Το φονικό ψύχος που εκδηλώνεται αυτές τις μέρες στην Ευρώπη και στα Βαλκάνια θερίζει ανθρώπινες ζωές… Ωστόσο, από προχθές η Ελλάδα είναι το κέντρο των ειδήσεων, μετά τον πόλεμο της Συρίας. Φωτιές, καταστροφές και ταραχές μετατρέπουν το κέντρο της Αθήνας σε κόλαση. Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλες μεγάλες πόλεις. Προκειμένου να πάρουμε το δεύτερο πακέτο ενίσχυσης από τους εταίρους, οικονομικής σωτηρίας για την πατρίδα μας, βαθαίνουμε τις ήδη υπάρχουσες ρωγμές στον πυρήνα της εθνικής μας ομόνοιας. Φόβοι για κοινωνική έκρηξη. «Οι Έλληνες δεν αντέχουν άλλη τιμωρία», αναμεταδίδουν τα ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία. Η Βουλή με πολύωρες συνεδριάσεις βρίσκεται στο δίλημμα «σωτηρία ή χρεωκοπία». Η συνταγή και στις δύο περιπτώσεις είναι μία. Συνταγή φτώχειας. Η αγωνία, ο φόβος και η αστάθεια που ζούμε δεν έχουν τέλος…
Τούτες τις κρύες μέρες ξεκίνησα μια νέα σχέση. Κάθε πρωί ξυπνάω με χαρά. Ανοίγω το παράθυρο και ρίχνω στο περβάζι τριμμένο ψωμάκι. Ψίχουλα για τα πουλιά. Μαζεύονται εδώ και έχουν πανηγύρι. Στη μια πλευρά αυτά και στην άλλη εγώ. Ένα τζάμι μάς χωρίζει και μέρα με τη μέρα η εξοικείωση και για τις δυο πλευρές μεγαλώνει. Η σχέση σταθεροποιείται και η χαρά μοιράζεται…
Απλές συνήθειες βάζω στη ζωή μου. Όσο ακούω τα μαντάτα, περί της απομάκρυνσής μας ή όχι από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όσο ζω κάθε μέρα και πιο έντονα τον ψυχολογικό πόλεμο και την οικονομική κρίση, τόσο ψάχνω να αφουγκραστώ τις αντιστάσεις μου. Πόσο μπορώ να σώσω την ψυχική μου υγεία, με τι ασκητική μπορώ να πορευτώ μέσα στη φτώχεια που μας επιβάλλουν οι πλούσιοι και δυνατοί. Ποιοι είναι οι πλούσιοι και δυνατοί; Ποιοι είμαστε οι φτωχοί; Ποια είναι η αναλογία, ο συσχετισμός; Ψάχνω να δω τα πρόσωπά τους και απ’ ό,τι μου επιτρέπουν οι φωτογραφίες και οι εικόνες τους, μου φαίνονται φτωχοί και άχαροι μέσα στα γκρίζα κοστούμια.
Με τα πρόσωπα χλομά και σκυθρωπά, τη φωνή σιδερένια. Θέλουν να επιτιμήσουν και να τιμωρήσουν όλους εμάς που φταίξαμε, όσο καιρό εκείνοι ήσαν οι αρχηγοί μιας ευρωπαϊκής κουλτούρας, ξένης κατά πολύ της ελληνικής πραγματικότητας.
Η δύναμη της ζωής μάς οδηγεί σε νέες συνήθειες. Μια από αυτές είναι ότι τα τζάκια μας έπαψαν να ποζάρουν άψυχα ως διακοσμητικά χώρου, έτσι όπως τα είχαμε τα τελευταία χρόνια. Ανάβουν, πήραν ζωή, «πήραν φωτιά» και σκορπούν ζεστασιά. Μ’ αυτό τον τρόπο αντιστεκόμαστε στην ακρίβεια του πετρελαίου, βάζοντας μέσα στα σπίτια μας το ευλογημένο ξύλο της ελιάς. Σηκώνουμε αγκαλιές καυσόξυλα, παίρνουμε στα χέρια μας δαδιά και με το φύσημα της αναπνοής μας ανάβουμε φωτιά. Στρωνόμαστε γύρω από το τζάκι και μ’ αυτό το σκηνικό ηρεμούμε, λέμε και καμμιά κουβέντα μεταξύ μας. Ξαναβρισκόμαστε όλοι μαζί με διάθεση να ακούσουμε ο ένας τον άλλον. Ξεφεύγουμε για λίγο από την ύπνωση των κυμάτων Α της τηλεόρασης…
«Ο λύχνος του σώματος εστίν ο οφθαλμός. Εάν ουν ο οφθαλμός απλούς η, όλον το σώμα σου φωτεινόν έσται…
Εμβλέψατε εις τα πετεινά του ουρανού, ότι ου σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν ουδέ συνάγουσιν εις αποθήκας και πατήρ υμών ο ουράνιος τρέφει αυτά, ουχ υμείς μάλλον διαφέρετε αυτών…
Ζητείτε δε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνη αυτού, και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν.» (Ματθαίου στ. 22-33)
Ποιος ξέρει, ίσως κάποια στιγμή έρθει το πλήρωμα του χρόνου και βιώσουμε βαθιά μέσα μας από πού πράγματι έρχεται η ουσιαστική βοήθεια…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου