Ο Χριστιανισμός μεταλαμπαδεύτηκε στη Λέσβο από τα απέναντι Μικρασιατικά παράλια κατά τα τέλη του 2ου μ.Χ. αιώνα, όμως οι ανελέητοι διωγμοί που υπέστησαν από τους ειδωλολάτρες, εμπόδιζαν την εδραίωσή του. Ο εκχριστιανισμός συντελέσθηκε κατά τον 4ο αιώνα καί τον 5ο αιώνα εμφανίσθηκε ο ασκητισμός. Από τότε υπήρξε απεριόριστος ο θαυμασμός και η ευλάβεια του κόσμου προς τους ασκητές, τους ερημίτες και τους μοναχούς, που είχαν αποσυρθεί σε ερημικές και δύσβατες περιοχές, βιώνοντας μέσα σε σπηλιές, καλύβες και μοναστήρια, με τη βοήθεια της χάριτος του Θεού, την Χριστιανική τελειότητα, επιδιώκοντας την σωτηρία των ψυχών τους και την ένωση με τον Θεό.
Έχοντας αποσυρθεί από τον κόσμο, ζούσαν ταπεινά, απλοϊκά, με αυστηρή νηστεία, προσευχή, αγρυπνία, συνεχή άσκηση ψυχής και σώματος, τελώντας προθύμως πάσα κακοπάθεια, με χαμαικοιτίες, γονυκλισίες και εγκράτεια, λαμβάνοντας λίγο ύπνο προς παρηγορία της ασθενείας της φύσεως, αγωνιζόμενοι για την αγιότητα, παλεύοντας με τις δοκιμασίες, τους πειρασμούς των δαιμόνων και τα πάθη, τους λογισμούς και τις επιθυμίες. Γιά τους κόπους αυτούς ελάμβαναν πολλή χάρη παρά του Κυρίου και ενεργούσαν ακόμα καί θαύματα. Πιστοί και αφοσιωμένοι στον Χριστό, στερούμενοι τα πάντα για την αγάπη Του, έχοντας στην καρδιά τους το Ιερό Ευαγγέλιο καί τις Άγιες Εντολές Του, γίνονταν δούλοι Κυρίου, αποκτώντας ζωή πνευματική, ειρηνική, με ειλικρινή αγάπη, ευσέβεια και ανεξικακία. Οι ψυχές τους γαλήνευαν και εξέχεαν θεία σοφία, ωφέλιμους λόγους, αρετές, φως Χριστού.
Στη μνήμη του κόσμου, οι παραδόσεις διατηρούν μέχρι σήμερα, αρκετά μέρη που υπήρξαν αυστηροί τόποι άσκησης Αγίων ανθρώπων. Στα Βυζαντινά χρόνια ο ασκητισμός και ο μοναχισμός είχε ευρεία διάδοση και στη Λέσβο. Η περιοχή της Θερμής έχει σπουδαία θρησκευτική παράδοση που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Σε όλη την ευρύτερη περιοχή της, υπάρχουν σπήλαια, λείψανα παλαιών Μονών και παλαιοχριστιανικών Ναών που την καθιστούν χώρο υψίστης θρησκευτικής σημασίας. Ο λόφος των Καρυών που σήμερα είναι κτισμένο το μοναστήρι του Αγίου Ραφαήλ, λέγεται ότι πήρε το όνομα από τους μοναχούς που είχαν έρθει από τις Καρυές του Αγίου Όρους. Ονομάζεται και Έννιφτος γιατί έζησαν εκεί ασκητές, νηπτικοί Πατέρες που ασκούσαν τη νηπτική προσευχή. Εκεί ήταν κτισμένο γυναικείο μοναστήρι, αφιερωμένο στο Γενέσιο της Θεοτόκου, μετέπειτα και στην Αγία Παρασκευή. Το μοναστήρι αυτό καταστράφηκε το 1235μ.Χ. από τους πειρατές, όταν μόναζε σε αυτό αδελφότητα 30 μοναζουσών. Ως Αγίες από αυτόν τον μαρτυρικό χαλασμό τιμώνται οι Οσιομάρτυρες Ολυμπία και Ευφροσύνη.
Από τότε οι μόνοι που έμειναν στον τόπο αυτό ήταν διάφοροι ασκητές που ζούσαν σε καλύβια και σπηλιές στους γύρω λόφους. Το βουνό που διαδέχεται τον λόφο των Καρυών λέγεται Παντέρα. Εκεί υπάρχουν φυσικές κοιλότητες όπου έζησαν ασκητές, καθώς και σε μία συνεχόμενη βουνοσειρά με σπήλαια που αργότερα ονομάστηκε «Παλαμάς». Οι ασκητές γνώριζαν καλά την ιστορία της περιοχής. Για το γυναικείο μοναστήρι που το κάψανε οι πειρατές, ξέρανε λεπτομέρειες, ονόματα και περιστάσεις, ιστορίες που τις θυμόταν οι ασκητές από Γέροντα σε Γέροντα καί τις άκουγαν από γενιά σε γενιά. Στις ακολουθίες τους, μνημόνευαν πολλά ονόματα, έχοντας κληρονομήσει τα δίπτυχα του παλαιού μοναστηριού.
Τον 14ο αιώνα από το Άγιο Όρος οδηγήθηκαν στη Θερμή πολλοί ησυχαστές. Οι παραδόσεις αναφέρουν ότι οι ασκητές που ήρθαν εκείνη την εποχή στη Θερμή, ήταν από τους κορυφαίους οπαδούς και μαθητές του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, που ήταν θερμός απολογητής των εμπειριών της θέας του ακτίστου φωτός μόνο από τους Ορθοδόξους. Την παράδοση αυτή ενισχύει και η ονομασία «Παλαμάς», μιας μεγάλης βουνοσειράς της Θερμής όπου έζησαν πολλοί ασκητές. Εκεί υπάρχει το σπήλαιο του Αγίου Ιωάννη του Καταφύγη, βάθους 23 μέτρων που αποτελεί προσκύνημα μέχρι σήμερα. Η παράδοση αναφέρει ότι το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε ως ασκητήριο από έναν ασκητή ονόματι Ιωάννη, που του έδωσαν το προσωνύμιο Καταφύγης γιατί κατέφυγε σ’ αυτό το σπήλαιο της ψηλότερης κορυφής του «Παλαμά» διωκόμενος από τους τούρκους, με αφορμή τον χριστιανικό του ζήλο και την πνευματική του δραστηριότητα. Τον Άγιο προμήθευαν κρυφά με παξιμάδια οι ευσεβείς Χριστιανοί, και νερό έπαιρνε από μία πηγή που βρίσκεται σε χαμηλότερο σημείο της βουνοσειράς.
Στην περιοχή Λαγκόβαρδος υπάρχει το σπήλαιο του Αγίου Φίλιππα, παίρνοντας το όνομα από κάποιον ασκητή που λεγόταν Φίλιππος και ασκήτευε εκεί. Λέγεται ότι ο Άγιος αυτό ασκητής, είχε κάποτε ένα μοσχαράκι, και όταν έμαθε ότι οι κάτοικοι της Θερμής, υπέφεραν από μεγάλη πείνα που μάστιζε όλη την περιοχή, έσφαξε το ζώο και το κρέμασε για να το τεμαχίσει σε ένα δοκάρι που στηριζόταν στην οροφή του σπηλαίου. Κατόπιν, μοίρασε το κρέας στους χωρικούς, ευχαριστημένος για την ελεημοσύνη που είχε κάνει. Επιστρέφοντας όμως, στο σπήλαιο είδε έκπληκτος να στέκει στην είσοδό του το μοσχαράκι ολοζώντανο! Επίσης, στο βιβλίο «Η εύρεσις της εικόνας του Αποστόλου Φιλίππου» της Βασιλικής Ράλλη, αναφέρεται ότι επί τουρκοκρατίας στο σπήλαιο αυτό, γύρω στο 1850 συνέβη μία θαυμαστή αποκάλυψη. Ένας βοσκός ονομαζόμενος Χριστόφας ήταν βοσκός στις βουνοσειρές του «Παλαμά». Μαζί με την ευσεβή γυναίκα του Μαρία, πήραν για ψυχοπαίδι τον ορφανό Φίλιππο που τους βοηθούσε στις δουλειές. Ένα βράδυ όμως ο 15χρονος τότε Φίλιππος εξαφανίστηκε και από τότε δεν ξαναγύρισε στο σπίτι. Οι έρευνες στα γύρω βουνά, ακόμα και από τουρκική αστυνομία, δεν απέδωσαν. Αρκετά χρόνια μετά ο μικρός Φίλιππος αποκαλύφθηκε με όραμα στην μητριά του Μαρία, που ήταν πληγωμένη για τον χαμό του, φανερώνοντας ότι σε κάποια κορυφή του «Παλαμά», μέσα σ’ έναν μεγάλο βράχο που τον κρύβουν οι πρίνοι και οι βάτοι, είναι μια μεγάλη σπηλιά μέσα στην οποία βρίσκεται εκείνος με ένα εικόνισμα του Αγίου Αποστόλου Φιλίππου! Ήταν το σπήλαιο που ασκήτευε ο ασκητής Φίλιππος, ένας από τους Αγίους ασκητές της περιοχής, που όμως με την πάροδο των χρόνων είχαν χαθεί τα ίχνη του σπηλαίου γιατί τα γύρω χωράφια τα εξουσίαζαν τούρκοι. Εμφανιζόμενος και σε δεύτερο όραμα, ο Φίλιππος υποδεικνύει στην Μαρία το ακριβές σημείο της εισόδου του σπηλαίου που ήταν καλυμμένο από πρίνους. Επειδή όμως, ο Χριστόφας δεν έδινε βάση στα όνειρα, επηρεάζοντας την γυναίκα του αρνητικά, ο Φίλιππος εμφανίστηκε και σε τρίτο όραμα επιτιμώντας την Μαρία, αφήνοντας στο μάγουλό της ένα σημάδι από χαστούκι που φαινόταν ολοκάθαρα, κάνοντας τον άνδρα της να φοβηθεί και να επιχειρήσει την επικίνδυνη διάνοιξη της πρόσβασης προς την σπηλιά που βρίσκεται στην άκρη της χαράδρας του Λαγκόβαρδου, βοηθούμενος από τους Θερμιώτες. Η είσοδος βρέθηκε, κατέβηκαν τα σκαλιά του σπηλαίου, φθάνοντας μπροστά στην Αγία Τράπεζα. Στο πλάϊ υπήρχε ένα βαθούλωμα μέσα στο οποίο ήταν ένας τάφος σκεπασμένος από λιγοστές λιγδόπετρες. Σκαλίζοντας λίγο τις πέτρες, βρήκαν έναν ανθρώπινο σκελετό που κρατούσε το εικόνισμα του Αγίου Φιλίππου, μαθητού του Χριστού. Τα οστά που ευωδίαζαν τα παρέλαβε ο ιερέας της Θερμής και τα παρέδωσε για φύλαξη στην Ιερά Μονή Παντελεήμονος (ρώσικο μοναστήρι) του Αγίου Όρους.
Απέναντι από τον «Παλαμά» είναι το σπήλαιο του Αγίου Θυμιανού, βάθους 10 μέτρων. Πήρε το όνομα από τον ασκητή Ευφημιανό και εκ παραδρομής το σπήλαιο εκείνο ονομάζεται σήμερα Άγιος Θυμιανός. Ο Άγιος αυτός ασκητής θεωρείται θαυματουργός, έχοντας ενεργήσει με την χάρη του Θεού, ιάσεις παθήσεων των οφθαλμών. Η παράδοση διέσωσε ότι με τον Άγιο Φίλιππο που ασκήτευε στο αντικρινό βουνό, είχαν το χάρισμα να επικοινωνούν μακρόθεν, ανταλλάσσοντας ακόμα και σκαπτικά εργαλεία εξ’ αποστάσεως.
Επίσης, στην δασώδη περιοχή του «Παλαμά» υπάρχει ερειπωμένος Βυζαντινός ναός του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, όπου επί τουρκοκρατίας, μετά τον 15ο αιώνα, έζησε ασκητικά ένας Ιερωμένος ονόματι Ιωάννης, φθάνοντας σε υψηλά μέτρα αγιότητας, τον οποίο ευλαβούντο πολύ οι Χριστιανοί. Τον βρήκαν κεκοιμημένο μία Απριλιάτικη ημέρα ανάμεσα στα αγριολούλουδα και τα αρωματικά φυτά. Το άψυχο σώμα του ευωδίαζε περισσότερο από τα άνθη. Η περιοχή ονομάσθηκε «Άη Γιάννης τα Λουλούδια». Τον ασκητή τον ενταφίασαν μέσα στο μικρό κελάκι του, χτίζοντας αργότερα εξωκλήσι προς τιμήν του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Πολλοί Χριστιανοί κάθε εποχής, έχουν να διηγηθούν θαυμαστές εμφανίσεις του ασκητού, που εξαιτίας του γεγονότος της ευωδίας του κατά την κοίμησή του, επονομάσθηκε «Άγιος Ιωάννης τα Λουλούδια». Χαρακτηρίσθηκε «Άγιος των Λουλουδιών» και ο συγγραφέας Π. Σωτήρχου αναφέρει: «…Πόσες φορές άραγε δεν θα παρακαλούσε και ο λουλουδένιος τούτος Άγιος Ιωάννης και δεν θα έκλεγε δεητικά στον Χριστόν να τον ελεήσει! Πόσες νύχτες δεν θα τις περνούσε με προσευχές και μετάνοιες και δάκρυα και επικλήσεις στον Ύψιστο Τριαδικόν Θεόν και την Μεσίτριαν «κόσμου παντός» Κυρίαν Θεοτόκον και τους Αγίους της Εκκλησίας να μεσιτεύσουν υπέρ της σωτηρίας όλου του κόσμου… Προσπαθώ να αναλογισθώ τους σκληρούς αγώνες του μέσα στην ερημιά του βουνού. Μέσα στις φοβερές συνθήκες διαβίωσης και μέσα σε αμέτρητες ανάγκες του κρύου, της ζέστης, της πείνας, της δίψας, των κινδύνων και των δαιμονικών πειρασμών. Πόσες κρίσιμες ημέρες και νύχτες πέρασε και πόσες εναντιότητες δεν αντιμετώπισε, αλλά και πόσες θείες δωρεές δεν θα δέχτηκαν εξ ύψους. Πόσες ευλογίες του Θεού και πόσες ιερές μεθέξεις και οράματα και εκστάσεις και θεοσημίες δεν θα έζησε στα χρόνια του ερημικού ησυχασμού του!... Και σκέφτομαι πόσον έλεος έριξε ο Θεός και πάνω στην ταπεινή ψυχή του Άη Γιάννη ‘‘των Λουλουδιών’’, που έφθασε να μυροβλύζει και να μοσχοβολά πιο πολύ και από τα λουλούδια, που ήταν ολόγυρα στο σκήνωμά του και έδωσε την καλή μαρτυρία στους συγχρόνους του για τα ‘‘ελέη του μεγάλου Θεού’’…»
Στην συνείδηση των κατοίκων των γύρω χωριών όλοι αυτοί οι ασκητές είναι Άγιοι και τα σπήλαια τους είναι μέχρι σήμερα ιερά προσκυνήματα. Οι ασκητές, εκτός της ασκητικής τους ζωής, δραστηριοποιούταν ενισχύοντας πνευματικά τους Λέσβιους, γι’ αυτό και δεν είναι τυχαία η ευλάβεια του κόσμου. Πολλοί ασκητές της Θερμής, έχουν φανερωθεί σε ενύπνια πιστών να συνοδεύουν τους Αγίους του 15ου αιώνα, Ραφαήλ και Νικόλαο. Όλοι είχαν ασκητική μορφή και αποκάλυψαν ότι έζησαν και είναι θαμμένοι σ’ εκείνη την περιοχή. Έχουν αποκαλυφθεί αρκετοί ασκητές: Ο Ρουβήμ ηλικιωμένος, ο Ελευθέριος ιερεύς, οι Φίλιππος, Αβακούμ, Νικόδημος, Γεώργιος, Αντώνιος, Λεόντιος, Σταύρος, Βασίλειος και Ιγνάτιος. Ο π. Ευστάθιος, καλόγηρος φανερωθείς σε ενύπνιο πολύ ηλικιωμένος, με ασκητική μορφή, υπέδειξε ότι είναι ένας από τους καλογέρους που εμόνασαν στο λόφο των Καρυών και αγίασαν: «Εγώ δεν εμαρτύρησα… εκοιμήθην ειρηνικά… Στις Καρυές δεν έχουν αγιάσει μόνο εκείνοι που εμαρτύρησαν, αλλά και πολλοί άλλοι. Ο λόφος των Καρυών είναι λόφος Αγίων…».
«Αγιασμένο το χώμα των Αγίων μας εδώ….», διηγείται ο ασκητής Ρουβήμ, που όταν έχτισε το κελάκι του στα χαλάσματα των Καρυών, έλεγε ότι, «…με το μνημόσυνο των Αγίων ήρθα σε μυστική επικοινωνία μαζί τους. Ενύπνια και οράματα… στα βουνά ζούσαν και άλλοι ασκητές… Τούτος ο τόπος είναι αγιασμένος, γεμάτος αίματα και πόνους, βάσανα μαρτύρων και αθώων τους έχουν αγιάσει… Γίνονται εδώ θαύματα και θεραπείες θαυμαστές… Η σημασία αυτού του τόπου είναι μεγάλη… είχαν σημεία πολλά και ονείρατα και στοχασμούς που τους ξεκαθάρισαν τη σημασία του τόπου… ο τόπος που πατούσαν ήταν η ζωή τους, που ήταν δεμένη με την ιστορία, με τον Θεό και τις ψυχές τους…». Ο Ρουβήμ (+1455), που ασκήτευε στις Καρυές, μετά από σειρά θαυμαστών αποκαλύψεων, έγινε η αιτία να ξανακτισθεί το 1433 το κατεστραμμένο από το 1235 μοναστήρι, όπου ήρθε ηγούμενος το 1454 ο Αρχιμανδρίτης Ραφαήλ, μαζί με τον διάκονο Νικόλαο, δημιουργώντας μικρή αδελφότητα. Στη υποδοχή του Αγίου Ραφαήλ «παρέστησαν και πολλοί μοναχοί από τις σπηλιές της Παντέρας». Ο Άγιος Ραφαήλ και οι υπόλοιποι μάρτυρες ετελειώθησαν μαρτυρικά από τους τούρκους την Λαμπροτρίτη του 1463. Μετά τη σφαγή και τη φωτιά της Μονής, οι διασωθέντες Σταύρος μοναχός και ο επιστάτης του μοναστηριού Ακίνδυνος (μετέπειτα Μάρτυρες), ενταφίασαν τους Αγίους και κατέφυγαν στη σπηλιά του Γέροντα Ιωσήφ, στο ασκηταριό όπως το λέγανε. Επίσης, ανάμεσα στα χωριά Θερμής και Μιστεγνών, βρίσκεται η Μονή των Αγίων Ακινδύνων. Παραδόσεις αναφέρουν ως περίοδο ιδρύσεως της Μονής τον 17ο αιώνα, από τον μοναχό Παϊσιο. Όμως, ενδέχεται να είναι πιο παλαιότερη, διότι το όνομα Ακίνδυνος ήταν ευρέως διαδεδομένο στην περιοχή από τους προηγούμενους αιώνες. Την εποχή του Αγίου Ραφαήλ αναφέρεται στην «Παντέρα» και η σκήτη του Γέροντα Ακίνδυνου.
Στις Καρυές της Θερμής, άρχισε να κτίζεται το 1962 η Μονή των Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου, Ειρήνης και των συν αυτώ μαρτυρησάντων, μετά από σειρά θαυμαστών σημείων (1959-1962). «Τοιαύτα θαύματα δεν έγιναν σε κανένα μέρος της Οικουμένης όπου κατοικούν Χριστιανοί…» (Φώτης Κόντογλου). Ο τόπος αυτός εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να είναι τόπος προσευχής και άσκησης για τις 45 περίπου μοναχές που συνεχίζουν υπό την πνευματική καθοδήγηση της Γερόντισσας Ευγενίας την ιερά παράδοση και το Ορθόδοξο μοναχικό βίωμα. Χιλιάδες προσκυνητές από κάθε γωνιά της γης, βρίσκουν ανάπαυση και ωφέλεια στο Μοναστήρι των Θαυματουργών Αγίων, όπου η θαυμαστή αποκάλυψή τους μετά από 500 περίπου χρόνια, στους δύσκολους καιρούς που διανύει η ανθρωπότητα και το Γένος μας, γίνεται οδός λυτρώσεως και σωτηρίας.