18 Ιανουαρίου 2021

Έκλεισε ο Ιουστινιανός το 529 την Ακαδημία των Αθηνών;



Για να πείσουν τους αμαθείς περί δήθεν διωγμών των Εθνικών από τους Χριστιανούς, οι Νεοπαγανιστές διαδίδουν το ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΑΘΟΣ ότι δήθεν ο Ιουστιανιανός έκλεισε την Ακαδημία της Αθήνας, δήθεν από ανθελληνισμό. Φυσικά η Ακαδημία της Αθήνας ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΕΚΛΕΙΣΕ από τον Ιουστιανιανό. Και οι κατηγορίες αυτές τις οποίες εκμεταλλεύονται οι Νεοειδωλολάτρες για να συκοφαντήσουν τους Χριστιανούς, έχουν αποδειχθεί από τη σύγχρονη έρευνα, ιστορικό λάθος.

Πολλοί νεοπαγανιστές (και οι επηρεασμένοι από αυτούς) θεωρούν πως ο Ρωμηός/Βυζαντινός αυτοκράτορας Ιουστινιανός- έκλεισε την Φιλοσοφική Σχολή των Αθηνών το 529, ρίχνοντας στο σκοτάδι την ανθρωπότητα, και οδηγώντας  τάχα, στην στην αμάθεια του Μεσαίωνα". Αυτή η άποψη είναι ένας μύθος, τον οποίο θα καταρρίψουμε παρακάτω... Με αφορμή, λοιπόν, τις δημόσιες τοποθετήσεις Νεοπαγανιστών που δεν αποδέχονται την ιστορική πραγματικότητα και υποστηρίζουν πως το κλείσιμο της Πλατωνικής Ακαδημίας ήταν μια πράξη «αφοριστική κατά της γνώσης», το κείμενο αυτό γράφτηκε ώστε να καταδείξει ότι την εποχή που η Ακαδημία έκλεισε:

α) είχε ήδη μπει από μόνη της, ανεπιστρεπτί σε μια πορεία παρακμής

β) δεν αποτελούσε σχολή γνήσιας κλασικής σκέψης αλλά μεταμορφώθηκε σε ένα υποβαθμισμένο κέντρο παγανισμού που αντί για φιλοσοφία παρήγαγε διδασκαλίες περί μαγείας και δεισιδαιμονίας, παραποιώντας τελικά την φιλοσοφία του Πλάτωνα.

γ) Για το λεγόμενο κλείσιμο της Σχολής των Αθηνών υπό του Ιουστινιανού, μύρια ψέματα έχουν λεχθεί υπό των Νεοπαγανιστών.

 ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ: «Ο Πλάτων είχε στον χώρο της Ακαδημίας ένα οικόπεδο […] η Σχολή νομικά ήταν θρησκευτικός, ιερός σύνδεσμος με σκοπό την από κοινού λατρεία των Μουσών […] Η Ακαδημία βρισκόταν σε έναν κλειστό κήπο, μακριά από την κίνηση της πόλης. Διευθυνόταν ως εταιρεία από κάποιον προϊστάμενο και στις διαλέξεις της επιτρεπόταν η είσοδος μόνο σε εκείνους που ήταν μέλη της. […] Έχουμε ακόμη την πληροφορία ότι ορισμένα μέλη της Ακαδημίας ex officio ήταν επιφορτισμένα με την οργάνωση θυσιών, εορταστικών συμποσίων και συσσιτίων» (Εγκυκλοπαίδεια «ΠΑΠΥΡΟΣ-ΛΑΡΟΥΣ-ΜΠΡΙΤΑΝΙΚΑ», Τόμος 6, λήμμα: «Ακαδημία»)

Ο Ιουστινιανός δεν απαγόρευσε την  διδασκαλία της νομικής και της φιλοσοφίας στην Αθήνα, όπως αναφέρει ο Μαλάλας, διότι ο ίδιος ιστορικός αντιφάσκει, λέγοντας πως αργότερα, το 530, ο αυτοκράτορας έστειλε τον νομικό του κώδικα σε Αθήνα και Βηρυτό. Στην Βηρυτό και την Αθήνα, λοιπόν, λειτουργούσαν νομικές σχολές (δεν θα ανέφερε μόνο αυτές τις πόλεις ο Μαλάλας, αν εννοούσε απλώς ότι ο Ιουστινιανός έστειλε στα δικαστήρια των Αθηνών και της Βηρυτού τον κώδικά του) κι εφόσον αντιφάσκει για τη διδασκαλία της νομικής, η πιθανότητα να λέει την αλήθεια για τη φιλοσοφία επίσης είναι μικρή. Ο Προκόπιος δεν αναφέρει καμία τέτοια απαγόρευση (F. Gregorovius, Ιστορία των Αθηνών, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Αθήναι 1904, τ.1, σ. 122).

«Μόνον εκ της μαρτυρίας αυτού (Του Προκόπιου, στην Απόκρυφη Ιστορία), καθ’ ην ο Ιουστινιανός εστέρησε τους δημοσία διδάσκοντας τους μισθούς αυτών και εδήμευσε τα ιδιωτικά υπέρ επιστημονικών σκοπών καθιδρύματα, εξήχθη το συμπέρασμα, ότι η διάταξις αύτη ανεφέρετο κυρίως εις την Ακαδημίαν των Αθηνών» (F. Gregorovius, Ιστορία των Αθηνών, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Αθήναι 1904, τ.1, σ. 122). Όμως,  είναι άλλο πράγμα η δήμευση της περιουσίας κι άλλο η απαγόρευση της διδασκαλίας της φιλοσοφίας ή το κλείσιμο της Ακαδημίας. Εξάλλου, ο Προκόπιος πουθενά δεν αναφέρεται ονομαστικά στην Αθήνα ούτε όταν γράφει πως ο Ιουστινιανός στέρησε τους μισθούς.

Πέρα απ’ το ότι η Απόκρυφη Ιστορία είναι, ως γνωστόν, ένας αναξιόπιστος λίβελοςδεν διαθέτουμε απολύτως κανένα στοιχείο, έδικτο ή αναφορά συγγραφέων, που να λέει με σαφήνεια ή ρητά, ότι ο Ιουστινιανός διέταξε την απαγόρευση της διδασκαλίας της φιλοσοφίας στην Αθήνα ή το κλείσιμο της Ακαδημίας. «Στις ειδικές διατάξεις του κώδικα  Πανδέκτη που συνέταξε ο Ιουστινιανός, απαγορεύεται η διδασκαλία κάθε μαθήματος από εθνικούς διδασκάλους (Ό,τι έκανε νωρίτερα ο Ιουλιανός για τους Χριστιανούς διδασκάλους. Η εκδίκηση της Ιστορίας, αν και κάπως αργά, όταν ο Παγανισμός είχε ΗΔΗ σβήσει.), αλλά πουθενά δεν αναφέρεται ρητή διάταξη περί κατάργησης των σχολών της Αθήνας.

Ο Αγαθίας, που εξιστορεί λεπτομερώς την αποδημία των επτά φιλοσόφων της Ακαδημίας στην αυλή του Χοσρόη, δε λέει ότι έφυγαν επειδή καταργήθηκε η σχολή της Αθήνας, όπως ήταν φυσικό να πει, αν πράγματι έγινε αυτή η κατάργηση, αλλά βεβαιώνει ότι αυτοί μετανάστευσαν «επειδή αυτούς η παρά Ρωμαίοις κρατούσα επί τω κρείττονι δόξα ουκ ήρεσκεν», επειδή δηλαδή δεν ασπάζονταν τη θρησκεία που επικρατούσε εδώ»  (Κ. Παπαρηγόπουλου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, 1885, επανέκδ. εκδ. Κάκτος, 1992, τ. 9, 3). «Η υπό του Ιουστινιανού κατάργησις των εν Αθήναις σχολών δεν δύναται ναποδειχθή γενόμενη ως επίσημος πράξις της πολιτείας (...) εξακολούθησαν υφιστάμεναι εν Αθήναις ιδιωτικαί (Και η Ακαδημία, όμως, ιδιωτική σχολή του Πλάτωνα ήταν) της ρητορικής και γραμματικής» (F. Gregorovius, Ιστορία των Αθηνών, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Αθήναι 1904, τ.1, σ. 122, 123).

Στο περιοδικό "Μεγάλες Μορφές του Παρελθόντος" (Εκδόσεις Περισκόπιο), στο τεύχος: "Ιουστινιανός ο κορυφαίος Βυζαντινός Αυτοκράτορας", (του Γιάννη Χατζάκη σελ. 36), γράφει τα εξής:

"Σύμφωνα με παλαιότερες θεωρίες, μεταξύ άλλων, αποδόθηκε στον Ιουστινιανό και το κλείσιμο της Φιλοσοφικής Σχολής των Αθηνών το 529, η οποία αποτελούσε επιβίωση της Ακαδημίας του Πλάτωνα. Νεώτερες έρευνες όμως, απέδειξαν ότι επρόκειτο για προσωρινή αναστολή της λειτουργίας της, περισσότερο για εσωτερικούς λόγους, παρά λόγω εξωτερικών πιέσεων. Συγκεκριμένα, την περίοδο εκείνη, επτά νεοπλατωνιστές διδάσκαλοι, για ανεξακρίβωτους λόγους και πιεζόμενοι προφανώς από τις διώξεις που σημειώνονταν, (σημείωση ΟΟΔΕ: Με τη φράση: "διώξεις", αναφέρεται στην απαγόρευση των θυσιών των Εθνικών από τη νομοθεσία, για τις οποίες μιλάει στην αμέσως προηγούμενη σελίδα), αναζήτησαν καταφύγιο στην Αυλή του Χορσόη Α΄ στην Περσία. Βέβαια, πολύ σύντομα διαπίστωσαν ότι οι οι συνθήκες παραμονής τους εκεί δεν ήταν οι καλύτερες. Η επίσημη ζωροαστρική θρησκεία του περσικού βασιλείου δεν ήταν περισσότερο ανεκτική απέναντι σε ξένες ιδέες απ' ό,τι ο Χριστιανισμός του Βυζαντίου. Έτσι, μέσα σε λιγότερο από ένα έτος, οι Έλληνες φιλόσοφοι αναγκάσθηκαν να επιστρέψουν στην περιορισμένη, έστω, ασφάλεια της Αθήνας και επαναλειτούργησαν τη σχολή, η οποία φαίνεται ότι σταμάτησε οριστικά τα μαθήματά της στα τέλη περίπου του 6ου αιώνα".

Από το ανωτέρω κείμενο, συνάγονται τα εξής σαφή συμπεράσματα: α. Η Ακαδημία έκλεισε από τους ίδιους τους φιλοσόφους, και όχι από τον Ιουστινιανό. β. Έκλεισε για λιγότερο από έναν χρόνο. γ. Στη Βυζαντινή επικράτεια, υπήρχε για τους εθνικούς πολύ μεγαλύτερη ανοχή, απ' ό,τι στο εξωτερικό, γι' αυτό οι φιλόσοφοι γύρισαν πίσω. γ. Οι "διωγμοί", που επέφερε η νομοθεσία του Ιουστιανιανού, δεν ήταν, παρά απλοί αποθαρρυντικοί νόμοι, που όμως δεν έθιγαν την ΑΣΦΑΛΕΙΑ των φιλοσόφων. δ. Η σχολή ξαναλειτούργησε χωρίς διακοπή, ως το τέλος του αιώνα, (και όπως θα δείξουμε στη συνέχεια, η φιλοσοφία συνέχισε ακόμα να διδάσκεται και ως τον 7ο αιώνα!)

Η Ακαδημία, ως γνωστό, χάρη στην τεράστια περιουσία της μπορούσε να δέχεται όλους τους σπουδαστές χωρίς δίδακτρα, ενώ οι υπόλοιπες σχολές ζητούσαν δίδακτρα σπουδών. Συνεπώς η δήμευση της περιουσίας της, αν αυτή έγινε, και στο βαθμό που έγινε, δεν θα συνεπαγόταν απαραιτήτως κλείσιμο της Ακαδημίας, αλλά απλώς ότι οι φοιτητές από δω και στο εξής θα πλήρωναν για τη φοίτησή τους καθώς και ότι οι καθηγητές θα ήταν μόνο Χριστιανοί. Άλλο πράγμα η δήμευση της περιουσίας, άλλο το κλείσιμο της Ακαδημίας.

Ο Blumental (“529 and its SequellWhat happened to the Academy” Revue Internationale des Etudes Byzantines tXLVIII [1978], Bruxelles 1979, 370-385) εισάγει και ένα άλλο πρόβλημα που αφορά την ημερομηνία κατά την οποία εκδόθηκε ο νόμος. Έτσι θεωρείται ως πιθανή ημερομηνία για την εφαρμογή του νόμου το έτος 534 μ.Χ. Συνεπώς δεν υπάρχει βεβαιότητα για το αν κάποια από τις σχετικές προβλέψεις του νόμου υφίσταται ήδη από το 529 μ.Χ.

«Πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι τριάντα ένα χρόνια μετά, το 560, η επίταξη της περιουσίας της εξαιρετικά ανθηρής Ακαδημίας δεν είχε ακόμα ολοκληρωθεί» (Πάολο Τσεζαρέτι, Θεοδώρα˙ η άνοδος μιας αυτοκράτειρας, εκδ. Ωκεανίδα, σ. 240).

«Αναφέρεται συχνά το ότι ο αυτοκράτορας έκλεισε την Ακαδημία στην Αθήνα το 529. Παρ’ όλα αυτά η Ακαδημία εκείνη συνέχισε να λειτουργεί για μερικές δεκαετίες ακόμα. Και στην Αλεξάνδρεια, ο ειδωλολάτρης Ολυμπιόδωρος δίδασκε ακόμα φιλοσοφία και μετά το 565, που πέθανε ο Ιουστινιανός» (Sture LinnérΙστορία του Βυζαντινού Πολιτισμού, εκδ. Γκοβοστή, σ. 93).

Ο ACameron (“The Last Days of the Academy of Athens”, Proceedings of the Cambridge Philological Society 195 [1969], 8, 25) θεωρεί ότι η διδασκαλία της φιλοσοφίας συνεχίστηκε στην Αθήνα από το 532 μ.Χ. μέχρι που οι Σλάβοι λεηλάτησαν την πόλη, δηλαδή σχεδόν πενήντα χρόνια αργότερα. Την παραπάνω θέση του στηρίζει ο ACameron σ’ ένα απόσπασμα του Ολυμπιοδώρου σε σχόλιο που έκανε στον Αλκιβιάδη του Πλάτωνα. Στο σχόλιο αυτό γίνεται λόγος για παραχώρηση της Σχολής από τον Πλάτωνα σε διαδόχους του για λόγους καθαρά πρακτικούς, εφόσον ο ίδιος ήταν ευκατάστατος. Ο Ολυμπιόδωρος επισημαίνει ότι η παρουσία της Σχολής υπήρξε διαδοχική μέχρι τώρα, παρά τη μορφή μερικής κατάσχεσης την οποία υπέστη. Σύμφωνα με το σκεπτικό του Cameron στα 529 μ.Χ. η πλατωνική Ακαδημία δεν είχε χρηματικές παροχές, με αποτέλεσμα να περιοριστούν οι δραστηριότητές της, έστω και αν αυτές δεν διακόπηκαν εντελώς. Βλέπουμε, δηλαδή, τον Παγανιστή φιλόσοφο Ολυμπιόδωρο να κάνει λόγο για την ύπαρξη της Ακαδημίας στην εποχή που αυτός (γράφει: «μέχρι τώρα») ζούσε (άκμασε περί το 565 μ.Χ.), αναφέροντας ταυτόχρονα – πράγμα που καθιστά το σχόλιό του αξιόπιστη μαρτυρία – την «μερική (αλλά όχι πλήρη!) κατάσχεση» της περιουσίας.. «[…]Το διδακτήριο αυτό και κέντρο ερευνών που ίδρυσε ο Πλάτων διατηρήθηκε […] επί περίπου δέκα αιώνες (4ος π.Χ. – 6ος μ.Χ.)[…] (Εγκυκλοπαίδεια «ΔΟΜΗ», λήμμα: «Ακαδημία»).

Βλέπουμε, ότι η άποψη περί κλεισίματος της Ακαδημίας δεν γίνεται πλέον αποδεκτή, αλλά κι ότι ο ίδιος ο Ιουστινιανός, αν και έβγαλε ένα νόμο απαγορεύοντας τη διδασκαλία της φιλοσοφίας από Παγανιστές, ούτε ο ίδιος ούτε οι επόμενοι αυτοκράτορες τον εφάρμοσαν, τουλάχιστον στο βαθμό στον οποίο θέλουν οι Νεοπαγανιστές να δεχτούμε. Διαφορετικά, Πώς εξηγείται ότι ο Ολυμπιόδωρος δίδασκε φιλοσοφία στην Αλεξάνδρεια, έδρα του δεύτερου μεγαλύτερου Πατριαρχείου και δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Αυτοκρατορίας; Οι νόμοι δεν εφαρμόζονταν. Είχαν απλώς αποτρεπτική ισχύ. Προκύπτει, λοιπόν, το ερώτημα, γιατί να φύγουν οι επτά φιλόσοφοι από την Αθήνα, αφού ούτε η περιουσία της Ακαδημίας είχε κατασχεθεί ούτε απαγορευόταν στην πράξη η διδασκαλία από Εθνικούς; Είναι αληθινή η εξιστόρηση του Αγαθία; Ή ο λόγος που έφυγαν ήταν αυτός που αναφέρει ο Αγαθίας και κανένας άλλος;

Ο Ιουστινιανός λοιπόν δεν απαγόρευσε τη διδασκαλία της φιλοσοφίας στην πόλη. Απόδειξη γι' αυτό είναι ότι στην Αθήνα σπούδασε φιλοσοφία, μαθηματικά και αστρονομία στις αρχές του 7ου αιώνα ο Θεόδωρος (602-690), μετέπειτα πρώτος αρχιεπίσκοπος Cantebury της Αγγλίας (Β. Σπανδάγου - Ρ.Σπανδάγου - Δ. Τραυλού, Οι θετικοί επιστήμονες της βυζαντινής εποχής, εκδ. Αίθρα, σ. 56), και επίσης στην ίδια εποχή ο φιλόσοφος Τυχικός ο Βυζάντιος σπούδασε εκεί φιλοσοφία (Στήβεν Ράνσιμαν, Βυζαντινός πολιτισμός, εκδ. Γαλαξίας, σ. 253).

Συνεπώς ψέμα μέγιστο είναι ότι «έσβησαν τα φώτα της παιδείας» στα 529 μ.Χ. στην Αθήνα. Εκείνη την εποχή, η πλειονότητα των σπουδαστών ήταν Χριστιανοί και σίγουρα θα υπήρχαν Χριστιανοί καθηγητές. Τίποτε δεν αποκλείει ότι οι Χριστιανοί καθηγητές, συνέχισαν να διδάσκουν φιλοσοφία και ρητορική μετά την απόλυση των ειδωλολατρών.

Φυσικά η άποψη ότι όλες οι φιλοσοφικές σχολές ευημερούσαν το 529 (φέρνουν και πορίσματα των αμερικανικών ανασκαφών στην αθηναϊκή Αγορά ως απόδειξη) είναι αβάσιμη. Αφού οι σχολές ευημερούσαν, γιατί δεν έχουμε, όπως για παλιότερους αιώνες, ονόματα Επικούρειων ή Στωικών ή Αριστοτελικών που να διεύθυναν τις αντίστοιχες ευημερούσες σχολές; Γιατί δεν υπάρχει καμία γραπτή μαρτυρία για τις σχολές αυτές, τις οποίες οι Νεοδωδεκαθεϊστές αγωνίζονται να αποδείξουν ότι  ευημερούσαν; Οι Πλατωνικοί σίγουρα ευημερούσαν, αλλά αυτοί μόνο. Άλλο πράγμα η ευημερία της πόλης των Αθηνών και η καλή κατάσταση της Αγοράς γενικά, κι άλλο πράγμα η ύπαρξη σχολών – τίποτα δεν αναφέρεται γι’ αυτές – στην Αγορά της Αθήνας το 529. Από το ένα δεν συνεπάγεται το άλλο.

Ο ACameron (“The Last Days of the Academy of Athens”, Proceedings of the Cambridge Philological Society 195 [1969], 8, 25) επισημαίνει ότι το σχολικό κτίριο, που ερημώθηκε στα τέλη του 6ου αιώνα δεν αποτελεί αποδεικτικό στοιχείο για την παραπάνω θέση (ότι είναι απόδειξη πως έκλεισε με διάταγμα η Ακαδημία), εφόσον δεν θεωρείται ως συνέπεια του νόμου του Ιουστινιανού στα 529 μ.Χ., αλλά απλώς ως τμήμα μίας γενικής παρακμής της αθηναϊκής ζωής αυτήν την περίοδο. Βλέπουμε ότι το σχολικό κτίριο που βρισκόταν στην Αγορά της Αθήνας ερημώθηκε στα τέλη του 6ου αιώνα, όχι στις αρχές ή τα μέσα. Το τελευταίο θα συνέβαινε μόνο αν έκλεινε η Ακαδημία στα 529 μ.Χ.

"Ο Δαμάσκιος [...] ήταν Νεοπλατωνικός φιλόσοφος από τη Δαμασκό. Ήταν ο τελευταίος σχολάρχης της Πλατωνικής Ακαδημίας της Αθήνας. Όταν έκλεισε η σχολή (529), αυτοεξορίστηκε μαζί με τον Σιμπλίκιο και άλλους στην Περσία (531), απ’ όπου επέστρεψε (533), όταν ο Ιουστινιανός παραχώρησε σε αυτόν και στους άλλους ελευθερία διαμονής στο έδαφος της αυτοκρατορίας του. [...] Με τον Δαμάσκιο, ο νεοπλατωνισμός έφτασε στο αποκορύφωμα της μυστικιστικής διδασκαλίας του" (Εγκυκλοπαίδεια «ΔΟΜΗ», λήμμα: «Δαμάσκιος»)

Ο τελευταίος σχολάρχης της Ακαδημίας των Αθηνών, ο Δαμάσκιος, έγραψε ένα ογκώδες έργο περί μαγείας και θαυμάτων σε τέσσερα βιβλία, το οποίο μεταξύ άλλων περιελάμβανε και 63 κεφάλαια «περί των μετά θάνατον εμφαινομένων ψυχών παράδοξα διηγήματα» (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών Α.Ε., τ. Ζ', σ.336). Αυτά τα ισχυρίζεται ο Φώτιος, ο πιο μορφωμένος άνθρωπος του Μεσαίωνα.

Αλλά κι ο Βίος Πρόκλου, γραμμένος από τον μαθητή του, μας λέει, ότι ο Πρόκλος, σχολάρχης της Ακαδημίας (430-482) «έκανε θαύματα χάρη στις μαγικές του γνώσεις, τερμάτισε μια περίοδο ξηρασίας και απομάκρυνε σεισμούς με τα φυλακτά του. Ο Ασκληπιός πραγματοποίησε για χάρη του θαυματουργικές ιάσεις, θεραπεύοντας την κόρη του δασκάλου του και απαλλάσσοντας τον ίδιο από μια αρθρίτιδα στο γόνατο» (Pierre Chuvin, Οι τελευταίοι Εθνικοί, εκδ. Θύραθεν, σ. 128). Αφού μάγια έκανε ο Πρόκλος, πολύ πιθανόν να έκανε τα ίδια κι ο Δαμάσκιος. Ο ορθολογισμός της Ακαδημίας είχε πάει (στον) περίπατο.

Τι θρηνούν λοιπόν για την κατάργηση της Ακαδημίας; Για την «θεουργία» οδύρονται οι ορθολογιστές; Το κατάντημα της φιλοσοφίας σε μαγεία δεν τους ενδιαφέρει;  Διαβάζουμε:  «Ένα από τα πιο επιλήψιμα χαρακτηριστικά των νεοπλατωνικών γενικά ήταν η ιδιαίτερη αγάπη τους για τη δεισιδαιμονία, τη μαγεία και τον αποκρυφισμό. […] Τέτοιου είδους αγυρτείες […] επέσπευσαν το αναπόφευκτο τέλος της.» («ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ», Τόμος Ζ’, σελ. 336).

Σε αυτή την πορεία παρακμής συμφωνεί και το παρακάτω απόσπασμα όπου μας βεβαιώνει ότι πριν ακόμα εδραιωθεί ο Χριστιανισμός, η σχολή είχε πάψει να προσφέρει σημαντικό έργο: «Σχηματικά μπορούμε να διακρίνουμε τρεις περιόδους στην ιστορία της δεύτερης σοφιστικής […] Η δεύτερη περίοδος αρχίζει περίπου από τα μέσα του 3ου αι. μ.Χ. και τελειώνει στα χρόνια του Μ. Κωνσταντίνου. Για την περίοδο αυτή έχουμε τις λιγότερες πληροφορίες, γιατί δεν μας σώθηκε κανένα αξιόλογο έργο ούτε από τους εκπροσώπους της ούτε από τους ιστορικούς της. […]» («ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ», Τόμος ΣΤ’, σελ. 396)

«[...]Πραγματικά, η δαιμονολογία, η μαγεία και η θεουργία (είδος μαγείας) αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη σπουδαιότητα κατά τις δύο τελευταίες περιόδους του νεοπλατωνισμού στη διδασκαλία του οποίου όλο και περισσότερο εμφανίζεται αύξηση του αριθμού των υποστάσεων και των θεοτήτων, σημείο επίδρασης της φιλοσοφικοθρησκευτικής θεωρίας ανατολικής έμπνευσης.[...]» (Εγκυκλοπαίδεια «ΔΟΜΗ», λήμμα: «νεοπλατωνική σχολή»)

«Πέρα από τους λογοτεχνικούς και ιστορικούς δεσμούς του, το επίσημο πάνθεο ελάχιστο νόημα είχε στον ύστερο  ειδωλολατρικό κόσμο. Σ’ αυτή την περίοδο η φιλοσοφία είχε ήδη απομακρυνθεί πολύ από την ελληνική αφετηρία της. Δεν εμπνεόταν πια από  πνευματική περιέργεια, αλλά έγινε  κατά  βάση θρησκευτική. Στα θρησκευτικά εγχειρίδια της εποχής συνηθιζόταν πολύ να εκτίθεται το δόγμα σαν μία αποκάλυψη από κάποιον θείο σοφό, όπως ο Ερμής ο Τρισμέγιστος , ο Αιγύπτιος Θωθ. Οι επικρατέστερες σχολές της ημέρας των Νεοπλατωνικών και των Νεοπυθαγορείων  ήταν διαρχικά συστήματα βασιζόμενα στην πίστη  και θεωρούσαν ότι η ύλη είναι κακό, το σώμα ένας τάφος και η σωτηρία έγκειται στην καθυπόταξη της σάρκας και στην ενατένιση εν καθαρότητι πνεύματος του Θεού, του μυστηριώδους Ενός, για τον οποίο η ανθρώπινη διάνοια δεν μπορεί να βεβαιώσει τίποτε. Ούτε ήταν ασυμβίβαστη η φιλοσοφία με την πίστη στην αστρολογία και τη μαγεία» (A. M. Jones, Ο Κωνσταντίνος και ο εκχριστιανισμός της Ευρώπης, εκδ. Γαλαξίας, σ. 41, 42).

Απαγορεύσεις στην ίδρυση σχολών, πάντως δεν ήταν κάτι το άγνωστο στην αρχαιότητα. Στην Αθήνα το 316 π.Χ. (κατά C. Krüger) ή μεταξύ 307 και 302 π.Χ. (κατά το Ρένο Αποστολίδη και τους περισσότερους, που είναι και το πιθανότερο: μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας) προτάθηκε και ψηφίσθηκε νόμος, να μην μπορεί κανείς να έχει φιλοσοφική σχολή χωρίς άδεια της βουλής και του δήμου, και η παράβαση να τιμωρείται με θάνατο (Διογένης Λαέρτιος, V, 38, «νόμον εισενεγκόντος μηδένα των φιλοσόφων σχολής αφηγείσθαι αν μη τη βουλή και τω δήμω δόξη· ει δε μη, θάνατον είναι την ζημίαν»˙ Αθηναίος, 13, 610f ˙ Πολυδεύκης, 9, 42). Μάλιστα «Η Αθήνα θέσπισε νόμο που απαγόρευε την εκπαίδευση των νέων χωρίς προηγούμενη άδεια των αρχών (Ξενοφώντα, Απομνημονεύματα, 1, 2, 31)» (Fustel De CoulangesΗ αρχαία Πόλη, εκδ. Ειρμός, σ. 348). Γιατί ψήφισαν τέτοιους νόμους οι Αρχαίοι; Δεν υπήρχε ελευθερία διδασκαλίας; Προφανώς, όχι. Κατάλοιπα της συμπεριφοράς των Εθνικών, βεβαίως υπήρχαν και στην Ρωμανία/Βυζάντιο. Δεν είναι δυνατόν να αλλάξει νοοτροπία αιώνων, έτσι εύκολα, όσο ευεργετική και να ήταν η επίδραση του Χριστιανισμού.

Υπήρξαν ουκ ολίγες περιπτώσεις, στις οποίες κάποιοι μωροφιλόδοξοι (Ακόμη κι ο Εθνικός Παλλαδας τους ειρωνεύεται) παγανιστές «φιλόσοφοι» (θεουργοί) αποπειράθηκαν να εκθρονίσουν τον νόμιμο αυτοκράτορα. Γι’ αυτό, ο Ιουστινιανός δεν ήταν δυνατόν να δεχτεί (σε θεωρητικό επίπεδο, αφού πρακτικά δεν συνέβη τίποτε) την διατήρηση πιθανών εστιών συνωμοσίας από τέτοιους μωρούς φιλοσόφους με πολιτικές φιλοδοξίες. Εάν ο Ιουστινιανός ήταν εναντίον της φιλοσοφίας γενικάτότε θα έκλεινε κάθε Πανεπιστήμιο, συμπεριλαμβανομένου κι αυτού της Κωνσταντινούπολης! Όμως ο αιώνας του Ιουστινιανού είναι μια πολιτιστικά πολύ γόνιμη εποχή που έχει να επιδείξει σπουδαίους αρχιτέκτονες και μαθηματικούς (Ισίδωρος, Ανθέμιος), σπουδαίους ιστορικούς (Προκόπιος), σπουδαίους ποιητές και υμνογράφους (Αγαθίας, Ρωμανός Μελωδός) καθώς και ανεπανάληπτες δημιουργίες (Αγία Σοφία, ψηφιδωτά Ραβένας).

Ανύπαρκτη, λοιπόν, η πολιτιστική οπισθοδρόμηση!

oodegr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου