25 Νοεμβρίου 2010

Αγία Αικατερίνα η πάνσοφος

Η Αγία Αικατερίνα ήταν από την Αλεξάνδρεια και έζησε σε καιρούς που είχε διαταχθεί επί Μαξιμιανού, σφοδρός διωγμός από τους ειδωλολάτρες κατά των Χριστιανών (305-313). Ήταν ωραία, πάγκαλη και πάνσοφη, έχοντας εκπαιδευθεί όλη την Ελληνική παιδεία, τους φιλοσόφους, τα βιβλία των ιατρών, την Ρητορική, την Λογική και κάθε σοφία. Πολλοί την ζητούσαν σε γάμο, αλλά εκείνη για να αποφύγει τις ενοχλήσεις, προφασιζόταν ότι επιθυμούσε να της βρουν άνδρα που να την υπερβαίνει σε ευγένεια, πλούτο, σοφία και ωραιότητα...


Μια ημέρα, πήρε την Αικατερίνα η μητέρα της και την πήγε στον πνευματικό της, έναν αγιότατο ασκητή, για να συμβουλευτούν. Ο Γέροντας εκείνος, θέλησε να της διδάξει την Ουράνια Βασιλεία του Χριστού, λέγοντάς της ότι γνώριζε κάποιον που την υπερβαίνει σε ωραιότητα, σοφία, πλούτο και ευγένεια. Νομίζοντας η Αικατερίνα ότι πρόκειται για επίγειο άνδρα, θέλησε να μάθει περισσότερα για Εκείνον και ο ασκητής την πληροφόρησε ότι δεν έχει πατέρα στη γη, αλλά γεννήθηκε υπερφυσικά από μια Κεχαριτωμένη Παρθένο, που την προσκυνούν όλοι οι Άγγελοι ως Βασίλισσα. Ζητώντας εκείνη να τον δεί, της έδωσε ο Γέροντας μία εικόνα που ήταν αγιογραφημένη η Παναγία κρατώντας το Θείο Βρέφος στην αγκαλιά της και την συμβούλευσε να κάνει προσευχή ολονύκτια παρακαλώντας εκείνη να της δείξει τον Υιόν της. Η Αικατερίνα παίρνοντας την εικόνα, προσευχήθηκε και αποκοιμήθηκε κουρασμένη, βλέποντας σε όραμα την Παναγία να κρατά τον Θείο Βρέφος που όμως απόστρεφε το πρόσωπό Του μη αφήνοντας να τον δεί, ονομάζοντάς την άσχημη, αμαθή, που δεν καταδεχόταν να την κοιτάξει.
Θαυμάζοντας την οπτασία η Αικατερίνα διηγήθηκε στο Γέροντα τα όσα είχε δει και εκείνος την κατήχησε στην Ορθόδοξη πίστη, δίνοντάς της το Άγιο Βάπτισμα. Κατόπιν προσευχής, βλέπει ξανά στον ύπνο της την Παναγία και το Θείο Βρέφος που τώρα την κοιτούσε ως πραγματικά ένδοξη, πλούσια, πάνσοφη, ευγενή και χαριτωμένη, δίδοντάς της δαχτυλίδι αρραβώνα, για να την νυμφευθεί, ώστε να αξιωθεί της Βασιλείας Του. Όταν ξύπνησε η Αικατερίνα είδε αληθινά στο δεξί της χέρι ότι φορούσε το δαχτυλίδι!
Ήταν τότε η εποχή που ο βασιλιάς είχε διατάξει να συναχθούν άπαντες οι πολίτες του βασιλείου για να τιμήσουν τους ψευτοθεούς του Ολύμπου προσφέροντας θυσίες. Μάλιστα όποιος αρνιόταν, ήθελε να υποστεί βασάνους και κολαστήρια. Πλήθος λαού, φοβούμενοι τους εκβιασμούς, θυσίαζαν στην πλάνη των ειδώλων. Η πανέμορφη Αικατερίνα βλέποντας την κατάντια των ανθρώπων, παρουσιάσθηκε στο ναό που γινόταν οι θυσίες και ζήτησε να ομιλήσει στον βασιλιά, μιλώντας του άφοβα για την πλάνη να λατρεύουν ως θεούς είδωλα φθαρτά, χωρίς αισθήσεις, να προσκυνούν βδελύγματα, που ήταν άνθρωποι με ελεεινό βίο. Του μίλησε για τον Αληθινό Θεό που έγινε Άνθρωπος για να σώσει τους ανθρώπους και είναι Εκείνος ο Προάναρχος και Αθάνατος Θεός που δημιούργησε και συντηρεί τον κόσμο, που δεν έχει ανάγκη από θυσίες σφαγμένων ζώων αλλά από την φύλαξη των Εντολών Του.
Αφού ο βασιλιάς ολοκλήρωσε θυμωμένος την «πανήγυρη», διέταξε να του φέρουν την Αγία, η οποία του απέδειξε ότι ονομάζει θεούς τους δαίμονες που τον πλανούν και παρακινούν τους ανθρώπους σε ασέλγειες και κακές επιθυμίες. Φοβούμενος εκείνος μην ντροπιαστεί, σύναξε τους 150 σοφότερους ρήτορες για να αποστομώσουν την γυναίκα εκείνη που υπερέβαινε σε σοφία ακόμα και τον Πλάτωνα, χλευάζοντας του «θεούς», θεωρώντας μύθους και φλυαρίες τις πράξεις τους. Σε ένα κατάμεστο θέατρο, οι σοφοί, που αν αποστόμωναν την Αγία θα απολάμβαναν μεγάλα χαρίσματα, ενώ αν ηττόταν τους περίμενε μαρτυρικός θάνατος, δια του προεστού τους υποστήριξαν τους θεούς των ειδώλων, αλλά η Αγία απεκκρίθηκε ότι ο ίδιος ο Όμηρος λέγει για τον Δία ότι είναι ψεύτης, απατεώνας, πανούργος και σκολιώτατος που ήθελαν να τον δέσουν η Ήρα, ο Ποσειδώνας και η Αθηνά, αναφέροντας ότι οι αρχαίοι διδάσκαλοι είχαν ομολογήσει περί του Αληθινού Θεού. Ο φιλόσοφος τότε καταπλαγείς, δεν μπορούσε να απαντήσει στα επιχειρήματα της πανσόφου Αικατερίνης και όλοι οι ρήτορες παραιτήθηκαν επειδή δεν μπορούσαν να αντισταθούν στην Αλήθεια. Αποφάσισε τότε ο βασιλιάς να τους κάψει στο μέσον της πόλεως και όλοι τους έπεσαν στα πόδια της Αγίας παρακαλώντας της να ζητήσει συγχώρεση από τον Θεό, ενδυναμώνοντάς τους εκείνη λέγοντας ότι εφόσον άφησαν το σκότος και ακολούθησαν το φως της αληθείας, το πυρ του μαρτυρίου τους, θα γινόταν Βάπτισμα και θα τους μετέφερε καθαρούς ενώπιον του Θεού. Αφού οι στρατιώτες έριξαν τους ρήτορες στην πυρά και τα λείψανά τους συνάχθηκαν σώα, ο βασιλιάς προσπάθησε με κολακείες να πείσει την Αγία να προσκυνήσει στα είδωλα, τάσσοντάς της το μισό βασίλειο. Εκείνη όμως επέμενε ότι είναι Χριστιανή. Διετάχθησαν τότε οι στρατιώτες να δείρουν με βούνευρα επί δύο ώρες το παρθενικό της σώμα, υπομένοντας γενναία και κάνοντας τους παρακολουθούντες να την θαυμάζουν. Εν συνεχεία φυλακίστηκε χωρίς φαγητό και νερό για δώδεκα ημέρες, αλλά ο ίδιος ο Χριστός την συντηρούσε και την επιμελούταν, στέλνοντας τροφή με ένα περιστέρι. Μέχρι και η σύζυγος του βασιλιά, η Φαυστίνα, συγκλονισμένη από τις αρετές της Αικατερίνης καί αφού είδε θεϊκό όραμα, πήγε κρυφά στη φυλακή με την βοήθεια του έμπιστου στρατηλάτη Πορφυρίωνος, και έπεσε δακρυσμένη στα πόδια της Αγίας που την νουθέτησε, διδάσκοντας και στον Πορφυρίωνα για τα αγαθά που χαρίζει ο Χριστός σ’ όσους Τον πιστεύουν, κάνοντας αυτόν και τους διακόσιους στρατιώτες του να πιστέψουν.
Φέροντας ξανά την Αγία μπροστά στον βασιλιά, όλοι εξεπλάγησαν από την ωραιότητά της, παρά τα βασανιστήρια που είχε υποστεί και αφού διαλύθηκαν οι τροχοί που επινοήθηκαν για να την βασανίσουν, αναγκάστηκαν οι παρευρισκόμενοι να αναφωνήσουν: «Μέγας ο Θεός των Χριστιανών». Η δε Φαυστίνα εμφανίστηκε στον βασιλιά σύζυγό της, επιπλήττοντάς τον επειδή πολεμούσε τον ζώντα Θεό. Εκείνος τότε διατάζει και κόβουν τους μαστούς της γυναικός του και κατόπιν την κεφαλή της. Το πρωί παρουσιάσθηκαν ενώπιόν του ο Πορφυρίωνας και οι στρατιώτες του, ομολογώντας ότι είναι Χριστιανοί καί στρατιώτες του μεγάλου Θεού. Ο βασιλιάς δίνει εντολή να αποκεφαλισθούν και την επαύριον ξαναζητά από την Αγία Αικατερίνα να θυσιάσει στους «θεούς» τάζοντας τιμές και άλλες ματαιότητες του κόσμου. Βλέποντας όμως την ακλόνητη πίστη της, δίνει εντολή και την παραλαμβάνουν οι στρατιώτες, οδηγώντας την στο τόπο του μαρτυρίου ακολουθούμενη από πλήθος κόσμου. Αφού προσευχήθηκε, ο δήμιος της απέκοψε την τιμία κεφαλή της την 25ην Νοεμβρίου του 305ου έτους, και αντί αίματος έρευσε γάλα ενώ το λείψανό της παρέλαβαν εκείνη τη στιγμή Άγγελοι μεταφέροντάς το στο θεοβάδιστο όρος Σινά.
σ.α.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου