ελληνοχριστιανικής αυτοκρατορίας, την οποία και εμείς οι Έλληνες δεν έχουμε εκτιμήσει όσο θα έπρεπε, πλανώμενοι από προπαγανδιστικές επιρροές, προερχόμενες εκ της Δύσεως. Οι Δυτικοί οι οποίοι επειδή κατακτήθηκαν και αλλοτριώθηκαν από τους Φράγκους κυρίως, δεν επιδέχονται ότι οι Έλληνες ήταν αυτοί που στην Ανατολή συνέχισαν την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία καί ότι αυτό που ξεκίνησε ο Μέγας Αλέξανδρος καί παρέλαβαν οι Ρωμαίοι, το διέσωσαν οι Έλληνες Χριστιανοί ακόμα και μέσα στην τουρκοκρατία. Η Ρωμανία ή αλλιώς Νέα Ρώμη, μετονομασθείσα σε Βυζάντιο μετά την άλωση από τους Τούρκους, λαμβάνει χώρα ως συνέχεια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας που αφού εκχριστιανίσθηκε και εξελληνίσθηκε απόλυτα, συνεχίσθηκε πολεμούμενη όσο καμία άλλη.
Δυστυχώς, διάφοροι ευκαιριακοί και ανιστόρητοι, μερικές φορές και «μισθωτοί» διαστρεβλωτές της Ελληνικής ιστορίας, προσπαθούν να πείσουν χωρίς επιχειρήματα ότι οι Βυζαντινοί δεν ήταν Έλληνες. Αυτός είναι ο καημός τους. Και μας θυμίζουν κάποιους Τούρκους ξεναγούς που όταν δείχνουν στους τουρίστες τα Ελληνικά μνημεία στη «χώρα» τους, και ερωτώνται ποιών έργα είναι τα παρουσιαζόμενα, απαντούν ότι είναι των Βυζαντινών, και όταν ξαναερωτηθούν τι ήταν οι Βυζαντινοί, λένε ότι είναι κάποιοι που ήρθαν εξ Ανατολών, δηλαδή από το υπερπέραν! Κάτι σαν εξωγήινοι. Και όταν κάποιοι πιο παρατηρητικοί και διαβασμένοι τουρίστες τους πουν ότι τα γράμματα πάνω στα μνημεία που τους δείχνουν είναι ελληνικά, οι ονομασίες πόλεων, χωριών και τοποθεσιών είναι ελληνικές, τότε οι «γείτονες» αλλάζουν κουβέντα. Άλλα λόγια να αγαπιόμαστε.
Αν και δεν χρειάζεται να ψάχνουμε επιχειρήματα για να αποδείξουμε τα αυτονόητα, αξίζει όμως να παρατηρήσουμε μια μεγάλη και αποστομωτική αλήθεια που απορρέει μέσα από την παράδοση της Εκκλησίας. Αυτές τις ημέρες, παρακολουθήσαμε την κατανυκτική Ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου, που ψάλθηκε σε όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες και μαζί διαβάσθηκαν οι Χαιρετισμοί στην Παναγία. Οι σκέψεις που διαπερνούν τον καθένα, πέραν της πνευματικής πληρότητας, είναι ότι ο Ακάθιστος Ύμνος ψάλθηκε για πρώτη φορά τον 7ο αιώνα, ως ευχαριστία προς την Παναγία που έσωσε την Κωνσταντινούπολη από τους Πέρσες και τους Σκύθες, αργότερα και από Αγαρηνούς, Σαρακηνούς. Ο θεσπέσιος αυτός Ύμνος γράφθηκε στην Ελληνική γραφή και ψάλθηκε στην Ελληνική γλώσσα. Ενίοτε δε, ψάλλεται απαράλλακτα και αδιαλείπτως από τον 7ο αιώνα μέχρι σήμερα και διαβάζεται στην ίδια Ελληνική γλώσσα και γραφή, οι μεν κανόνες του Ακαθίστου Ύμνου τις πέντε πρώτες Εβδομάδες των Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, και οι ειρμοί αυτών των κανόνων ψάλλονται και ως Καταβασίες σε διάφορες περιόδους όλου του έτους, καί ως προσόμοια κανόνων Αγίων (βλ. Όρθρους), οι δε Χαιρετισμοί διαβάζονται καθημερινά καθ’ όλο το έτος συμπεριλαμβανόμενοι στο μικρό Απόδειπνο. Αφού λοιπόν χρησιμοποιείτο στην Βυζαντινή αυτοκρατορία η Ελληνική γλώσσα και γραφή, και σχεδόν όλοι οι αυτοκράτορες και οι Πατριάρχες ήταν Έλληνες, ο στρατός Ελληνικός, καθώς και οι νόμοι, οι συνήθειες, ο πολιτισμός, τότε γιατί πρέπει να ζορίζονται κάποιοι να αποδείξουν κάτι που δεν υφίσταται. Υπάρχουν τόσα και τόσα βιβλία μεγάλων συγγραφέων, που αποδεικνύουν περίτρανα ότι από τον 7ο αιώνα η αυτοκρατορία ήταν καθαρά Ελληνική. Και οι κατοικούντες την βυζαντινή επικράτεια λεγόντουσαν Ρωμηοί και ο πολιτισμός τους Ρωμηοσύνη, όπου η λέξη Ρωμηός έχει μέχρι και σήμερα την έννοια του Ορθοδόξου Έλληνα.
Γιατί λοιπόν, τους έχει πιάσει μερικούς η μανία και προσπαθούν να καταργήσουν, να αλλοιώσουν και να εξαφανίσουν την Ελληνική ιστορία, ειδικά όταν πέφτει στην αντίληψή τους ότι ο Ελληνισμός και ο Χριστιανισμός συμπορεύονται από κοινού;
Στρατής Ανδριώτης

Ο Ελληνισμός στη ζωή καί στο έργο του Μακρυγιάννη

του π. Γεωργίου Μεταλληνού – Από το βιβλίο «Ελληνισμός μετέωρος»

... Ο Μακρυγιάννης φαίνεται να ζει στήν ύπαρξή του την ιστορική διαχρονία και ενότητα του Ελληνισμού.
Είναι τόσο φυσική στο Μακρυγιάννη η αδιατάρακτη συνέχεια του Έθνους, ώστε μιλώντας για την εποχή του να αναδύονται στη μνήμη του αβίαστα οι αρχαίοι. «Γοναίγοι προπατέρες» μας είναι ο Μιλτιάδης, ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης, ο Λεωνίδας, ο «γέρο Σωκράτης καί ο Πλάτων» καί όλοι «οι επίλοιποι γενναίοι άνδρες» …Οι νέοι Έλληνες είναι απόγονοι των παλιών Ελλήνων» καί παιδιά των συνεχιστών της δικής τους ιστορικής παρουσίας», του Ρήγα, του Μάρκου Μπότσαρη, του Καραϊσκάκη, του Δυσσέα, του Διάκου, του Κολοκοτρώνη, του Νικήτα, του Κυργιακούλη, του Μιαούλη, του Κανάρη, των Υψηλάντων». Το πειστήριο: "Θυσίασαν τη ζωή τους καί την κατάστασήν τους δι' αυτείνη την ορθόδοξην θρησκείαν και δι’ αυτείνην την ματοκυλισμένην μικρή τους πατρίδα». Με την επανάσταση ανέστησαν την αρχαία Ελλάδα.
Βέβαια, υπάρχει και η αναφορά στον άλλο κλάδο του εθνικού δένδρου, τους αγίους της Ορθοδοξίας. Δίπλα στο Σωκράτη επιβιώνει ατή μακρυγιάννεια μνήμη ο Μ. Βασίλειος. Οι νέοι Έλληνες δεν είναι μόνο απόγονοι των αρχαίων, αλλά παιδιά καί των Αγίων της Ρωμηοσύνης, όλης δηλαδή της ελληνικής ιστορικής συνέχειας.
Η μνήμη των προγόνων ενισχύει το αυτοσυναίσθημα του Μακρυγιάννη. «Απόγονοι αυτεινών των περίφημων ανθρώπων, όπου στόλισαν την ανθρωπότητα μ' αρετή». Η συνείδησή του όμως δεν λειτουργεί ρατσιστικά. Οι Αρχαίοι δεν είναι μόνο δικοί μας πρόγονοι, αλλά πνευματικά «γοναίγοι όλης της ανθρωπότης», «μεγάλοι άνδρες του κόσμου». Η Ελλάς είναι «μερική πατρίδα τους». Μ' αυτές τις περγαμηνές εισέρχεται το Έθνος στα ελεύθερα Κράτη της Ευρώπης. Αρχαίοι καί Άγιοι του έχουν κληροδοτήσει τις αρετές τους, καί γι' αυτό δεν νοιώθει καμιά μειονεξία. Οι πρώτοι: «αγαθοί, δίκαιγοι, το φως της αλήθειας, γενναίοι ύπερασπισταί της λευτεριάς». Οι Άγιοι: «είχαν πρώτα αρετή, ηθική», έγιναν «καλοί χριστιανοί ορθόδοξοι θεολόγοι καί καλοί φιλόσοφοι» καί με τη φώτιση του Θεού «πατέρες της Εκκλησίας καί άγιοι».
Η επιβίωση των προγόνων δεν στηρίζεται στη φυλετική συνέχεια, αλλά στη ψυχική. Η κοινότητα των αρετών επιβεβαιώνει την ταύτιση. «Στη θέση οπού απέθανες εσύ, Λεωνίδα, με τους τρακόσους σου, πέθαναν καί αυτείνοι δια την Θρησκείαν καί την πατρίδα».
…Η πτώση της αρχαίας Ελλάδος οφείλεται στην αλλοτρίωση των παιδιών της. «Χάνοντας αυτείνοι, εχάθη καί η πατρίδα τους, η Ελλάς, έσβησε το όνομά της». Ξαναβρίσκοντας έτσι, την γνησιότητά τους οι Έλληνες, μπόρεσαν να την αναστήσουν. Είναι οι «αθάνατοι Έλληνες», οι τίμιοι αγωνιστές, πού ανέστησαν την Ελλάδα. Μάλλον «ο Θεός ο δίκαιος» χάρη των αρχαίων» ανάστησε και τους απογόνους των». Διότι ο Θεός σ' αυτη τη συνέχεια του Ελληνισμού έχει κεντρική θέση.
Ο Μακρυγιάννης εντοπίζει καί τις απόλυτες αξίες της ελληνικής παρακαταθήκης, που συνιστούν τα ιερά καί όσια, τα οποία αγωνιζόταν να διασώσει. Είναι οι συνιστώσες της ταυτότητας του Γένους-Έθνους, η θρησκεία καί η πατρίδα.
. . . Θρησκεία των Νεοελλήνων είναι η Ορθοδοξία, η «ενυπόστατος πίστις» των Αγίων του Γένους, με όλες τις ησυχαστικές πρακτικές της (άσκηση –μετάνοια - αγώνα για τη σωτηρία-θέωση). Χωρίς την προϋπόθεση αυτή ο Μακρυγιάννης μένει ακατανόητος, παρερμηνεύεται, παρεξηγείται. Η Ορθοδοξία είναι η πνευματική παράδοση του Ελληνισμού. Στήν αυθεντική της έκφραση ανεξίθρησκη («η θρησκεία κάθε ανθρώπου» σεβαστή), φιλάνθρωπη, αντιρατσιστική. Εκκλησίες καί Μοναστήρια διασώζουν την «υπαρκτή Ορθοδοξία» καί γι' αυτό αποτελούν τόπους συνεχούς αναβαπτισμού του Γένους. Τα Μοναστήρια ήσαν, εξ άλλου, «τα πρώτα προπύργια της επανάστασης μας».
Πατρίδα είναι ο γεωγραφικός χώρος πραγματώσεως του Έλληνα-Ρωμηού, δηλαδή Ορθοδόξου. Γι' αυτό πρέπει να είναι ελεύθερη, για να είναι δυνατή καί η αυτοπραγμάτωση καί ολοκλήρωση αυτή του Έλληνα ανθρώπου καί του πολιτισμού του. Διότι η πατρίδα μόνο ως κοινωνία δικαιοσύνης, ισοτιμίας καί ρωμαίικης δημοκρατίας μπορεί να νοηθεί. Προορισμός της: «να ζει (ο Έλληνας) καί οι συγγενείς του (= οι λοιποί του Γένους του) ως τίμιοι άνθρωποι εις την κοινωνίαν». Μιλώντας για την πατρίδα ο Μακρυγιάννης αληθινά εκστασιάζεται. «Ο ζήλος της πατρίδος», βρίσκει έτσι τη δικαίωσή του, όπως καί όλες οι θυσίες γι' αυτήν. Η πατρίδα όμως νοείται πάντα σε συνάρτηση με τη θρησκεία», διότι αυτή «μας ελευθέρωσε». Η επανάσταση είναι καρπός της αθεράπευτης αγάπης του Έλληνα για τη πατρίδα και τη θρησκεία. Ο Έλληνας στη γνησιότητά του «διψά για αρετή καί δια πατριωτισμόν».
Μιλώντας για τον Ελληνισμό ο Μακρυγιάννης, δέχεται, καθαρά την έννοια του «Λαού του Θεού», Όπως καί ο Ντοστογέφσκυ για το Ρωσικό Λαό. Και είναι «λαός του Θεού» ο Ελληνικός στο μέτρο, πού πορεύεται μέσα στο θέλημα του Θεού, κατά το «μακάριος, ου ο Θεός βοηθός αυτού» (Ψαλμ. 145,5). Λείπει κάθε απόχρωση εθνικισμού καί φυλετισμού στο Μακρυγιάννη, γιατί στή συνείδησή του κυριαρχεί ο ρωμαίικος «οικουμενικός πατριωτισμός» καί όχι ο δυτικότροπος — διαφωτιστικός - «εθνικιστικός πατριωτισμός». Λαός του Θεού είναι ο Ελληνικός, διότι ζει μόνιμα με τη συνείδηση της παρουσίας του Θεού στη ζωή του καί της ανάγκης της θείας βοήθειας ως Χάριτος για την ιστορική ύπαρξη του.
Ο Μακρυγιάννης, με τη συζυγία «θρησκεία-πατρίδα», χαράζει τις θεμελιακές συντεταγμένες του ελληνικού ήθους, ενός τρόπου υπάρξεως, πού αγωνίζεται πρώτα ο ίδιος να πραγματώσει.
Ο Μακρυγιάννης είναι γι' αυτό ένα δυναμικό δείγμα του ελληνορθόδοξου-ρωμαίικου ήθους. Στό λόγο καί την πράξη του σπουδάζουμε την ιστορική συνέχεια μας. Τύποι σαν τον Μακρυγιάννη, τον Παπαδιαμάντη, τον Κόντογλου κ.ά. συνιστούν αρχετυπικά σημεία αναφοράς στη διακρίβωση του νεοελληνικού ήθους.

21 Μαρτίου 2010

Ο Παράδεισος

του Ηλία Μηνιάτη, Επισκόπου Κερνίκης και Καλαβρύτων
(Απόσπασμα Λόγου)

«…Η Βασιλεία του Ιησού Χριστού δεν είναι η βασιλεία του κόσμου τούτου, είναι η Βασιλεία των Ουρανών, είναι η μακαριότητα του Θεού, είναι η δόξα η ατελεύτητη, είναι η ζωή η αθάνατος, είναι με ένα λόγο ο Παράδεισος. Παράδεισος! μόνο να τον συλλογισθώ, ευφραίνεται η ψυχή μου. Παράδεισος! η ευτυχισμένη πατρίς των Προπατόρων μου, ο γλυκύς λιμήν της ελπίδας μου, ο μοναδικός σκοπός της αγάπης μου, το ύστερο βραβείο της Πίστεώς μου…
»…Ιησού Χριστέ, η σεσαρκωμένη του Θεού Σοφία, πες μας φανερώτερα, τι είναι ο Παράδεισος;
‘‘Δύο πράγματα σας λέγω, αυτή είναι μια ζωή χωρίς θάνατο, «Αύτη εστίν η αιώνιος ζωή» (Ιωάν. ιζ΄3). Αύτη είναι μια χαρά χωρίς τέλος, «χαρήσεται υμών η καρδία και την χαράν υμών ουδείς αίρει αφ’ υμών» (Ιωάν. ις΄22). Ζωή χωρίς θάνατο…’’
»…Είναι ο Παράδεισος ζωή χωρίς θάνατο, διότι εκεί ζεις με την αυτήν ζωή του Θεού, μένεις και συ στην αυτήν διαμονή με τον Θεό, ζεις και συ, όσο ζει και ο Θεός. Χαρά χωρίς τέλος, διότι και συ χαίρεσαι με την αυτήν χαρά του Θεού, βασιλεύεις και συ με την αυτήν Βασιλεία του Θεού, δοξάζεσαι και συ με την αυτήν δόξα του Θεού…‘‘Όμοιοι αυτώ εσόμεθα, ότι οψόμεθα αυτόν καθώς εστι’’ (Α΄ Ιωάν. γ΄2).
»…Εδώ δεν τον βλέπουμε όπως είναι, αλλά μόνον τον πιστεύουμε, αυτή είναι όλη η μακαριότητα της Εκκλησίας, να μη βλέπουμε και να πιστεύουμε, «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύοντες» (Ιωάν. κ΄29). Εκεί τον βλέπουμε καθώς είναι και πλέον δεν έχουμε ανάγκη μόνης της Πίστεως, αυτή είναι όλη η μακαριότητα του Παραδείσου, να μη πιστεύουμε μόνο αλλά και να βλέπουμε, «Όμοιοι αυτώ εσόμεθα, ότι οψόμεθα αυτόν καθώς εστι». Εκεί δεν είναι πλέον πίστη διότι είναι όραση (Εβρ. ια΄1). Ελύθη η σκιά, λάμπει το φως. Εκεί δεν είναι ελπίδα, διότι είναι απόλαυση. Έπαυσε το μέλλον, υπάρχει το παρόν. Εκεί υπάρχει μόνο αγάπη, διότι αγαπούμε εκείνο το άκρον αγαθό, το οποίο βλέπουμε και χορταίνει ο νους μας με την όραση, χορταίνει η καρδιά μας με την απόλαυση…
Χριστιανοί, πολλά είναι εκείνα τα οποία μας λέγουν για τον Παράδεισο, πολλά οι Προφήτες, πολλά οι Απόστολοι, πολλά οι Διδάσκαλοι, πολλά αυτός ο Χριστός. Όλα μεγάλα, όλα υψηλά, όλα παράδοξα. «δεδοξασμένα ελαλήθη περί σου η πόλις του Θεού» (Ψαλμ. πς' 3). Εμείς, όχι ότι δεν πιστεύομε, αλλά δεν καταλαμβάνομε, ο νους μας είναι πολύ στενός, δεν δύναται να τα χωρέσει, είναι πολύ παχύς, δεν μπορεί να πετάξει. Όταν όμως αξιωθούμε να ιδούμε εκείνο το ανέσπερο φως, το οποίο κάμνει μία άδυτη ημέρα αιωνίου μακαριότητας, να ιδούμε των Αγγέλων τα τάγματα, να ιδούμε των Αγίων τους χορούς, να ιδούμε τους Μάρτυρες, τους Οσίους, τους Δικαίους, οι οποίοι είναι οι μακάριοι πολίτες του ουρανού, να ιδούμε αυτήν την Δέσποινα Θεοτόκο Μαρία, την Βασίλισσα των Αγγέλων, καθεζομένη εκ δεξιών του Θεού, να ιδούμε αυτήν την τρισήλιο Θεότητα, να ιδούμε αυτόν τον Θεό, πρόσωπο προς πρόσωπο να ιδούμε τα φυσικά ιδιώματα του Θεού, τα οποία δεν έχουν ούτε αρχή, ούτε τέλος, να ιδούμε τις τρεις υποστάσεις Του, τον Πατέρα, τον Υιό καί το Πνεύμα το Άγιο, τα οποία είναι τρία πρόσωπα, αλλ’ ένας καί μόνος Θεός, να ιδούμε την παντοδυναμία Του, την σοφία Του, την αγαθότητά Του, την δόξα Του, την Βασιλεία Του, τότε θέλομε καταλάβει τί είναι ο Παράδεισος.
Θεέ μου ! (θα πούμε τότε στον Θεό)… Τόση είναι η δόξα του Παραδείσου καί εγώ τόσο αγαπούσα την δόξα του κόσμου! Μωρός οπού ήμουν εγώ καί δεν παραιτούσα χιλίους κόσμους, δια να κερδίσω ένα Παράδεισο! Τέτοια είναι η αιώνιος ζωή καί εγώ τόσο αγαπούσα μία ζωή πρόσκαιρη! Μωρός όπου ήμουν εγώ καί δεν έδιδα χίλιες άλλες ζωές, για να κληρονομήσω αυτήν! Μωρός όπου ήμουν εγώ καί εκινδύνευα τόσους χρόνους να χάσω τέτοιον Παράδεισο καί τέτοια ζωή, για να χαρώ με μία μιαρή πόρνη, για να χορτάσω την αχόρταγη φιλαργυρία μου, για να κάμω μία σιχαμερή όρεξή μου! Αλλ' ας είναι χίλιες φορές ευχαριστημένη η ευσπλαχνία Σου, Θεέ μου, οπού εγώ λυτρώθηκα από τόσους κινδύνους καί τώρα ευρίσκομαι στον Παράδεισο! Όπου, ζω μία ζωή χωρίς θάνατο, όπου χαίρομαι μία χαρά χωρίς τέλος…»

20 Μαρτίου 2010

Ομιλίες του Γέροντος Παϊσίου



Αγία Μαρία η Αιγυπτία

Όταν ήταν δωδεκαετής, ξέφυγε από τους γονείς της καί πήγε στην Αλεξάνδρεια, όπου έζησε 17 έτη βίο άσωτο. Ύστερα, από περιέργεια κινουμένη, απήλθε μαζί με πολλούς προσκυνητές στα Ιεροσόλυμα, για να παρευρεθεί την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, όπου παρεδόθη σε πάν είδος ακολασίας καί ατοπημάτων, καί πολλούς έσυρε στης απωλείας τον βυθό. Θέλουσα να εισέλθει στην Εκκλησία, την ημέρα που θα υψωνόταν ο Σταυρός, αισθάνθηκε τρεις καί τέσσερις φορές μια δύναμη αόρατη, να κωλύει την είσοδό της, ενώ το πλήθος του λαού που ήταν μαζί της ανεμποδίστως εισερχόταν. Πληγείσα η καρδία της από τούτο το παράδοξο φαινόμενο, απεφάσισε να μεταβάλει ζωή, και να εξιλεώσει τον Θεό με την μετάνοια.
Επιστρέφοντας πάλι στην Εκκλησία, εισήλθε ευκόλως σ’ αυτήν. Προσκυνήσασα το Τίμιο Ξύλο, ανεχώρησε την ίδια ημέρα από την Ιερουσαλήμ, πέρασε τον Ιορδάνη, εισήλθε στα ενδότερα της ερήμου, και έζησε σ’ αυτή 47 έτη ζωή σκληροτάτη και υπεράνθρωπη, μόνη μόνω Θεώ προσευχομένη. Περί τα τέλη της ζωής της, συνάντησε έναν ερημίτη, Ζωσιμά το όνομα, του διηγήθηκε εξ αρχής τον βίο της, και τον παρεκάλεσε να της προσκομίσει τα άχραντα Μυστήρια προς Κοινωνία. Όπως και έκανε εκείνος το ερχόμενο έτος, κατά την Μεγάλη Πέμπτη. Το δε επόμενο έτος, όταν επανήλθε πάλι ο Ζωσιμάς, βρήκε αυτήν νεκρή, επί της γης απλωμένη και γράμματα πλησίον της που έλεγαν: «Αββά Ζωσιμά, θάψον ίδε το σώμα της αθλίας Μαρίας. Απέθανον την αυτήν ημέραν, καθ’ ην εκοινώνησα των αχράντων Μυστηρίων. Εύχου υπέρ εμού». Διορίσθηκε δε ο θάνατός της εν έτει τοη΄ (378).
Της Οσίας Μαρίας η μνήμη τελείται μεν κατά την 1η Απριλίου, ετάχθη δε η μνήμη της και την Κυριακή Ε΄ των Νηστειών, εγγίζοντος ήδη του τέλους της Αγίας Τεσσαρακοστής, προς διέγερση των ραθύμων καί αμαρτωλών εις μετάνοια, εχόντων υπόδειγμα την εορταζομένη Αγία.
Ταίς αυτής πρεσβείαις, ο Θεός, ελέησον, καί σώσον ημάς. Αμήν.

19 Μαρτίου 2010

Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια...

Επί βασιλείας του Ηρακλείου (610-641), το Βυζάντιο αφού προηγουμένως είχε δεχθεί επιθέσεις των Περσών (Χοσρόης Β΄) κατά τις οποίες αιχμαλωτίστηκαν 100.000 Χριστιανοί που πουλήθηκαν στους Εβραίους και θανατώθηκαν, δέχθηκε νέες επιδρομές από τους Πέρσες που είχαν στρατηγό τον Σάρβαρο, λεηλατώντας, κατακαίγοντας, σφάζοντας και αιχμαλωτίζοντας πολλούς Χριστιανούς. Τα στρατεύματά τους έφθασαν ως την Χαλκηδόνα, απέναντι από την Κωνσταντινούπολη, σχεδιάζοντας πλέον πως θα κυριεύσουν την Πόλη. Τότε ο Βασιλεύς Ηράκλειος, συγκεντρώνοντας μικρό στράτευμα, πήγε στην Περσία και επετέθη εκεί για αντιπερισπασμό ώστε να αναγκάσει τον Σάρβαρο να επιστρέψει. Όμως, εκτός από τους Πέρσες, την Κωνσταντινούπολη πολιόρκησε από την άλλη πλευρά της Πόλης δια ξηράς και θαλάσσης, με σκοπό να την καταλάβει, ο ηγεμόνας των Μυσών και των Σκυθών, ο Χαγάνος, εκμεταλλευόμενος την απουσία του Ηράκλειου.
Καθώς ο πατρίκιος Βώνος, που είχε αφήσει ως αντιπρόσωπο ο βασιλιάς, ενίσχυε την άμυνα, τον λαό της Κωνσταντινούπολης παρηγορούσε ο Πατριάρχης Σέργιος, εμψυχώνοντας τον κόσμο να ελπίζει στον Θεό και στην Πανάχραντο Θεοτόκο, λιτανεύοντας προσευχόμενοι την εικόνα της Παναγίας στα τείχη της Πόλης, καθώς και το Άγιο Μανδήλιο, τον Τίμιο Σταυρό που εσταυρώθη ο Χριστός και την Τιμία Εσθήτα της Θεομήτορος.
Καθώς τα δεκαπλάσια εχθρικά στρατεύματα περικύκλωσαν την Πόλη, βγήκαν από την θύρα της Σηλυβρίας λιγοστοί Χριστιανοί και νίκησαν το στράτευμα του Χαγάνου. Αναθάρρησαν τότε οι κάτοικοι της Πόλης και κάθε ημέρα επιχειρούσαν νικηφόρες επιθέσεις κατά των Σκυθών. Έχοντας ως προστάτιδα την Παναγία, οι Χριστιανοί έκαναν δεήσεις να λυτρωθεί η Πόλη τους από τους εχθρούς και τότε έπιασε μεγάλη τρικυμία από την άλλη πλευρά, απ’ όπου επιχειρούσαν οι Πέρσες να πορθήσουν την Πόλη και πνίγηκαν αρκετοί από αυτούς. Ο Χαγάνος από τα Δυτικά και ο Σάρβαρος από την Ανατολή προσπάθησαν ξανά να επιτεθούν, όμως όσοι πολεμούσαν από την στεριά έπαθαν πανωλεθρία και όσοι πολεμούσαν από τη θάλασσα βυθίσθηκαν τα πλοιάριά τους μπροστά στο Ναό της Θεοτόκου των Βλαχερνών από μεγάλη τρικυμία και ανεμοστρόβιλο. Τότε οι Χριστιανοί καταλαβαίνοντας ότι ο Χριστός και η Παναγία ήταν μαζί τους, επιτέθηκαν κατά των Σκυθών, διώκοντάς τους. Ο Πέρσης στρατηγός, ο Σάρβαρος βλέποντας την παταγώδη αποτυχία του Χαγάνου, φοβήθηκε και υποχώρησε, και καθώς ανέλαβε βασιλιάς των Περσών ο γιος του Χοσρόη, ο Σιρόης που σκότωσε τον πατέρα του, επισύναψε φιλικές σχέσεις με τον βασιλιά του Βυζαντίου, τον Ηράκλειο.
Με αυτό τον τρόπο η Παναγία έσωσε την Πόλη και τους Χριστιανούς καί ο λαός όρθιοι όλη την νύχτα ευχαριστούσαν την Θεοτόκο και την ακολουθία που έψαλλαν την ονόμασαν Ακάθιστο Ύμνο και από τότε ψάλλεται σε όλη την Χριστιανοσύνη. Κι’ άλλες φορές όμως διεσώθη η Πόλις. Το 672, επί βασιλείας Κωνσταντίνου Δ΄ του Πωγωνάτου, οι Αγαρηνοί με μεγάλο στόλο, πολεμούσαν επτά συνεχόμενα χρόνια, ώσπου καταστράφηκαν ολοσχερώς από μεγάλη τρικυμία. Επί βασιλείας Λέοντος Γ΄ του Ίσαυρου (717-741), πολιόρκησαν εκ νέου οι Αγαρηνοί την Κωνσταντινούπολη. Οι Χριστιανοί λιτάνευαν τον Τίμιο Σταυρό και την εικόνα της Παναγίας στα τείχη, ώσπου μετά από μεγάλη τρικυμία συνετρίβησαν τα εχθρικά πλοιάρια και επέπεσε μεγάλος λιμός, αναγκάζοντας του Αγαρηνούς να τρώγουν ανθρώπους για να επιζήσουν. Τότε πολλοί Αγαρηνοί παραδόθηκαν και όσοι διέφυγαν, έπεσαν σε μεγάλη τρικυμία στο Αιγαίο, μαζί και χαλάζι, με αποτέλεσμα να γλιτώσουν μόνο 13 πλοιάρια και να καταποντισθούν όλα τα υπόλοιπα, γεμίζοντας τα νησιά και τα παράλια με πνιγμένους Αγαρηνούς.


“Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια
Ως λυτρωθείσα των δεινών ευχαριστήρια
Αναγράφω σοι η πόλις σου Θεοτόκε.
Αλλ' ως έχουσα το κράτος απροσμάχητον
Εκ παντοίων με κινδύνων ελευθέρωσον
'Ινα κράζω σοι.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε”

18 Μαρτίου 2010

Το στόλισμα της πόρνης και το στόλισμα της ψυχής

Κατά τη διάρκεια των εργασιών της Τετάρτης Οικουμενικής Συνόδου στη Χαλκηδόνα, ορισμένοι επίσκοποι της συνόδου ζήτησαν να ακούσουν κάποιον εποικοδομητικό λόγο από τον Επίσκοπο Αντιοχείας Νόνο, πού είχε μετακληθεί από ένα μοναστήρι της Ταβεννησίας για να γίνει επίσκοπος Αντιοχείας, Ο Νόνος, ανταποκρινόμενος στο αίτημα των συνεπισκόπων του, άρχισε να τους μιλάει. Καθώς οι επίσκοποι άκουγαν τα σοφά λόγια του Νόνου, πέρασε έφιππη η διασημότερη εταίρα και χορεύτρια της Αντιοχείας, πού ίππευε με τόση χάρη και με τόση πολυτέλεια, ώστε δεν έβλεπε κανείς παρά χρυσάφι, μαργαριτάρια καί πολύτιμους λίθους. Ακόμη κι αυτών των ποδιών της η γυμνότητα, ήταν καλυμμένη με χρυσάφι καί μαργαριτάρια καί τη συνόδευε μεγαλόπρεπη ακολουθία από νέους καί νέες ντυμένους με βαρύτιμα ενδύματα καί χρυσά περιδέραια γύρω στο λαιμό τους. Μερικοί απ’ αυτούς προηγούνταν καί μερικοί ακολουθούσαν αλλά την ομορφιά καί τη θελκτικότητα εκείνης δεν μπορούσε να τη φθάσει ένας ολόκληρος κόσμος. Περνώντας μπροστά από τη σύναξη των επισκόπων γιόμισε τον αέρα με την ευωδιά ενός υπέροχου αρώματος. Όταν οι επίσκοποι την είδαν να περνάει με ακάλυπτο το πρόσωπο, τους ώμους καί τα μέλη του σώματος της, με μια πομπή τόσο μεγαλοπρεπή καί χωρίς ούτε ένα πέπλο στο κεφάλι αναστέναξαν καί σιωπηρά έστρεψαν το κεφάλι από την άλλη μεριά σαν για να αποφύγουν βαριά αμαρτία.
Αλλά ο μακάριος Νόνος την κοιτούσε επίμονα καί αδιάκοπα καί αφού είχε περάσει, ακόμα εξακολουθούσε να την ακολουθεί με το βλέμμα του. Ύστερα, γυρνώντας, κοίταξε τους άλλους επισκόπους πού κάθονταν γύρω του και τους είπε, "δεν σας συγκίνησε η τόσο σπάνια ομορφιά της;" Εκείνοι δεν έδωσαν καμιά απάντηση. Τότε αυτός κατέβασε το κεφάλι του, άφησε το ιερό βιβλίο πού κρατούσε καί ενώ τα δάκρυά του κυλούσαν στο στήθος του, αναστενάζοντας βαριά, ξανάπε στους επισκόπους: "Δεν σας συγκίνησε η σπάνια ομορφιά της;" Άλλα εκείνοι δεν απάντησαν καί πάλι. Τότε εκείνος είπε: "στ' αλήθεια συγκινήθηκα πολύ από την ομορφιά αυτής της γυναίκας, πού ο Θεός θα την καλέσει μπροστά στον τρομερό θρόνο Του, για κρίση δική μας καί της επισκοπικής μας ευθύνης". Καί συνέχισε: "Πόσες ώρες νομίζετε πώς ξόδεψε αυτή η γυναίκα στα διαμερίσματα της, φροντίζοντας καί στολίζοντας μόνη το σώμα της καί τη μορφή της, έτσι πού να μην υπάρχει το παραμικρό στίγμα καί η παραμικρή ατέλεια στην ομορφιά του σώματος καί της εμφάνισής της, για να ευχαριστήσει τα μάτια των ανδρών καί να μην απογοητεύσει τους αξιοθρήνητους εραστές της, πού είναι σήμερα κι αύριο δεν θα ’ναι. Κι εμείς πού έχουμε ένα παντοδύναμο Πατέρα κι ένα αθάνατο εραστή, με υποσχέσεις αιωνίων θησαυρών καί ευεργεσίες ανεκτίμητες πού «οφθαλμός ουκ είδε καί ους ουκ ήκουσε καί επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσι Αυτόν», (Α΄ Κορ. 2, 9) αλλά τί να τα λέω; Με τέτοιες υποσχέσεις για τη θέα του Νυμφίου, αυτή την υπέροχη καί θεσπέσια μορφή, πού δεν τολμούν να κοιτάξουν τα Χερουβείμ, εμείς για χάρη αυτού του θείου εραστή ούτε στολίζουμε τις άθλιες ψυχές μας ούτε τις φροντίζουμε καί ούτε καν ξεπλένουμε απ’ αυτές τον ρύπο, αλλά τις αφήνουμε στη βρωμιά".
Αφού είπε αυτά τα λόγια ο Νόνος έφυγε, πήγε στο κελί, στο όποιο έμενε με το διάκονό του καί μαζί μ' αυτόν έπεσε κάτω, με το πρόσωπο πάνω στη γη καί κτυπώντας το στήθος, άρχισε να κλαίει λέγοντας "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησέ με τον αμαρτωλό καί ανάξιο γιατί καί μόνο μιας ημέρας το στόλισμα μιας πόρνης, είναι περισσότερο από το στόλισμα της ψυχής μου. Με τί όψη να σε κοιτάξω; Πώς να παρουσιαστώ μπροστά σου; Δεν μπορώ να κρύψω την καρδιά μου από σένα, εσύ ξέρεις τα μυστικά της. Αλίμονό μου, τον ανάξιο καί αμαρτωλό, πού στέκομαι στο θυσιαστήριο σου καί δεν σου προσφέρω την καθαρή καρδιά πού έχεις ζητήσει, Αυτή, έχει υποσχεθεί να ευχαριστήσει τους άνδρες καί έχει κρατήσει την υπόσχεσή της• εγώ έχω υποσχεθεί να ευχαριστήσω εσένα καί μένω στη ραθυμία. Είμαι γυμνός στον ουρανό καί στη γη, γιατί δεν έχω τηρήσει τις εντολές σου. Η ελπίδα μου δεν είναι σε κανένα καλό πού έκανα αλλά στον οίκτο σου απ’ τον οποίο περιμένω τη σωτηρία μου".
Με τέτοιο πάθος ο μακάριος Νόνος λάτρευε τον γλυκύτατό του Κύριο. Με τέτοιο πάθος λάτρεψαν όλοι οι Άγιοι τον Κύριό τους.