4 Δεκεμβρίου 2010

Πως ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός συνέγραψε θεία άσματα, μελωδήματα, Λόγους και άλλα ψυχωφελή

Κάποτε απέθανε κάποιος γείτονας του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, ο δε αδελφός του νεκρού πικραινόταν και παρεκάλει τον Άγιο να συνθέσει κανένα τροπάριο κατανυκτικό για να παρηγορηθεί στην λύπη του. Ο δε Άγιος ευλαβείτο τον Γέροντά του και δεν ήθελε να παραβεί την εντολή του. Επειδή όμως πολύ τον στενοχώρησε εκείνος καί στον Θεό τον όρκισε, συγκατέβει και συνέθεσε τροπάριο νεκρώσιμο, πολύ ωραίο καί εναρμόνιο, το οποίο έως την σήμερον ψάλλεται, ήτοι το: «Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα»...

 Ήταν δε τότε μόνος ο Ιωάννης στο κελλί του και έψαλλε το τροπάριο με μελωδία θαυμάσια. Έτυχε όμως τότε να έρχεται ο Γέρων, ο οποίος ακούγοντας την μελωδική εκείνη φωνή, εθυμώθη και του λέγει: «Αντί να κλέεις, χάσκεις και χαίρεσαι, παρήκοε;» Ο δε Άγιος εδικαιολογείτο, λέγων την αιτία. Ο Γέρων όμως ουδόλως ειρήνευσε, αλλά τον εδίωξε από το κελλί του ως παρήκοο. Ο δε θαυμάσιος Ιωάννης, ενθυμούμενος την παράβαση των Προπατόρων, για την οποία δικαίως εξώσθησαν του Παραδείσου, έκλαιε πικρώς, οδυρόμενος περισσότερο απ’ εκείνον, του οποίου ο αδελφός απέθανε και έβαλε μεσίτες τους Γέροντες όλους και αυτόν τον Ηγούμενο να παρακαλέσουν τον Γέροντά του να του δώσει συγχώρηση. Αλλ’ ο Γέρων, ως αυστηρός, δεν έκλινε ποσώς προς συμπάθεια.
Οι μεν λοιπόν παρεκάλουν αυτόν να του δώσει άλλον κανόνα καί να μη τον διώξει τελείως. Ο δε αποκρινόταν: «Εάν δεχθεί να καθαρίσει όλους τους ρύπους και τις ακαθαρσίες της Λαύρας από τις αναπαύσεις με τα χέρια του, θα τον συγχωρήσω, άλλως δεν τον δέχομαι ουδόλως». Αυτά εκείνοι ακούσαντες έφριξαν, και εντρέποντο να του τα ειπούν, πλην μετά βίας καί αισχύνης το ομολόγησαν. Ο δε όταν άκουσε αυτά έλαβε μεγάλη αγαλλίαση και είπε: «Αυτό είναι εύκολο να το κάμω, ευλογείτε, Πατέρες Άγιοι». Και ευθύς λαβών τα εργαλεία, εισήλθε στην ανάπαυση του γείτονα αυτού και αρχίζει να μολύνει τα χέρια εκείνα, που μοσχοβολούσαν από τα αρώματα πρότερα καί την χριστοθεράπευτο δεξιά έβαλε στην κόπρο καί δεν σιχαινόταν ο αοίδιμος. Βλέποντας ο Γέρων την πολλή προθυμία του Ιωάννου στην υπακοή και την εις βάθος ταπείνωση, έδραμε και τον ενηγκαλίσθη χαίρων και τον κατεφίλει καί κατησπάζετο λέγων: «Καλότυχος εγώ, που αξιώθηκα να έχω τέτοιον μαθητή υπήκοο και αθλητή γενναιότατο». Ο δε Άγιος, όσο έβλεπε, ότι τον επαινούσε ο Γέρων, τόσο μάλλον ταπεινωνόταν και ευλαβούμενος τους λόγους του έκλαιε, καθώς κάμνουν όλοι οι φρόνιμοι, όταν άλλοι τους εγκωμιάζουν. Εισελθόντες λοιπόν στο κελλί, χαιρόταν ο Άγιος, ότι του έδωσε την συγχώρηση, ο δε Γέρων τον προσέταξε πάλι να φυλάττει σιωπή ως ψυχοσωτήριο.
Ολίγες όμως μετά από αυτά ημέρες, φαίνεται στον Γέροντα κοιμώμενο, η Πανύμνητος και Πανάμωμος Δέσποινα και του λέγει: «Γιατί έφραξες τέτοια βρύση θαυμάσια, η οποία προχέει δαψιλές νάμα καί ύδωρ αναπαύσεως των ψυχών νεκταρώδες καί γλυκύτερο απ’ εκείνο, το οποίο ανέβλυσε στην έρημο; Άφησε την πηγή να ποτίσει την οικουμένη άπασαν, να σκεπάσει θάλασσες αιρέσεων και να τις μετατρέψει σε θαυμασία γλυκύτητα. Αυτός έχει να υπερβεί του Δαβίδ την προφητική κιθάρα και το ψαλτήριο. Αυτός θα μελωδήσει άσματα καινά, μεγαλουργήματα γλυκύτερα και ωραιότερα προς τον Κύριο από την ωδή του Μωϋσέως καί την χοραυλία της Μαρίας. Προς σύγκριση της ηδυτάτης και θαυμαστής αυτού κιθάρας θέλουν λογισθεί μύθος άχρηστος τα του Ορφέως ανόητα μελωδήματα. Ούτος θέλει μελωδήσει την πνευματική και ουράνιο μελουργία. Ούτος θέλει ορθοτομήσει τα της Πίστεως δόγματα και θέλει στηλιτεύσει πάσης αιρέσεως διαστροφή και δολερότητα».
Το πρωΐ, όταν ξύπνησε ο Γέρων, ο οποίος είδε την οπτασία αυτή καί απεκαλύφθησαν σ’ αυτόν τέτοια μυστήρια, έβαλε μετάνοια προς τον Άγιο λέγων: «Ω τέκνον της υπακοής του Χριστού, άνοιξε το στόμα σου και λάλησε τους λόγους, τους οποίους έγραψε στην καρδία σου το Πνεύμα το Άγιο, διότι ανέβης στο Σίναιο όρος των οπτασιών και των θαυμασίων αποκαλύψεων του Θεού, δια την πολλή σου ταπείνωση. Τώρα λοιπόν ανάβα προθύμως στο όρος της Εκκλησίας καί κήρυξε στην Ιερουσαλήμ ευαγγελιζόμενος, όσα δεδοξασμένα ελάλησε προς την εμήν ευτέλεια η Αειπάρθενος Μήτηρ του Θεού δια σε και συγχώρησέ μοι για όσα σου έπταισα, διότι από την αγνωσία μου σε εμπόδισα»,
Τότε άρχισε ο Ιωάννης να ψάλλει τα μελίρρυτα εκείνα άσματα και θεία μελωδήματα, που με αυτά τόσο πολύ την Εκκλησία εφαίδρυνε καί καθ' εκάστη σ’ αυτήν ακούεται ο καθαρός ήχος των εορταζόντων. Όχι δε μόνο Κανόνες και Τροπάρια καί μουσικά Ιδιόμελα και προσόμοια συνέθεσε, αλλά και πανηγυρικούς λόγους πολλούς στις Δεσποτικές εορτές και εγκώμια στην Υπεραγία Θεοτόκο και σε άλλους Αγίους πολλούς συνέταξε, καθώς στα βιβλία της Εκκλησίας μας φαίνονται ως και σε αρχαία χειρόγραφα, τα οποία σώζονται στα βασιλικά Μοναστήρια του Αγίου Όρους, γραμμένα δια χειρός παλαιών διδασκάλων, σε πάσα εορτή αναγινωσκόμενα έως την σήμερον. Έτι δε και την ιερά εκείνη Βίβλο της Θεολογίας συνέθεσε, την οποία εάν ονομάσω θεοχάρακτη πλάκα δεν ψεύδομαι. Περιγράφει δε σε αυτήν τα μυστήρια και τα δόγματα της αληθούς ημών Πίστεως με συντομία θαυμάσια και άλλα πολλά χρήσιμα περί της των όντων, νοητών και αισθητών, θεωρίας, την οποία βίβλο ουράνιο εκάλεσα, διότι έκαστον αυτής δίδαγμα λάμπει και φωτίζει με τις ορθές αποδείξεις, τις φυσικές και τις Γραφικές, αλλά και πολύ επιστημονικές, τόσον ώστε, όποιος δεν κατατρυφήσει σ’ αυτήν και δεν απολαύσει τέτοιον ουρανό πολύφωτο, είναι όντως εσκοτισμένος καί δυστυχής.
Έγραψε δε και λόγους μακρούς ο αοίδιμος Ιωάννης για την των θείων Εικόνων προσκύνηση καί άλλα ψυχωφελή ποιήματα συνέθεσε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου