2 Σεπτεμβρίου 2010

Η Ελλάδα ξενυχτάει!

της Βιργινίας Κρητικού - Ζούρου
Η Ελλάδα του καλοκαιριού περνά στη φάση του φθινοπώρου. Αρχή της Ινδίκτου από χτες. Βέβαια, οι συνήθειες του Έλληνα επιμένουν να είναι πάντα καλοκαιρινές! Έξω καρδιά και ξενύχτι. Αλλού βρέχει… Το ξενύχτι του ο Έλληνας δεν το βάζει ποτέ στην πάντα. Είναι η κοινωνική ανοχή που έχει ξεχειλώσει. Τα έχει κάνει όλα επιτρεπτά. Αυτή ευνοεί τη χωρίς διάκριση συμπεριφορά μας. Κανένας φραγμός. Καμμιά συνθήκη δεν είναι δυνατή να μας βγάλει από τη λογική των άκρων. Η νεολαία μας, στους ίδιους και ως είναι φυσικό ακόμη πιο έντονους ρυθμούς. Κι ας είναι η γενιά των 700 ευρώ, κι ας συζητάμε όλοι για την οικονομική κρίση. Ο εύκολος δρόμος της αλόγιστης εκτόνωσης θέλει να είναι ο τρόπος της αντιμετώπισης των προβλημάτων μας...
Επί παντός καιρού οι συνήθειές μας είναι ίδιες. Η ιστορία μας επαναλαμβάνεται. Κατορθώνουμε να γεμίζουμε καφετέριες και τραπεζάκια έξω στα πεζοδρόμια. Αραχτοί και «light»! Καφές, ποτό και πάσης Ελλάδας. Μηχανές, μηχανάκια κι αυτοκίνητα παρκαρισμένα δίπλα σε ανθρώπους που κάθονται χαλαρά και τα καμαρώνουν.
Τα τουριστικά μας χωριά σείονται από τις ξέφρενες ηχητικές δονήσεις. Όλοι γινόμαστε συνεργοί στο παράνομο της νύχτας. Με το που πέφτει το σκοτάδι και ο δείκτης του ρολογιού φεύγει από το 12, μεσάνυχτα, τα ντεσιμπέλ μεγαλώνουν. Τυλίγουν το χωριό και την πέριξ περιοχή στη δίνη των ήχων. Σπάνε τα αυτιά κάθε φυσιολογικής αντοχής. Λες, και τίποτα άλλο πια δεν μπορεί να ψυχαγωγήσει και να ευφράνει το λαό μας. Όλοι βουβαινόμαστε. Έχουμε κάποιο οικονομικό συμφέρον. Σιωπούμε την ώρα της παραζάλης.
Το πρωί βρίσκει τα παιδιά μας γερμένα πάνω στις καρέκλες των μαγαζιών με χλωμά τα πρόσωπα. Τρώνε το πρωινό τους στα φαστφουντάδικα. Το αλκοόλ ρέει άφθονο στο αίμα, τόσο, που τραυλίζει η ομιλία τους. Σμικραίνει η πλούσια ελληνική γλώσσα. Γίνεται «διάλογος» μόνο μιας λέξης η επικοινωνία τους.
Η νεολαία μας δυσκολεύεται να ονειρευτεί. Λες και στέγνωσε από ελπίδα. Καθρεφτίζει την πορεία μας στο πουθενά.
Μας το λένε, μας το ξαναλένε, μας το δείχνουνε. Και μεις παρακολουθούμε απλά. Πορεία χωρίς επιστροφή. Φθορά δίχως ανανέωση. Λιπόθυμα παιδιά, που κάνουν τη νύχτα μέρα. Ξάγρυπνα, σε μια κοινωνία σκοτεινή με τους γονείς αδύναμους παρατηρητές.
Ελλάδα, η χώρα των αντιθέσεων και των θέσεων. Διότι, ο καθένας μας έχει, κυρίως, την άποψή του, τη γνώμη του, την ατέρμονη έπαρσή του και την απερίγραπτη φτώχεια του. Έτσι, έχουμε πλεόνασμα προέδρων και αρχηγών. Δεν έχουμε όμως απλούς καγαθούς ανθρώπους.
Αυτά είδα στο χωριό μου αυτό το καλοκαίρι. Ένα χωριό άγνωστο πια σε μένα. Ξένο. Οι παλιές φυσιογνωμίες έφυγαν. Οι καινούργιες είναι λίγες και πολλές από αυτές δυστυχώς είναι σα να μην υπάρχουν. Παραδοθήκανε στην ανοχή για το χρήμα από τα γενοφάσια τους.
Αυτά βλέπω και τρομάζω και φοβάμαι πως δε συμβαίνουν μόνο στο χωριό μου. Γι’ αυτό και πονώ διπλά…
Άρθρο της εφημερίδας "ΕΜΠΡΟΣ" της Λέσβου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου