5 Μαΐου 2010

Ο Άγιος Ιώβ

Στήν κορυφή του κόσμου
Ο Ιώβ δεν ήταν ένας τυχαίος άνθρωπος. Είχε πολλά «καλά», που τον ανέβασαν ψηλά στα μάτια της κοινωνίας. Αναλυτικότερα: Είχε δέκα παιδιά. Είχε αμύθητη περιουσία: 500 γαλακτοτρόφους όνους, 1.000 βόδια, 3.000 καμήλες, 7.000 πρόβατα, αμέτρητες εκτάσεις γης, καί αναρίθμητους εργάτες. Ήταν δίκαιος. Δικαιότατος. Ήταν καί ελεήμων. Ήταν, ως έλεγε ο ίδιος, το μάτι των τυφλών, το πόδι των χωλών, ο πατέρας των αδυνάτων (Ιώβ 29:15-16)...
Καί ο αμύθητος πλούτος του καί η μεγάλη του αρετή του έδωσαν μεγάλο κύρος. Τον σέβονταν οι πάντες. Ήταν καί πασίγνωστος. Το όνομά του «έσπασε» τα σύνορα του τόπου του. Έφθασε σ' όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Τον ήξεραν άρχοντες καί βασιλείς. Τον ήξερε η οικουμένη. Καθώς πρωΐ-πρωΐ κατέβαινε στην πόλη καί περπατούσε μες στους δρόμους, οι νέοι που τον έβλεπαν δεν τολμούσαν να τον ατενίσουν καί έτρεχαν να κρυφθούν. Οι γέροντες σηκώνονταν όρθιοι από σεβασμό. Οι άρχοντες σταματούσαν τις μεταξύ τους συζητήσεις. Έβαζαν το δάκτυλο τους στο στόμα κάνοντας νόημα να πάψουν κι’ οι άλλοι (Ίώβ29:6-9). Έλεγαν: «Περνάει ο Ιώβ».
Στό χάος (Ιώβ κεφ. Α') - Οι αλλεπάλληλες πληγές
Κάποια μέρα, τα δέκα του παιδία έκαναν «πάρτυ» στο σπίτι του μεγαλύτερου παιδιού του. Αυτός (ο Ιώβ) έμεινε στο σπίτι του. Καθώς τ' αδέρφια διασκέδαζαν, ένας δούλος ήρθε τρέχοντας, «Κύριέ μου! (είπε) Ήρθαν ληστές! Έσφαξαν τους πεντακόσιους γαλακτοτρόφους όνους! Έσφαζαν καί τα 1.000 βόδια! Έσφαξαν καί τους τσοπάνηδες!..»
Τι πόνος για τον Ιώβ! Χωρίς καλά-καλά να συνέλθει, καταφθάνει καί δεύτερος αγγελιοφόρος, καί με χειρότερα μαντάτα: «Κύριέ μου! Έπεσε φωτιά από τον ουρανό! Έκαψε τα 7.000 πρόβατα! Έκαψε και τους βοσκούς!..» Καί το κακό δε σταματά. Ήρθαν καί χειρότερα μαντάτα: «Καβαλάρηδες, χωρισμένοι σε τρία «γκρουπ», περικύκλωσαν τις 3.000 καμήλες καί τις πήραν. Έσφαξαν καί τους φυλακές!..» Τί συμφορά! Συμφορά στη συμφορά! Τα βόδια, τα πρόβατα, οι όνοι, οι καμήλες, οι αγαπημένοι του δούλοι, μονομιάς εξαφανίσθηκαν. Μόνη ελπίδα τα παιδιά του... Καί καθώς τα πολυαγαπημένα του παιδιά έκαναν το «πάρτυ», φύσηξε άγριος τυφώνας. Έκανε το σπίτι ερείπιο! Καταπλάκωσε και τα δέκα παιδιά! Δεν έμεινε για παρηγοριά ούτε ένα ζωντανό!!! Αυτό δεν ήταν κτύπημα. Ήταν μαχαιριά στην καταπληγωμένη του ψυχή. Τώρα σταμάτησαν να έρχονται άλλες ειδήσεις. (Τι άλλες να έρχονταν;) Καί σαν καλός πατέρας, έτρεξε αστραπιαία στον τόπο του δυστυχήματος. Καί είδε θέαμα φρικτόν. Άκουγε τις κραυγές καί τα βογκητά των παιδιών του!!! Είδε χυμένα τα αίματα τους, είδε τα σώματά τους διαμελισμένα, κομμένα τα χέρια τους, τα πόδια τους, τα κεφάλια τους!!! Ράγιζαν ακόμα καί οι πέτρες! Πόσο μάλλον η φιλεύσπλαχνη πατρική καρδιά του! Και πώς αντέδρασε ο «εσφαγμένος» Ιώβ;
Έσχισε τα ρούχα του, έκοψε τα μαλλιά του, έπεσε χάμω καί προσκύνησε(!) τον Κύριο, λέγοντας: «Γυμνός γεννήθηκα, γυμνός θα πεθάνω. Ο Κύριος τα έδωσε, ο Κύριος τα πήρε. Έγινε το θέλημά Του. Ας έχει δόξα ο Θεός!». Είναι εκπληκτικό! Ο πόνος του (καί τί πόνος!..) δεν τον έκανε ν' αγανακτήσει, καί να πει: «Θεέ μου! Σου έκανα τόσα καί τόσα καλά! Καί Συ, τί μου ανταποδίδεις; Αντί του μάννα, χολήν; Τι κακό Σου έκανα, τέλος πάντων;». Ούτε καν το διανοήθηκε! Καί ζούσε προ Χριστού!!!
Ο πληγωμένος ξαναπληγώνεται
Ο πρώην πάμπλουτος Ιώβ, έγινε πάμπτωχος. Ο πρώην πολύτεκνος πατέρας, έμεινε ολομόναχος! Κανένας δεν είχε τόσες απανωτές συμφορές. Κανένας! Ενώ πήγαινε κάπως να συνέλθει, τον κτύπησε κι’ άλλη συμφορά! Τον κόλλησε η φοβερότατη λέπρα! Έπρεπε τώρα να αποκοπεί από την κοινωνία. Υπήρχε κίνδυνος μολύνσεως. Καί ο πρώην μεγιστάνας πετάχτηκε σα σκουπίδι στα σκουπίδια. Στίς απαίσιες κοπριές! Από το χαμηλότερο σημείο που είχε ήδη καταπέσει, κατέβηκε ακόμα πιο χαμηλά! Μένει ολομόναχος! Καί γυμνός!.. Καί που; Στήν κοπριά! Το καλοκαίρι η κοπριά ανεβάζει την θερμοκρασία. Οπότε κατακαίει το καταπληγωμένο σώμα του Ιώβ. Πάνω του πέφτουν καί οι καυτές ακτίνες του ηλίου, πού μεγαλώνουν το κακό. Το χειμώνα η κοπριά κατεβάζει τη θερμοκρασία. Με τη βροχή γίνεται καί λάσπη. (Αυτό ήταν το σπίτι του δύστυχου Ιώβ!..) Για φαγητό έχει ό,τι του πετάνε από μακριά (στίς κοπριές!..). «Τα φαγητά μου κατέστησαν αηδία (έλεγε ο ίδιος). Μυρίζουν σαν τα δυσώδη χνώτα του λιονταριού» (Ιώβ 6:7). Πόση ανάγκη είχε το ταλαίπωρο κορμί του να πάρει λίγο ύπνο! Αλλά πάει να κοιμηθεί, καί πετιέται από όνειρα τρομακτικά! Ο ύπνος, που τόσο τον έχει ανάγκη, του έγινε εφιάλτης (Ιώβ 7:14). Τώρα, που κατάντησε θέαμα ελεεινό, τον εγκατέλειψαν οι πάντες! Τώρα! Σ’ αυτή την κρίσιμη στιγμή! Έλεγε με παράπονο: «Ο ι φίλοι μου σαν κύμα εξαφανίστηκαν! Σάν το χείμαρρο ξηράνθηκαν. Όσοι με ευλαβούντο, με εγκατέλειψαν, Έκαναν άλλους φίλους» (Ίώβ 6:15-16) «Χιλιοπαρακάλεσα τον υπηρέτη μου να ’ρθει κοντά μου. Μάλλιασε η γλώσσα μου. Αλλά δεν ήρθε» (Ιώβ 6: 15-16). «Όσοι, με είδαν, με σιχάθηκαν» (Ιώβ 19:19). «Με κορόιδευαν οι πάντες. Ακόμα και οι τιποτένιοι»! (Ιώβ 30:1). «Και μέ έφτυναν!..» (Ιώβ 30:10). «Κατάντησα παίγνιο. Η υπόθεσή μου έγινε «σήριαλ» (Ιώβ 17:6).
Πριν ήταν πασίγνωστος σ’ όλο τον κόσμο για το μεγαλείο του. Τώρα έγινε πασίγνωστος για την αθλιότητά του.
Τα καρφώματα των φίλων του
Δυο-τρεις φίλοι του, βασιλείς ξένων κρατών, έμαθαν το κατάντημά του, καί αποφάσισαν να τον επισκεφθούν. Καί ήρθαν. Αλλά μόλις τον είδαν, συγκλονίσθηκαν! Επί επτά ημέρες δεν μιλούσαν. Τέτοιο σοκ! Αφού ξεπέρασαν την κρίση, άρχισαν να του μιλούν. Πόση ανάγκη είχε ο Ιώβ ν’ ακούσει από το στόμα τους λόγια παρήγορα! Αλλά καλύτερα να μη μιλούσαν. Τα λόγια τους ήταν καρφιά για τον καταπληγωμένο φίλο τους.
Του έλεγε ο ένας: «Ξέρεις κανέναν καλό, που να έπαθε αυτό που έπαθες εσύ;» (Ιώβ 4:7). Σα να του έλεγε: Αν ήσουν καλός, δε θα τα πάθαινες
αυτά. Τα ίδια του έλεγε κι ο άλλος: «Ότι έπαθες, δικαίως το έπαθες! Τις αμαρτίες σου πληρώνεις!.,» (Ιώβ 15:16). Τρεις φορές μίλησε ο καθένας. Καί ο Ιώβ, παρόλο το μεγάλο πόνο του, είχε το κουράγιο ν’ απαντά στους φίλους του. Προσπαθούσε μόνος του να χύσει βάλσαμο στον πόνο του. «Όχι (τους έλεγε), δεν έχετε δίκιο. Υπάρχουν ασεβείς, που ευτυχούν» (Ιώ6 21:7-16). Προσπαθούσε απεγνωσμένα να βρει τους λογούς της φρικτής δοκιμασίας του, άλλα δεν εύρισκε...
Η απάντηση
Ο Πολυεύσπλαχνος Θεός αναλαμβάνει να εξηγήσει ο Ίδιος στον Ιώβ την αιτία του μεγάλου πειρασμού: «Σέ δοκίμασα (του είπε),, για ένα καί μόνο λόγο: για να φανεί μέχρι τέλους η αρετή σου, η πίστη σου καί η υπομονή σου» (Ιώβ 40:8).
Είσαι δίκαιος. Καί υποφέρεις. Μάθε, ότι υποφέρεις κι’ εσύ για τον ίδιο λόγο, που υπέφερε κι’ ο 1ω6. Για να λάμψει η αρετή σου! Η πίστη σου καί η υπομονή σου!
Ρωτάς, που είναι ο Θεός τώρα, που δοκιμάζεσαι; Δίπλα σου είναι! Περιμένει εναγωνίως να δει αν θα τα καταφέρεις.
Από το βιβλίο του Αρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη «Ιστορίες από την Γραφή»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου