18 Ιουνίου 2009

ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ ΝΕΡΟ

Κάποτε, ενώ περπατούσαμε στις όχθες της Νεκράς Θάλασσας, ο Γέροντάς μου κι’ εγώ, διηγείτο στους Αδελφούς ο Αββάς Δουλάς, ο μαθητής του Οσίου Βησσαρίωνος, κυριεύθηκαν από υπερβολική δίψα.
- Διψώ, Αββά, είπα στον Γέροντά μου.
- Πιές από τη θάλασσα, μου είπε.
Τον κοίταξα με απορία. Πινόταν εκείνο το νερό, που ήταν όλο αλμύρα και θειάφι; Ο Γέροντας όμως είχε σταθεί σε προσευχή και με το ευλογημένο χέρι του σταύρωνε τα νερά.
- Πιές, μου ξανάπε.
Υπήκουσα. Πήρα με τη χούφτα μου και ήπια. Το πικρό νερό της Νεκράς Θάλασσας είχε γίνει πιο γλυκό από το μέλι. Σαν είδα το θαύμα αυτό, ετοιμάστηκα να γεμίσω το μικρό λαγήνι που είχα μαζί μου.
- Γιατί το γεμίζεις; με ρώτησε ο Γέροντας.
- Για να το έχω όταν διψάσω πάλι, Αββά.
Με κοίταξε με αυστηρό βλέμμα:
- Ο Θεός που είναι εδώ, ολιγόπιστε, θα είναι και πιο κάτω.
Άλλη φορά θέλαμε να περάσουμε το ποτάμι και δεν βρίσκαμε βάρκα. Ο Γέροντας τότε, που βιαζόταν, έκανε την προσευχή του και πέρασε στην αντίθεση όχθη, περπατώντας πάνω στα νερά.
- Πως αισθανόσουν; τον ρώτησα αργότερα.
- Ένοιωθα το νερό ως τους αστραγάλους μόνο, μου αποκρίθηκε. Από κει και πέρα περπατούσα όπως στην ξηρά!
Από το Γεροντικό

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου