Κατά τη διάρκεια των εργασιών της Τετάρτης Οικουμενικής Συνόδου στη Χαλκηδόνα, ορισμένοι επίσκοποι της συνόδου ζήτησαν να ακούσουν κάποιον εποικοδομητικό λόγο από τον Επίσκοπο Αντιοχείας Νόνο, πού είχε μετακληθεί από ένα μοναστήρι της Ταβεννησίας για να γίνει επίσκοπος Αντιοχείας, Ο Νόνος, ανταποκρινόμενος στο αίτημα των συνεπισκόπων του, άρχισε να τους μιλάει. Καθώς οι επίσκοποι άκουγαν τα σοφά λόγια του Νόνου, πέρασε έφιππη η διασημότερη εταίρα και χορεύτρια της Αντιοχείας, πού ίππευε με τόση χάρη και με τόση πολυτέλεια, ώστε δεν έβλεπε κανείς παρά χρυσάφι, μαργαριτάρια καί πολύτιμους λίθους. Ακόμη κι αυτών των ποδιών της η γυμνότητα, ήταν καλυμμένη με χρυσάφι καί μαργαριτάρια καί τη συνόδευε μεγαλόπρεπη ακολουθία από νέους καί νέες ντυμένους με βαρύτιμα ενδύματα καί χρυσά περιδέραια γύρω στο λαιμό τους. Μερικοί απ’ αυτούς προηγούνταν καί μερικοί ακολουθούσαν αλλά την ομορφιά καί τη θελκτικότητα εκείνης δεν μπορούσε να τη φθάσει ένας ολόκληρος κόσμος. Περνώντας μπροστά από τη σύναξη των επισκόπων γιόμισε τον αέρα με την ευωδιά ενός υπέροχου αρώματος. Όταν οι επίσκοποι την είδαν να περνάει με ακάλυπτο το πρόσωπο, τους ώμους καί τα μέλη του σώματος της, με μια πομπή τόσο μεγαλοπρεπή καί χωρίς ούτε ένα πέπλο στο κεφάλι αναστέναξαν καί σιωπηρά έστρεψαν το κεφάλι από την άλλη μεριά σαν για να αποφύγουν βαριά αμαρτία.
Αλλά ο μακάριος Νόνος την κοιτούσε επίμονα καί αδιάκοπα καί αφού είχε περάσει, ακόμα εξακολουθούσε να την ακολουθεί με το βλέμμα του. Ύστερα, γυρνώντας, κοίταξε τους άλλους επισκόπους πού κάθονταν γύρω του και τους είπε, "δεν σας συγκίνησε η τόσο σπάνια ομορφιά της;" Εκείνοι δεν έδωσαν καμιά απάντηση. Τότε αυτός κατέβασε το κεφάλι του, άφησε το ιερό βιβλίο πού κρατούσε καί ενώ τα δάκρυά του κυλούσαν στο στήθος του, αναστενάζοντας βαριά, ξανάπε στους επισκόπους: "Δεν σας συγκίνησε η σπάνια ομορφιά της;" Άλλα εκείνοι δεν απάντησαν καί πάλι. Τότε εκείνος είπε: "στ' αλήθεια συγκινήθηκα πολύ από την ομορφιά αυτής της γυναίκας, πού ο Θεός θα την καλέσει μπροστά στον τρομερό θρόνο Του, για κρίση δική μας καί της επισκοπικής μας ευθύνης". Καί συνέχισε: "Πόσες ώρες νομίζετε πώς ξόδεψε αυτή η γυναίκα στα διαμερίσματα της, φροντίζοντας καί στολίζοντας μόνη το σώμα της καί τη μορφή της, έτσι πού να μην υπάρχει το παραμικρό στίγμα καί η παραμικρή ατέλεια στην ομορφιά του σώματος καί της εμφάνισής της, για να ευχαριστήσει τα μάτια των ανδρών καί να μην απογοητεύσει τους αξιοθρήνητους εραστές της, πού είναι σήμερα κι αύριο δεν θα ’ναι. Κι εμείς πού έχουμε ένα παντοδύναμο Πατέρα κι ένα αθάνατο εραστή, με υποσχέσεις αιωνίων θησαυρών καί ευεργεσίες ανεκτίμητες πού «οφθαλμός ουκ είδε καί ους ουκ ήκουσε καί επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσι Αυτόν», (Α΄ Κορ. 2, 9) αλλά τί να τα λέω; Με τέτοιες υποσχέσεις για τη θέα του Νυμφίου, αυτή την υπέροχη καί θεσπέσια μορφή, πού δεν τολμούν να κοιτάξουν τα Χερουβείμ, εμείς για χάρη αυτού του θείου εραστή ούτε στολίζουμε τις άθλιες ψυχές μας ούτε τις φροντίζουμε καί ούτε καν ξεπλένουμε απ’ αυτές τον ρύπο, αλλά τις αφήνουμε στη βρωμιά".
Αφού είπε αυτά τα λόγια ο Νόνος έφυγε, πήγε στο κελί, στο όποιο έμενε με το διάκονό του καί μαζί μ' αυτόν έπεσε κάτω, με το πρόσωπο πάνω στη γη καί κτυπώντας το στήθος, άρχισε να κλαίει λέγοντας "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησέ με τον αμαρτωλό καί ανάξιο γιατί καί μόνο μιας ημέρας το στόλισμα μιας πόρνης, είναι περισσότερο από το στόλισμα της ψυχής μου. Με τί όψη να σε κοιτάξω; Πώς να παρουσιαστώ μπροστά σου; Δεν μπορώ να κρύψω την καρδιά μου από σένα, εσύ ξέρεις τα μυστικά της. Αλίμονό μου, τον ανάξιο καί αμαρτωλό, πού στέκομαι στο θυσιαστήριο σου καί δεν σου προσφέρω την καθαρή καρδιά πού έχεις ζητήσει, Αυτή, έχει υποσχεθεί να ευχαριστήσει τους άνδρες καί έχει κρατήσει την υπόσχεσή της• εγώ έχω υποσχεθεί να ευχαριστήσω εσένα καί μένω στη ραθυμία. Είμαι γυμνός στον ουρανό καί στη γη, γιατί δεν έχω τηρήσει τις εντολές σου. Η ελπίδα μου δεν είναι σε κανένα καλό πού έκανα αλλά στον οίκτο σου απ’ τον οποίο περιμένω τη σωτηρία μου".
Με τέτοιο πάθος ο μακάριος Νόνος λάτρευε τον γλυκύτατό του Κύριο. Με τέτοιο πάθος λάτρεψαν όλοι οι Άγιοι τον Κύριό τους.
Αλλά ο μακάριος Νόνος την κοιτούσε επίμονα καί αδιάκοπα καί αφού είχε περάσει, ακόμα εξακολουθούσε να την ακολουθεί με το βλέμμα του. Ύστερα, γυρνώντας, κοίταξε τους άλλους επισκόπους πού κάθονταν γύρω του και τους είπε, "δεν σας συγκίνησε η τόσο σπάνια ομορφιά της;" Εκείνοι δεν έδωσαν καμιά απάντηση. Τότε αυτός κατέβασε το κεφάλι του, άφησε το ιερό βιβλίο πού κρατούσε καί ενώ τα δάκρυά του κυλούσαν στο στήθος του, αναστενάζοντας βαριά, ξανάπε στους επισκόπους: "Δεν σας συγκίνησε η σπάνια ομορφιά της;" Άλλα εκείνοι δεν απάντησαν καί πάλι. Τότε εκείνος είπε: "στ' αλήθεια συγκινήθηκα πολύ από την ομορφιά αυτής της γυναίκας, πού ο Θεός θα την καλέσει μπροστά στον τρομερό θρόνο Του, για κρίση δική μας καί της επισκοπικής μας ευθύνης". Καί συνέχισε: "Πόσες ώρες νομίζετε πώς ξόδεψε αυτή η γυναίκα στα διαμερίσματα της, φροντίζοντας καί στολίζοντας μόνη το σώμα της καί τη μορφή της, έτσι πού να μην υπάρχει το παραμικρό στίγμα καί η παραμικρή ατέλεια στην ομορφιά του σώματος καί της εμφάνισής της, για να ευχαριστήσει τα μάτια των ανδρών καί να μην απογοητεύσει τους αξιοθρήνητους εραστές της, πού είναι σήμερα κι αύριο δεν θα ’ναι. Κι εμείς πού έχουμε ένα παντοδύναμο Πατέρα κι ένα αθάνατο εραστή, με υποσχέσεις αιωνίων θησαυρών καί ευεργεσίες ανεκτίμητες πού «οφθαλμός ουκ είδε καί ους ουκ ήκουσε καί επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσι Αυτόν», (Α΄ Κορ. 2, 9) αλλά τί να τα λέω; Με τέτοιες υποσχέσεις για τη θέα του Νυμφίου, αυτή την υπέροχη καί θεσπέσια μορφή, πού δεν τολμούν να κοιτάξουν τα Χερουβείμ, εμείς για χάρη αυτού του θείου εραστή ούτε στολίζουμε τις άθλιες ψυχές μας ούτε τις φροντίζουμε καί ούτε καν ξεπλένουμε απ’ αυτές τον ρύπο, αλλά τις αφήνουμε στη βρωμιά".
Αφού είπε αυτά τα λόγια ο Νόνος έφυγε, πήγε στο κελί, στο όποιο έμενε με το διάκονό του καί μαζί μ' αυτόν έπεσε κάτω, με το πρόσωπο πάνω στη γη καί κτυπώντας το στήθος, άρχισε να κλαίει λέγοντας "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησέ με τον αμαρτωλό καί ανάξιο γιατί καί μόνο μιας ημέρας το στόλισμα μιας πόρνης, είναι περισσότερο από το στόλισμα της ψυχής μου. Με τί όψη να σε κοιτάξω; Πώς να παρουσιαστώ μπροστά σου; Δεν μπορώ να κρύψω την καρδιά μου από σένα, εσύ ξέρεις τα μυστικά της. Αλίμονό μου, τον ανάξιο καί αμαρτωλό, πού στέκομαι στο θυσιαστήριο σου καί δεν σου προσφέρω την καθαρή καρδιά πού έχεις ζητήσει, Αυτή, έχει υποσχεθεί να ευχαριστήσει τους άνδρες καί έχει κρατήσει την υπόσχεσή της• εγώ έχω υποσχεθεί να ευχαριστήσω εσένα καί μένω στη ραθυμία. Είμαι γυμνός στον ουρανό καί στη γη, γιατί δεν έχω τηρήσει τις εντολές σου. Η ελπίδα μου δεν είναι σε κανένα καλό πού έκανα αλλά στον οίκτο σου απ’ τον οποίο περιμένω τη σωτηρία μου".
Με τέτοιο πάθος ο μακάριος Νόνος λάτρευε τον γλυκύτατό του Κύριο. Με τέτοιο πάθος λάτρεψαν όλοι οι Άγιοι τον Κύριό τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου