
Ως Βλάχοι χαρακτηρίζονταν στην ρωμαϊκή εποχή, οι ανεξαρτήτου καταγωγής λατινόφωνοι κάτοικοι της βαλκανικής επικράτειας, που ζούσαν απομονωμένοι ως νομάδες καί μετακινιόντουσαν (όχι μαζικά), ή άλλοτε διώκονταν ή και ξεκληρίζονταν μέσα σ’ ένα αχανές ρωμαϊκό-βυζαντινό κράτος. Έτσι διατήρησαν ένα ιδίωμα της λατινικής (μη ομοιογενούς) γλώσσας, αφού η λατινική ήταν η πρώτη επίσημη γλώσσα στα πρώτα χρόνια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Στην ουσία τα «Βλάχικα» ήταν λατινογενής διάλεκτος που όμως εμπεριείχε πλήθος ελληνικών λέξεων, που αποδεικνύει την Ελληνική τους καταγωγή. Οι μετέπειτα επιδρομές Σλάβων, Γερμανών, Γότθων, Αράβων, Ούνων, Φράγκων, Αβάρων, Βουλγάρων κ.α. που δεν άφησαν ποτέ να ησυχάσει αυτός ο τόπος, και η εγκατάστασή τους στην περιοχή, πρόσθεσε και άλλες λέξεις στη γλώσσα των Βλάχων, διαμορφώνοντας συνάμα τις ιδιαιτερότητες στις γλώσσες των σημερινών κρατών, αλλά και τις τοπικές διαλέκτους, σε Ανατολή και Δύση...